Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background

«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

Κυριακή 2α Σεπτεμβρίου 2012

Στη σημερινή Ευαγγελική περικοπή ο Κύριός μας παρομοιάζει τη Βασιλεία του Θεού με αμπελώνα, τον οποίο ο οικοδεσπότης εμπιστεύεται σε άξιους γεωργούς για να τον καλλιεργήσουν. Όταν όμως έφτασε ο καιρός της συγκομιδής οι γεωργοί εκείνοι όχι μόνο δεν απέδωσαν τους καρπούς, αλλά έδιωξαν κακήν κακώς τους δούλους που έστειλε ο κύριος του αμπελώνα για να συλλέξουν τη σοδειά. Και όταν τελικά έστειλε τον ίδιο του το γιο, οι γεωργοί εκείνοι τον σκότωσαν, θέλοντας να σφετεριστούν την περιουσία του κυρίου τους. Στη συνέχεια ο Χριστός ρωτάει τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους τί θα πρέπει να πράξει ο οικοδεσπότης της παραβολής, κι εκείνοι αποκρίνονται ότι θα πρέπει να τους τιμωρήσει με θάνατο και να δώσει τον αμπελώνα σε άλλους γεωργούς. Και ο Ιησούς, επισφραγίζοντας την κρίση τους, επιβεβαιώνει ότι ο Θεός θα εμπιστευτεί τη Βασιλεία Του σε εκείνο το έθνος που θα εργάζεται τις εντολές του Θεού και θα αποδίδει τους καρπούς των έργων του.

Με την παραβολή αυτή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός θέλει να τονίσει καταρχάς ότι το «έθνος άγιον» ή αλλιώς ο «λαός του Θεού» δεν είναι απλά εκείνοι οι άνθρωποι που διάλεξε ή διαλέγει ο Θεός, αλλά εκείνοι που εργάζονται τίμια τη διδασκαλία και τις εντολές που τους εμπιστεύεται. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός επέλεξε τον λαό του Ισραήλ να Τον υπηρετήσει, οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι όμως καλλιέργησαν στο λαό την πεποίθηση ότι η Βασιλεία του Θεού τούς ανήκει δικαιωματικά, επειδή απλά ήταν απόγονοι των Πατριαρχών, του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ. Αυτή τους η αλαζονεία τούς οδήγησε διαχρονικά όχι μόνο να μην υπακούσουν στους απεσταλμένους του Θεού, τους Προφήτες, τους Κριτές και τους Δίκαιους της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά και να τους εξορίσουν και θανατώσουν. Και βέβαια, όταν ο Θεός απέστειλε τον Υιό αυτού, του επεφύλαξαν το Πάθος και τον σταυρικό θάνατο.

Για το λόγο αυτό ο Χριστός τονίζει ότι για τον Θεό δεν μετρούν τα φυλετικά κριτήρια, δεν ανήκει δηλαδή κανείς στο «έθνος το άγιον» εξαιτίας της καταγωγής του. Θα μας πει μάλιστα ότι μητέρα Του και αδελφούς Του θεωρεί εκείνους που ακούν και εφαρμόζουν στη ζωή τους τον λόγο του Θεού. Και τούτο γιατί ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, δεν κάνει δηλαδή διακρίσεις αλλά αγαπά εξίσου όλους τους ανθρώπους και επιθυμεί όλοι να γνωρίσουν την αλήθεια και να σωθούν. Αν ο Θεός επέλεξε τον λαό του Ισραήλ ως «περιούσιο λαό» Του, στην πραγματικότητα τον προσκάλεσε να γίνει λαός του Θεού, να γίνει το παράδειγμα για τους άλλους λαούς και με τον τρόπο αυτό να ελκύσει ολόκληρη την ανθρωπότητα στην γνώση της αληθείας του Θεού. Οι Ισραηλίτες όμως θεώρησαν την πρόσκληση αυτή ως κεκτημένο τους δικαίωμα, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μη γίνουν πρότυπο πιστού έθνους, αλλά να ζηλέψουν και να υιοθετήσουν οι ίδιοι τις συνήθειες των άλλων εθνών, την σκληρότητά τους, τα έθιμά τους, ενίοτε και τους θεούς τους.

Ο Χριστός με το σωτήριο έργο Του και με τη διδασκαλία Του προσκαλεί κάθε άνθρωπο, ανεξαρτήτως καταγωγής, να γίνει μέλος του άγιου έθνους των χριστιανών. Στη βασιλεία Του δεν έχουν θέση εκείνοι που απλά έτυχε να έχουν βαπτιστεί χριστιανοί, αλλά εκείνοι που εργάζονται την μία και μοναδική εντολή της Αγάπης που ο ίδιος δίδαξε και εφάρμοσε με την σταυρική θυσία Του και την Ανάστασή Του. Η σημερινή παραβολή απευθύνεται επομένως και σε όλους εμάς που θέλουμε να είμαστε και να λεγόμαστε παιδιά Του και μέλη του ενός σώματος της Εκκλησίας. Το χρέος μας και το έργο μας είναι απλό και συνίσταται σε δύο άξονες. Ο πρώτος είναι να γνωρίζουμε την Αλήθεια, να μελετάμε δηλαδή το Ευαγγέλιο και να αναζητούμε στον λόγο του Θεού τις απαντήσεις για την ζωή μας, για την ύπαρξή μας, για το σκοπό που ζούμε και κινούμαστε επάνω στη γη, για τη σχέση μας τόσο με τους συνανθρώπους μας όσο και με τον ίδιο το Θεό. Και ο δεύτερος είναι να εργαζόμαστε τον πνευματικό αμπελώνα του Κυρίου και να αποδίδουμε τους καρπούς του, που σημαίνει να εφαρμόζουμε το Ευαγγέλιο στη ζωή μας με τέτοιο τρόπο που να μεταμορφώνει την προσωπικότητά μας και να αντανακλά στους ανθρώπους γύρω μας.

Συχνά ως άνθρωποι παρασυρόμαστε και τείνουμε να υιοθετούμε πρότυπα και συμπεριφορές άλλων ανθρώπων, που κινούνται έξω από την κατά Θεόν ζωή. Ο Χριστός σήμερα μάς προσκαλεί και μάς υπενθυμίζει ποιός είναι ο δικός μας ρόλος ως παιδιά Του και αδέλφια Του: να γίνουμε εμείς το πρότυπο και το φως του κόσμου, και να ζηλεύουμε όχι τα επίγεια, αλλά τα επουράνια, ως γνήσια τέκνα Του και συγκληρονόμοι της Βασιλείας Του.

«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ

Κυριακή 9η Σεπτεμβρίου 2012

 

Η σημερινή Κυριακή ονομάζεται Κυριακή προ της Υψώσεως, και στην περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη που ακούσαμε, ο Χριστός μιλάει και προλέγει τον σταυρικό Του θάνατο. Μας λέει πως όπως ο Μωυσής ύψωσε το φίδι στην έρημο, έτσι και ο ίδιος πρέπει να υψωθεί και να θυσιαστεί, ώστε ο καθένας που θα πιστεύει σε Αυτόν, θα έχει αιώνια ζωή. Χρησιμοποιεί ο Χριστός εδώ ένα γεγονός από την Παλαιά Διαθήκη, με σκοπό να καταστήσει σαφές το νόημα των λόγων Του και παράλληλα να προετοιμάσει τους μαθητές Του για τα γεγονότα του Πάθους και της σταυρικής Του θυσίας που έμελλαν να ακολουθήσουν.

Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης περιπλάνησής τους στην έρημο, οι Ισραηλίτες βρέθηκαν κάποτε σε έναν τόπο όπου από τα δαγκώματα φαρμακερών φιδιών ο λαός αποδεκατίζονταν. Τότε ο Θεός προσέταξε τον Μωυσή να κατασκευάσει ένα χάλκινο ομοίωμα φιδιού και να το υψώσει επάνω σε ένα ξύλο στο μέσον του καταυλισμού, ώστε κάθε φορά που κάποιος πληγωνόταν από φίδι, να στρέφει το βλέμμα του προς το χάλκινο ομοίωμα και να θεραπεύεται. Αυτή η εικόνα, όπως ο ίδιος ο χριστός μάς λέει, αποτελεί προτύπωση του σταυρικού Του θανάτου. Μόνο που τώρα ο Χριστός θεραπεύει από τα τραύματα του νοητού φιδιού, δηλαδή του Διαβόλου, και παρέχει την αιώνιο ζωή σε όλους εκείνους που με πίστη προστρέχουν προς τον Σωτήρα και Λυτρωτή του κόσμου, τον σταυρωθέντα και αναστάντα Κύριο.

Στη συνέχεια ο Χριστός μάς λέει ότι ο Σταυρός και το Πάθος προέρχονται από την άπειρο αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο. Μια αγάπη που υπαγορεύει την εκούσια θυσία αυτού του ίδιου του Υιού του Θεού. Ο Χριστός ανέβηκε στο σταυρό όχι εξαιτίας του φθόνου των Ιουδαίων, αλλά επειδή ο ίδιος το επέλεξε, επειδή με το δικό Του αθάνατο αίμα επρόκειτο να ζωογονήσει κάθε άνθρωπο πριν και μετά από Αυτόν, και να τον απελευθερώσει από τα αιώνια δεσμά του θανάτου που επιφέρει η ζωή μακριά από τον Θεό.

Γι’ αυτό και τονίζει ξανά πως ο καθένας που θα πιστέψει στον Χριστό δεν πρόκειται να χαθεί, αλλά θα του δοθεί από τον φιλάνθρωπο Θεό η αιώνιος ζωή. Το τονίζει θέλοντας να μάς δείξει ότι για την σωτηρία μας δεν αρκεί μόνον η φιλανθρωπία του Θεού και η αγάπη Του, αλλά και η δική μας πίστη. Γιατί η πίστη είναι το μόνο μέσο που μπορεί να μεταχειριστεί ο άνθρωπος για να προσεγγίσει τον Θεό και στη συνέχεια να στρέψει νοερά το βλέμμα του προς τον Σωτήρα Χριστό, να προσευχηθεί και να λάβει, σύμφωνα με το μέτρο και την ένταση της πίστεώς του, τη συγγνώμη, την άφεση των αμαρτιών, τη θεραπεία από τις πληγές των παθών του και από τις προσβολές του Διαβόλου και την κοινωνία με την όντως Ζωή, την ένωσή του δηλαδή με τον Χριστό. Η πορεία επομένως της σωτηρίας μας έχει σαν βασική προϋπόθεση την πίστη μας προς τον Ιησού Χριστό, που σταυρώθηκε για να μας λυτρώσει από την αμαρτία και αναστήθηκε για να μας ελκύσει στην αιώνιο ζωή, μαζί με τους αγγέλους και τους αγίους.

Με την τελευταία του φράση στο σημερινό Ευαγγέλιο, ο Χριστός διαβεβαιώνει ότι δεν ήρθε στον κόσμο για να κρίνει τον κόσμο, αλλά για να σώσει τον κόσμο. Αυτή ίσως είναι και η μεγαλύτερη διαφορά ανάμεσα στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός απαιτεί από τους ανθρώπους την τήρηση των Νόμων Του και συχνά αποδίδει δικαιοσύνη, άλλοτε ευλογώντας τους δίκαιους και άλλοτε τιμωρώντας τους παραβάτες του Νόμου Του. Στην Καινή Διαθήκη ο Θεός προσφέρει θυσία τον μονογενή Του Υιό, και από δίκαιος κριτής γίνεται φιλεύσπλαχνος Πατέρας που συγχωρεί και σώζει όσους πιστεύουν στον Ιησού Χριστό και μετανοούν γνήσια και έμπρακτα. Αυτή τη συγγνώμη και την άπειρη αγάπη θα επισημάνει πολλές φορές ο Κύριος στις Παραβολές Του και βέβαια θα κάνει πράξη με το Πάθος Του, με το Σταυρό και με την Ανάσταση.

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που ο Σταυρός του Χριστού είναι το όπλο της σωτηρίας των χριστιανών. Δεν είναι τυχαίο που αποτελεί το τρόπαιο και το καύχημά μας. Δεν είναι τυχαίο που από φονικό όπλο έγινε σύνεργο ζωής. Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος θα πει με βροντερή φωνή ότι το μόνο πράγμα για το οποίο καυχάται είναι ο Σταυρός του Χριστού. Γι’ αυτό κάθε πιστός τον φέρει επάνω του, στο λαιμό του, γι’ αυτό σφραγίζουμε το σώμα μας με το σημείο του σταυρού, γι’ αυτό οι ιερείς ευλογούν κάνοντας το σημείο του σταυρού στον αέρα, ή ακόμα στο σώμα και το μέτωπο των πιστών. Γιατί ακριβώς μάς υπενθυμίζει τον Κύριό μας και μάς προστατεύει από κάθε προσβολή και πειρασμό και μάς αγιάζει, κάθε φορά που τον σχηματίζουμε επάνω μας με πίστη, επικαλούμενοι την βοήθεια και το άπειρο έλεος του Θεού. Αυτό που χρειάζεται να διαθέτουμε εμείς, είναι να έχουμε πίστη στον Χριστό, να αντλούμε την ελπίδα μας από τον Θεό και να μην κρίνουμε τον πλησίον μας, αλλά να του προσφέρουμε την αγάπη μας, εφόσον ούτε ο ίδιος ο Κύριός μας κρίνει κανέναν, αλλά παρέχει την συγγνώμη και την Ζωή.

«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ

Κυριακή 16η Σεπτεμβρίου 2012

 

Στη σημερινή Κυριακή, Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, ακούσαμε από τον Ευαγγελιστή Μάρκο τον ίδιο το Χριστό να μάς περιγράφει την σταυρώσιμη ζωή του Χριστιανού. Ο Κύριος απευθύνει μια πρόσκληση στον καθένα μας, να απαρνηθεί τον εαυτό του και να σηκώσει τον προσωπικό του σταυρό και να ακολουθήσει το Χριστό. Σε αυτά τα τρία σημεία θα λέγαμε ότι συνίσταται η κατά Χριστόν ζωή, που για να καταλήξει στην Ανάσταση και την αιώνιο Ζωή είναι ανάγκη να διέλθει από τον Σταυρό και το Γολγοθά.

Ο Χριστός λοιπόν καλεί όλους μας σήμερα, αν θέλουμε βέβαια να Τον ακολουθήσουμε, πρώτα απ’ όλα να απαρνηθούμε τον εαυτό μας. Στη Βασιλεία του Θεού δεν χωρούν εγωιστές, δεν χωρούν όσοι ενδιαφέρονται και ασχολούνται μόνο με το δικό τους ατομικό συμφέρον. Για να μπορέσουμε να ακολουθήσουμε την οδό της σωτηρίας είναι ανάγκη να απαγκιστρωθούμε από το Εγώ μας, να αρνηθούμε τον ίδιο μας τον εαυτό. Ο Κύριος στο σημερινό Ευαγγέλιο εξηγεί τη σημασία της αυταπάρνησης του εγώ, λέγοντας ότι όποιος φροντίζει μόνο για τον εαυτό του, τελικά δεν καταφέρνει να σώσει την ψυχή του. Αντίθετα, όποιος θυσιάσει την ζωή του για τον Χριστό και για το Ευαγγέλιο, εκείνος θα σώσει την ψυχή του. Διότι, τονίζει, δεν υπάρχει κανένα όφελος να κερδίσει κανείς όλο τον κόσμο, και όμως να χάσει ή να καταστρέψει την ψυχή του, και δεν υπάρχει μεγαλύτερο και ανταξιότερο αντάλλαγμα από την αυταπάρνηση, προκειμένου να κερδίσουμε την ψυχή μας.

Αλήθεια, τι σημαίνει να απαρνηθούμε τον εαυτό μας; Αν η ζωή του πιστού είναι μίμηση της ζωής του Χριστού, τότε στο πρόσωπο του Θεανθρώπου μπορούμε να δούμε τι σημαίνει αρνούμαι τον εαυτό μου. Ο Υιός και Λόγος του Θεού, από άκρα αγάπη προς τον άνθρωπο συστέλλει την θεότητά Του και γίνεται άνθρωπος, και προσφέρει τον εαυτό Του θυσία επάνω στο Σταυρό, ως λύτρο για την αμαρτία όλου του κόσμου. Η αγάπη λοιπόν προς τον Θεό και προς τον πλησίον είναι αυτή που χρειαζόμαστε, προκειμένου να βάλουμε τον Χριστό, το Ευαγγέλιο και τον συνάνθρωπό μας πάνω από το εγώ μας, και προκειμένου να θυσιάσουμε τις προσωπικές μας βλέψεις και επιθυμίες και να αρνηθούμε με τον τρόπο αυτό τον εαυτό μας. Οι άνθρωποι που δεν έχουν πνεύμα Θεού θεωρούν σημαντικά τα υλικά αγαθά και φροντίζουν άμετρα μόνο για το ατομικό τους συμφέρον, πολλές φορές ακόμη και με αθέμιτα μέσα. Το πραγματικό συμφέρον όμως για κάθε άνθρωπο, πολύ δε περισσότερο για τον Χριστιανό, βρίσκεται και επιτυγχάνεται μέσα από την αυταπάρνηση και την αυτοθυσία, μέσα δηλαδή από την άσκηση και την εφαρμογή της εντολής της Αγάπης.

Το δεύτερο στοιχείο που απαιτείται, μετά την άρνηση του εαυτού μας, προκειμένου να είμαστε γνήσιοι μαθητές του Χριστού, είναι να σηκώσουμε με προθυμία το σταυρό μας. Αν ο Χριστός αγόγγυστα και οικιοθελώς σήκωσε τον Σταυρό Του, μας προσκαλεί σήμερα κι εμείς να σηκώσουμε τον δικό μας σταυρό, εφαρμόζοντας στην πράξη την πρώτη προϋπόθεση, δηλαδή την αυταπάρνηση. Η ζωή δεν έχει χαρακτηριστεί τυχαία σαν κυματώδες πέλαγος και σαν Γολγοθάς. Για τον καθένα μας υπάρχουν δυσκολίες και δοκιμασίες. Και κάθε φορά που καλούμαστε να αρνηθούμε τον εαυτό μας για την αγάπη του Θεού και του πλησίον, μοιάζει σαν ένας σταυρός, που οφείλουμε να σηκώσουμε με προθυμία, με υπομονή και προπαντός με πίστη.

Κι αφού σηκώσουμε το σταυρό μας, ας ακολουθήσουμε το Χριστό. Αυτό είναι και το τρίτο σημείο που ο ίδιος μάς τονίζει. Ας μη δειλιάσουμε, ας μην καταβληθούμε από τους κόπους, αλλά με καρτερικότητα ας Τον ακολουθήσουμε στον ανηφορικό δρόμο του Γολγοθά και ας σταυρωθούμε μαζί με τον Χριστό, σταυρώνοντας τα πάθη και τις επιθυμίες μας, όπως χαρακτηριστικά λέει ο απόστολος Παύλος. Γιατί απλά, μετά το Γολγοθά ακολουθεί η Ανάσταση, η Ζωή και η όντως χαρά.

Ας ακολουθήσουμε λοιπόν όλοι τον Χριστό στην πορεία τη σταυρική, ας απαρνηθούμε τον εαυτό μας, ας σηκώσουμε το σταυρό μας και ας ανέβουμε μαζί Του στο Γολγοθά. Γιατί, όπως ο ίδιος βεβαιώνει στο τέλος της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής, αν δειλιάσουμε και ντραπούμε και Τον αρνηθούμε, τότε και ο ίδιος θα μας αρνηθεί κατά την ημέρα της Κρίσεως, ενώπιον του Θεού και των αγίων Αγγέλων. Αν δειλιάσουμε και ρίξουμε το σταυρό μας ή χειρότερα, αν ακούσουμε τον πειρασμό και κατέβουμε από τον σταυρό, τότε θα τα έχουμε χάσει όλα. Ο Χριστός όμως πάλι μάς ενθαρρύνει λέγοντας ότι όποιος δεν πτοηθεί και Τον ακολουθήσει με πίστη και με υπομονή, θα νικήσει τελικά τον ίδιο το θάνατο και θα ζει αιώνια με τον Αρχηγό της Ζωής, τον Χριστό, όχι μόνο στην αιωνιότητα αλλά και από την παρούσα ζωή.

«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»

ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΛΟΥΚΑ

Κυριακή 23η Σεπτεμβρίου 2012

 

Στη σημερινή Ευαγγελική περικοπή ο Ευαγγελιστής Λουκάς μάς περιγράφει την κλήση του Πέτρου, του Ιακώβου και του Ιωάννη. Ο Χριστός, αφού χρησιμοποίησε το πλοίο του Πέτρου για να κηρύξει στο λαό, τον διατάζει να ρίξει στη θάλασσα το δίχτυ. Κι εκείνος, παρά τον κόπο της προηγούμενης νύχτας, που μάλιστα δεν είχε αποδώσει καρπούς, από σεβασμό και υπακοή προς τον Διδάσκαλο έριξε τα δίχτυα στη θάλασσα και έπιασε τόσα πολλά ψάρια, που ήρθαν και ο Ιάκωβος με τον Ιωάννη με το δικό τους πλοίο να βοηθήσουν στην ανέλκυση των ψαριών, που γέμισαν και τα δύο πλοία σε βαθμό που σχεδόν να βυθίζονται. Μπροστά σε τούτο το αδιαμφισβήτητο θαύμα, που γέμισε δέος και κατάπληξη όλους τους ψαράδες, ο Πέτρος πέφτει και προσκυνεί τον Ιησού. Και ο Κύριος τον καλεί στο εξής να γίνει αλιέας ανθρώπων, να γίνει δηλαδή μαθητής Του και απόστολος του Ευαγγελίου. Χωρίς δεύτερη σκέψη, τόσο ο Πέτρος όσο και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, παράτησαν στην ακτή και τα πλοία τους και τα ψάρια και ακολούθησαν τον Χριστό, αποδεχόμενοι την πρόσκληση που τους έκαμε.

Στην διήγηση αυτή βλέπουμε κάποια στοιχεία της προσωπικότητας των αγίων Αποστόλων, τα οποία όχι μόνο διέκρινε ο Χριστός προκειμένου να τους προσκαλέσει να γίνουν μαθητές Του, αλλά αποτελούν και απαραίτητες προϋποθέσεις για τον καθένα μας, προκειμένου να είναι και να λογίζεται χριστιανός. Και αυτά δεν είναι άλλα από την απλότητα της καρδιάς, την υπακοή στο θέλημα του Θεού, την πίστη και την προθυμία.

Ο Χριστός ζητάει από τον Πέτρο να ρίξει πάλι τα δίκτυα στη θάλασσα. Ο απλός ψαράς της Γεννησαρέτ με απλότητα, χωρίς να προβάλλει αντιρρήσεις ότι είναι αδύνατον τέτοια ώρα να πιάσουν ψάρια, υπακούει στην προτροπή του Χριστού. Χωρίς να σκεφτεί τον κόπο, πρόθυμα «χαλάει» το δίχτυ και όταν βλέπει το μέγεθος του θαύματος, με πίστη πέφτει και προσκυνεί τον Χριστό. Η Πίστη του πάλι είναι που του υπαγορεύει, όπως και στους άλλους δύο φίλους του ψαράδες, πρόθυμα και χωρίς ενδοιασμό να εγκαταλείψουν τα πάντα και να ακολουθήσουν τον Διδάσκαλο.

Αν κοιτάξουμε την ιστορία της Εκκλησίας θα διαπιστώσουμε ότι τα στοιχεία αυτά, η πίστη δηλαδή, η απλότητα, η υπακοή και η προθυμία, είναι κοινά σε όλους τους αγίους, σε όλους εκείνους τους ανθρώπους που έβαλαν πάνω από τον εαυτό τους το Χριστό και την Εκκλησία. Είναι τα χαρακτηριστικά εκείνα που τους επέτρεψαν να ζουν και να κινούνται επάνω στη γη και παράλληλα να είναι πολίτες του Ουρανού. Είναι τα στοιχεία εκείνα που έχουμε όλοι μας ανάγκη προκειμένου να μη χάνουμε τον προσανατολισμό μας μέσα στον ωκεανό της ζωής και της βιοπάλης και να μην καταποντιζόμαστε από την καθημερινότητα.

Η ζωή μας χρειάζεται πίστη. Χωρίς την πίστη στο Θεό, ο κάθε άνθρωπος τελικά μένει μόνος του επάνω στη γη, έρμαιο των περιστάσεων και των πειρασμών του βίου. Χωρίς την πίστη δεν έχει ούτε πυξίδα στη ζωή του, ούτε άγκυρα, δεν έχει δηλαδή ούτε προσανατολισμό αλλά ούτε και στήριγμα από το οποίο να παίρνει δύναμη. Και η πίστη δεν είναι μια αφηρημένη έννοια, αλλά η βεβαιότητα ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Θεάνθρωπος Σωτήρας μας, ο φίλος μας και ο αδελφός μας.

Χωρίς πάλι την απλότητα της καρδιάς ούτε η πίστη μπορεί να εδραιωθεί ούτε το θαύμα στη ζωή μας να γίνει. Αν αρχίσουμε να αμφιβάλλουμε και να διερωτόμαστε για τα μυστήρια του Θεού, αν προσπαθούμε με τα δικά μας μέτρα να κρίνουμε και να κατανοήσουμε το θέλημά Του, αν αρχίσουμε να αμφιβάλλουμε ότι είναι δίπλα μας και ότι έχει τη δύναμη να πραγματοποιήσει το θαύμα στη ζωή μας, τότε τίποτα δεν μπορεί να γίνει. Αν δεν έχουμε την παιδική απλότητα να δεχτούμε ότι για τον Θεό τα πάντα είναι δυνατά, τότε δυστυχώς και η ίδια μας η πίστη σταδιακά θα εξασθενεί και θα χαθεί.

Η υπακοή και η προθυμία πάλι είναι αλληλένδετες. Ο Χριστός μάς καλεί όλους να Τον ακολουθήσουμε, να γίνουμε μαθητές Του, να ακούσουμε τον λόγο Του και να Τον μιμηθούμε στην πορεία Του μέσα στον κόσμο, που συχνά δεν Τον δεχόταν και δεν Τον δέχεται, να συσταυρωθούμε μαζί Του, να ζήσουμε τέλος μαζί Του το φως και τη χαρά της Αναστάσεως. Δεν μάς υποχρεώνει, αλλά δείχνει το δρόμο σε αυτούς που θέλουν να Τον ακολουθήσουν. Άρα η υπακοή στο θέλημα του Θεού μπορεί να εννοηθεί μόνο όταν γίνεται με προθυμία, όχι καταναγκαστικά, ούτε από φόβο, αλλά με ζέση ψυχής, με χαρά, με διάθεση αγωνιστική.

Όλα αυτά τα στοιχεία, πίστη, απλότητα, υπακοή στο θέλημα του Θεού και προθυμία, είναι τα απαραίτητα εφόδια για τη ζωή μας. Είναι εκείνα που δεν θα μας αφήσουν να αποπροσανατολιστούμε μέσα στην κακία και τους πειρασμούς του κόσμου, και θα μας οδηγήσουν στο φώς του Χριστού. Αρκεί να θέσουμε τον Χριστό ως πρώτη επιλογή στη ζωή μας και να μιμηθούμε τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, οι οποίοι «ἀφέντες πάντα ἠκολούθησαν αὐτῷ».

«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ

Κυριακή 30η Σεπτεμβρίου 2012

 

Σήμερα ο Κύριος μάς ομιλεί, μέσα από την περικοπή του Ευαγγελίου του Λουκά, για την εντολή της αγάπης. Και ξεκινά προτέποντάς μας να συμπεριφερόμαστε στους συνανθρώπους μας όπως ακριβώς επιθυμούμε και οι άλλοι να συμπεριφέρονται προς εμάς, δηλαδή μας λέει ότι αν θέλουμε οι άνθρωποι να μάς αγαπάνε, να μάς σέβονται, να μάς συγχωρούν, τότε κι εμείς πρώτοι θα πρέπει να είμαστε άνθρωποι της αγάπης. Γιατί, συνεχίζει, αν αγαπάτε αυτούς που σας αγαπούν, όπως κάνουν οι αμαρτωλοί, και κάνετε καλό μόνο σε εκείνους που σας φέρονται καλά, τότε μέσα σας δεν υπάρχει η χάρις του Θεού. Αν δανείζετε σ’ εκείνους από τους οποίους περιμένετε να έχετε απολαβές, όπως κάνουν οι αμαρτωλοί, τότε η αγάπη γίνεται αντικείμενο δοσοληψίας, τότε η φιλανθρωπία είναι ιδιοτελής, τότε δεν υπάρχει αγάπη, αλλά συμφέρον και εγωισμός. Γι΄ αυτό, πάλι μας προτρέπει, να αγαπάτε τους εχθρούς σας, και να πράττετε το αγαθό και να δανείζετε χωρίς να περιμένετε σε καμία ανταπόδοση, και τότε ο μισθός σας θα είναι πολύς, και θα είστε γνήσια παιδιά του Υψίστου, μιας που ο ίδιος ο Θεός ευεργετεί ακόμα και τους αχάριστους και πονηρούς ανθρώπους. Να είστε ελεήμονες, καταλήγει στο λόγο Του ο Χριστός, όπως ελεήμων είναι και ο Πατέρας σας.

Με τους λόγους αυτούς ο Κύριος αναλύει πρακτικά τι σημαίνει η αγάπη προς τον πλησίον, και την διαστέλλει από κάθε ενέργεια που αποβλέπει στο συμφέρον μας. Η αγάπη δεν είναι για το Χριστό μια κίνηση που εξαρτάται από τη συμπεριφορά των άλλων γύρω μας, αλλά αντλεί την καταγωγή της και τη δύναμή της από τον ίδιο το Θεό. Γι αυτό και η νέα εντολή, η μοναδική εντολή της Καινής Διαθήκης, είναι το «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», καθώς σ’ αυτή στηρίζονται και ο Νόμος και οι Προφήτες, και κάθε έκφραση της εν Χριστώ ζωής. Ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος θα μάς πει ότι η αγάπη, η ευσπλαγχνία και η φιλανθρωπία προς τους αδελφούς μας, είναι θεώνυμες και θεομίμητες πράξεις, και πραγματώνουν το καθ’ ομοίωσιν μέσα μας. Και ο Μέγας Βασίλειος, σημειώνει ότι ο άνθρωπος, δεν είναι ούτε άγριο ζώο, ούτε πλασμένος για να ζει μόνος του, αλλά ως κοινωνικό όν έχει ανάγκη να επικοινωνεί με τους άλλους ανθρώπους, να αγαπά και να εισπράττει αγάπη. Γι αυτό και ο Κύριος δίνει την σαφή εντολή της προς αλλήλους αγάπης, και θέλοντας να διεγείρει την ψυχή μας προς την πραγμάτωση της αληθινής κοινωνίας με τον πλησίον, μάς λέει ότι σημάδι ότι είμαστε γνήσιοι μαθητές Του είναι όχι η θαυματουργία, αλλά η αγάπη. Δεν ζήτησε ο Χριστός από τους Αποστόλους να κάνουν σημεία και θαύματα, παρόλο που ο ίδιος τούς έδωσε αυτή την δωρεά και χάρη, αλλά ταυτίζει την αγάπη προς τον πλησίον μα την αγάπη προς τον ίδιο το Θεό. Επείνασα, μας λέει, και μου δώσατε να φάω, και τα λοιπά. Και τούτο, επειδή η αγάπη προς τον πλησίον και η αγάπη προς τον Θεό είναι αλληλένδετες, και η μία τροφοδοτεί και ενισχύει την άλλη.

Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο, μέσα στην ανθρώπινη ατέλεια και αδυναμία μας, και έχοντας ανάγκη να εισπράξουμε την αγάπη των συνανθρώπων μας, την αποδοχή τους, την κατανόησή τους, να αντιλαμβανόμαστε την αγάπη ως μια κίνηση συναισθηματική, που περιορίζεται σε ένα στενό κύκλο ανθρώπων γύρω μας, και συχνά μεταβάλλεται, ανάλογα με τη συμπεριφορά τους. Όμως για τον Χριστό η αγάπη είναι κοινωνία προσώπων, και επειδή ως κοινωνία προσώπων και ως σχέση ενότητας με τον συνάνθρωπο και με τον Θεό δεν μπορεί να υπάρξει με όρους ιδιοτελείς, το χαρακτηριστικό της γνώρισμα δεν είναι η αντιπροσφορά, αλλά η προσφορά δίχως ανταλλάγματα, χωρίς κατ’ ανάγκη να περιμένουμε την ανταπόδοση των άλλων. Πιο απλά, αν περιμένουμε όλοι μας πρώτα οι άλλοι να μάς φερθούν με αγάπη, ώστε κι εμείς να πράξουμε ανάλογα, τότε μοιραία οι άνθρωποι αποξενωνόμαστε μεταξύ μας, κλεινόμαστε στο Εγώ μας και ζούμε από τώρα την απομόνωση, την προσωπική μας Κόλαση. Οι κοινωνίες μας συχνά χαρακτηρίζονται ως απρόσωπες, οι άνθρωποι κυκλοφορούμε στους δρόμους ως μονάδες μέσα στο πλήθος, απομονωμένοι, σκυθρωποί, δίχως ενδιαφέρον για τον πλησίον, δίχως πραγματική αγάπη μέσα μας.

Γι αυτό και ο Χριστός μάς προτρέπει σήμερα να περάσουμε από την παθητική εγωιστική στάση στην ενεργητική και πραγματική έκφραση της αγάπης, που πρώτη προσφέρει και προσφέρεται και θυσιάζεται για τον κάθε άνθρωπο, ακόμα και γι αυτόν που μάς έχει βλάψει ή μάς μισεί. Παράδειγμα, οδηγός και βοηθός στην προσπάθειά μας αυτή είναι ο ίδιος, που ως ο Θεός αγαπά και τους δικαίους και τους αδίκους, και έγινε άνθρωπος και έπαθε για τις δικές μας αμαρτίες, παρόλο που δεν το αξίζαμε και δεν μάς το χρωστούσε, και Αναστήθηκε χαρίζοντας σε όλους εμάς την προοπτική της όντως Ζωής και Ανάστασης και χαράς πνευματικής, που μόνο η σταυρωμένη αγάπη μπορεί να πραγματώσει, μέσα μας και γύρω μας.

 

π. Χ.Β.

© Copyright 2023 Ιερά Μητρόπολις Παροναξίας Back To Top