Ἡ Παναγία τῆς Φλουριᾶς εἶναι ἕνα μικρό ἐρειπωμένο ἐξωκλήσιο, πού βρίσκεται στήν ὁμώνυμη τοποθεσία (1), στούς πρόποδες τοῦ λόφου Κέφαλος (2), ἀνατολικά τοῦ χωριοῦ Μάρπησσα. Πρόκειται γιά ἕνα παλαιό φράγκικο ἐξωκλήσιο, τό ὁποῖο παρουσιάζει τήν ἑξῆς παραλλαγή τοῦ ρυθμοῦ τῆς μονόκλιτης βασιλικῆς, στήν ὁποία ἀνήκει: Ἐνῶ ἔχει τήν μορφή τήν ὁποία ἔχουν, συνήθως, οἱ ναοί τοῦ ρυθμοῦ αὐτοῦ, παρουσιάζει διαφορά στή διαμόρφωση τῆς ἀνατολικῆς πλευρᾶς του. Συγκεκριμένα, στή θέση τοῦ ἱεροῦ, ἔχει, ἀντί μία, δύο κόγχες, μία μεγάλη τετράγωνη, ἀριστερά, πού ἐξέχει ἀπό τό σῶμα τοῦ ναοῦ, κατά 2,10μ. καί καλύπτεται μέ σταυροθόλιο ἀπό πωρόλιθους καί μία δεύτερη, δεξιά, μικρότερη, ἡμικυκλική, πού εἶναι σκαμμένη στό πάχος τοῦ ἀνατολικοῦ τοίχου τοῦ ναοῦ. Ἔχουμε, λοιπόν, στό ἐξωκλήσιο αὐτό, τήν περίπτωση ἑνός μονόκλιτου καμαροσκέπαστου ἐξωκλησίου, τό ὁποῖο ἔχει δύο κόγχες ἱεροῦ, πού προορίζονταν προφανῶς, γιά ὁμόστεγη λειτουργία τῶν καθολικῶν καί τῶν ὀρθοδόξων. Ἡ περίπτωση αὐτή, μοναδική στήν Πάρο, εἶναι συνηθισμένη σέ ἄλλα νησιά τῶν Κυκλάδων καί ἰδιαίτερα στήν Τῆνο (3). Στήν Πάρο, γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς ανάγκης τῆς ταυτόχρονης λατρείας τοῦ ὀρθόδοξου μέ τόν καθολικό κλῆρο, ἀντί τῆς παραλλαγῆς τοῦ μονόκλιτου ναοῦ, πού περιγράψαμε παραπάνω, κατασκευάσθηκαν δίκλιτοι ναοί, εἴτε ἀπ' εὐθείας, εἴτε μέ τήν προσθήκη δεύτερου πλάγιου κλίτους, σέ ἐπαφή μέ ἐκεῖνο πού ὑπῆρχε ἀρχικά (4). Τέτοιας μορφῆς παρεκκλήσια καί ἐξωκλήσια, περιγράψαμε σέ ὅλα, σχεδόν, τά Δημοτικά Διαμερίσματα τοῦ νησιοῦ. Ἐπειδή τό ἰδιότυπο, γιά τήν Πάρο, φράγκικο ἐξωκλήσιο, γιά τό ὁποῖο γίνεται λόγος, κινδύνευε μέ κατάρρευση καί ἀφανισμό, ἡ 2η Ἐφορεία Βυζαντινῶν καί Μεταβυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων, πραγματοποίησε ἐργασίες στερεώσεως, σ' αὐτό, τό δέ Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ, μέ δύο Προεδρικά Διατάγματα, τό ἔχει κηρύξει ἱστορικό διατηρητέο μνημεῖο (5). (ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ) 1. Ἡ προσωνυμία Φλουριά προέρχεται ἀπό λαϊκή παράδοση τῆς ἐποχῆς τῆς φραγκοκρατίας, σύμφωνα μέ τήν ὁποία, στήν τοποθεσία αὐτή βρέθηκε τήν ἐποχή ἐκείνη, μεγάλο βρέσιμο: Ἕνα μεγάλο καζάνι γεμᾶτο φλουριά (λίρες). 2. Ὁ λόφος Κέφαλος ὀνομάσθηκε Ἅγιος Ἀντώνιος, ἀπό τήν μικρή ὁμώνυμη μονή πού κτίσθηκε τόν καιρό τῆς τουρκοκρατίας, στήν κορυφή τοῦ λόφου, στή θέση τοῦ παλαιοῦ φράγκικου κάστρου. 3. Ἀναστ. Ὀρλάνδου, ΑΒΜΕ, τόμ. Θ, τ. 2, 1961, σελ. 137. 4. Ἀναστ. Ὀρλάνδου, ὅ.π., σελ. 145. 5. ΦΕΚ 209/Β/17 - 3 - 1989 καί ΦΕΚ 426/Β/3 - 7 - 1992.