ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή H΄ Ματθαίου
3 Αυγούστου 2025
Σχίσματα και παρατάξεις
Μάς συμβουλεύει σήμερα ο απόστολος Παύλος, αγαπητοί μου αδελφοί, να έχουμε ομοφωνία μέσα στην Εκκλησία και όχι σχίσματα, μιας που είμαστε όλοι κατηρτισμένοι στον ίδιο νου και στην ίδια γνώμη. Αφορμή για την παρότρυνση αυτή παίρνει από τις έριδες στις οποίες είχε εμπλακεί η εκκλησία της Κορίνθου, με αποτέλεσμα άλλος να λέει ότι είναι του Παύλου, άλλος του Απολλώ, άλλος του Πέτρου, άλλος του Χριστού. Έχει κομματιαστεί ο Χριστός; αναρωτιέται ο απόστολος· μήπως σταυρώθηκε ο Παύλος για σάς; ή μήπως βαπτιστήκατε στο όνομα του Παύλου; Στη συνέχεια ευχαριστεί τον Θεό επειδή δεν βάπτισε κανέναν στην Κόρινθο, παρεκτός από τον Κρίσπο και τον Γάιο και τον οίκο του Στεφανά, ούτως ώστε να μη μπορεί κανείς να πει ότι βάπτισε στο δικό του όνομα· αιτιολογεί δε τη στάση του λέγοντας ότι ο Χριστός δεν τον έστειλε να βαπτίζει αλά για να κηρύττει το Ευαγγέλιο, και μάλιστα όχι με τη θύραθεν σοφία, ώστε να μην ελαττωθεί η σημασία της σταυρικής θυσίας του Χριστού.
Τα σχίσματα αποτελούν μεγάλη πληγή για την Εκκλησία, διότι διαφθείρουν την ενότητά της· «Αν οι Εκκλησίες ήταν η κάθε μια ολόκληρη», μάς εξηγεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «τότε θα είχαμε πολλά συστήματα· και όπου υπάρχουν σχίσματα, και το ένα έχει διαφθαρεί. Γιατί όταν το ολόκληρο διαιρεθεί σε πολλά, όχι μόνο δεν γίνεται πολλά, αλλά και το ένα χάνεται. Τέτοια είναι η φύση των σχισμάτων»[1].
Και ο Μέγας Βασίλειος μάς λέει ότι αιτία των σχισμάτων δεν είναι μόνο η διαφορά περί την πίστη, αλλά η φιλονικία μεταξύ των ανθρώπων· γιατί, όταν έχουμε την ίδια πίστη, αλλά δεν είμαστε ενωμένοι με τον σύνδεσμο της αγάπης και προτιμά ο μεν τον ένα κι ο άλλος τον άλλο, τότε δεν οφείλονται τα σχίσματα στην πίστη αλλά στην φιλονικία. Γι αυτό και μάς συμβουλεύει να συμφωνούμε όχι μόνο κατά την πίστη αλλά και κατά την γνώμη [2].
Σχίσματα, επομένως, δεν προκαλούν από μόνες τους οι αιρέσεις, αλλά η φιλαρχία που γεννά τη φιλονικία, τις έριδες, την προβολή κάποιων προσώπων, τη δημιουργία ομάδων και συνεπακόλουθα την διάρρηξη του συνδέσμου της αγάπης και της ενότητας της Εκκλησίας.
Ας έλθουμε όμως τώρα, αδελφοί, να μετρήσουμε τον εαυτό μας σύμφωνα με τα λόγια του αποστόλου. Συχνά καυχώμαστε επειδή γνωρίσαμε κάποιον «γέροντα» ή επειδή εξομολογούμαστε σε αυτόν ή έχουμε μαθητεύσει κοντά του. «Εγώ είμαι του τάδε», λέει ο ένας, «εγώ του δείνα» λέει άλλος, και νομίζουμε ότι αυτό μάς καθιστά καλύτερους χριστιανούς έναντι των άλλων. Λησμονούμε ότι βαπτιστήκαμε όλοι στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, ότι οφείλουμε τη σωτηρία μας στη φιλανθρωπία του Θεού και στην σταυρική θυσία και Ανάσταση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Κάποιοι πάλι, παλαιότερα και τώρα, συνιστούν - επίσημα ή ανεπίσημα – κάποιες θρησκευτικές ομάδες, ενώ κάποιοι άλλοι ανέχονται (αν δεν καλλιεργούν οι ίδιοι) τη συστράτευση ανθρώπων γύρω από το πρόσωπό τους. Αποτέλεσμα όλων αυτών των ομαδοποιήσεων είναι στην ου-σία ο κατακερματισμός της ενότητας της Εκκλησίας, δηλαδή του σώματος του Χριστού, η καλλιέργεια αισθήματος υπεροχής απέναντι στους λοιπούς αδελφούς χριστιανούς, και η αυτοανακήρυξη σε προστάτες και υπέρμαχους της γνήσιας πίστεως. Αιτία της η φιλαρχία, παρόλο που πρωτεργάτες και οπαδοί των σχισμάτων αυτών επικαλούνται την προάσπιση της πίστεως και την αλήθεια. Διότι έχει ήδη ψυγεί η αγάπη των πολλών και εκτοξεύονται μομφές προς πάσα κατεύθυνση· όπως τονίζει
- Μέγας Βασίλειος, «Ο καθένας παριστάνει τον Θεολόγο, ακόμα κι εκείνος που έχει στιγματίσει την ψυχή του με μύριες κηλίδες ... και μιά φοβερή αναρχία έχει ενσκήψει στους λαούς, εξ αιτίας αυτής της φιλαρχίας. Γι αυτό και οι παρακλήσεις των ποιμένων της Εκκλησίας παραμένουν άπρακτες και ανενεργείς, γιατί από τον τύφο της αμάθειας ο καθένας θεωρεί ότι δεν οφείλει να υπακούει αλλά να εξουσιάζει τους άλλους»[3].
- ρόλος των διδασκάλων της Εκκλησίας είναι να κηρύττουν το Ευαγγέλιο και να καθοδη-γούν τους ανθρώπους στον Χριστό. Χρέος όλων μας (γιατί και οι διδάσκαλοι έχουν ανάγκη οδηγού) είναι να τιμούμε τους διδασκάλους μας, να τούς μιμούμαστε στην πίστη και να υπακούμε στα κατά Θεόν λόγιά τους· «Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν πίστιν... Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες»[4].
Σημείο αναφοράς μας, αδελφοί, ας είναι ο Χριστός και μόνον, διαρκής αναζήτησή μας η μετάνοια, η πίστη, η αγάπη, η ειρήνη· «Εἰρήνην διώκετε μετὰ πάντων, καὶ τὸν ἁγιασμόν, οὗ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον»[5]. Ας μη παραδοθούμε, επομένως, στον πειρασμό της φιλονικίας και του σχίσματος, τον οποίο καυτηριάζει σήμερα ο απόστολος Παύλος· ας μη ζητούμε να προσδιορί-ζουμε εαυτούς και αλλήλους με ταμπέλες πέρα από το όνομα του Χριστού· ας εξετάζουμε την καρ- διά και τη διάνοιά μας με σκοπό όχι την αυτοδικαίωση, αλλά την καλλιέργεια της μετανοίας, την ενδυνάμωση της πίστης και την ενότητα πάντων διά της αγάπης του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αμήν.
------------------
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
- Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ερμνηνεία είς τήν Α' προς Κορινθίους επιστολή, PG 61.23: «Εἰ μὲν γὰρ Ἐκ-κλησίαι ἦσαν ὁλόκληροι͵ ἦν πολλὰ τὰ συστήματα· εἰ δὲ σχίσματα͵ καὶ τὸ ἓν διεφθάρη. Τὸ γὰρ ὁλόκληρον͵ ὅταν εἰς πολλὰ διαιρεθῇ͵ οὐ μόνον πολλὰ οὐ γίνεται͵ ἀλλὰ καὶ τὸ ἓν ἀπόλλυται. Τοιαύτη τῶν σχισμάτων ἡ φύσις». Η φύση των σχισμάτων, αν γίνει πλήρως κατανοητή, υπαγορεύει και τον τρόπο της αποκατάστασης της ενότητας της Εκκλησίας. Υπό το πρίσμα αυτό δεν μπορούμε ως Ορθόδοξοι να καυχώμαστε ότι κατέχουμε την ενότητα του πληρώματος του Χριστού ούτε να αναζητούμε την ένωση μέσα από παραδοχές περί πολλών Εκκλησιών, πολλώ δε μάλλον διυλίζοντας με ηγεμονική διάθεση τα περί θρόνων και Πρωτείων. Όμως αυτά δεν είναι του παρόντος.
- Ό.π.
- Μεγάλου Βασιλείου, ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ πρὸς τὸν ἐν ἁγίοις Ἀμφιλόχιον ἐπίσκοπον Ἰκονίου, κεφ. Λ', PG 30.77: «Εἷς δὲ ὅρος φιλίας͵ τὸ καθ΄ ἡδονὴν εἰπεῖν· καὶ ἔχθρας ἀρκοῦσα πρόφασις͵ τὸ μὴ συμβῆναι ταῖς δόξαις. Πάσης δὲ συνωμοσίας πιστότερον πρὸς κοινωνίαν στάσεως ἡ τοῦ σφάλματος ὁμοιότης. Θεο-λόγος δὲ πᾶς͵ καὶ ὁ μυρίαις κηλῖσι τὴν ψυχὴν στιγματίας. Ἐντεῦθεν τοῖς νεωτεροποιοῖς εὐπορία τῶν συστα-σιαζόντων πολλή. Τοιγαροῦν αὐτοχειροτόνητοι καὶ σπουδαρχίδαι τῶν ἐκκλησιῶν τὰς προστασίας διαλαγχάνουσι͵ τὴν οἰκονομίαν τοῦ ἁγίου Πνεύματος παρωσάμενοι. Καὶ παντελῶς ἤδη τῶν εὐαγγελικῶν θεσμῶν ἐξ ἀκοσμίας συγκεχυμένων͵ ἀμύθητος ὠθισμὸς ἐπὶ τὰς προεδρίας ἐστί͵ τῶν φανητιώντων ἑκάστου ἑαυτὸν εἰσποιεῖν τῇ προστασίᾳ βιαζομένου. Ἀναρχία δέ τις δεινὴ ἀπὸ τῆς φιλαρχίας ταύτης τοῖς λαοῖς ἐπεκώμασεν· ὅθεν ἄπρακτοι παντελῶς καὶ ἀργαὶ τῶν ἐπιστατούντων αἱ παρακλήσεις͵ οὐ μᾶλλον ἀκούειν τινὸς ἢ αὐτῷ ἄρ - χειν ἑτέρων ὀφειλόμενον εἶναι ἑκάστου διὰ τὸν ἐξ ἀμαθίας τῦφον λογιζομένου».
- Εβρ. 13.7,17
- Εβρ. 12.14-15
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή Θ΄ Ματθαίου
10 Αυγούστου 2025
Συνεργάτες του Θεού
Σήμερα ο απόστολος Παύλος, αγαπητοί αδελφοί χριστιανοί, μάς ονομάζει όλους συνεργάτες του Θεού στο χωράφι και στην οικοδομή του Θεού, δηλαδή στην Εκκλησία, που είμαστε όλοι μας, με κεφαλή τον Χριστό. Πράγματι, το χωράφι δεν είναι του γεωργού αλλά του κυρίου αυτού · ούτε
- οικοδομή ανήκει στον τεχνίτη αλλά στον οικοδεσπότη. Επομένως, εάν είμαστε οικοδομή δεν ωφελεί να είμαστε διασπασμένοι· κάτι τέτοιο ταιριάζει μάλλον στην παροιμία «λίθοι τε καὶ πλίνθοι καὶ ξύλα καὶ κέραμος ἀτάκτως ἐρριμμένα» [1]. Ομοίως, εάν είμαστε χωράφι του Θεού, δεν ωφελεί να διαιρούμαστε, αλλά να είμαστε περιστοιχισμένοι από τον ίδιο φράχτη. Ύλη συνδετική της οικοδομής και περιτοίχισμα του χωραφιού του Θεού δεν είναι άλλη από την ομόνοια, τονίζει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος [2].
Θεμέλιο της οικοδομής του Θεού, δηλαδή της Εκκλησίας, είναι ο Ιησούς Χριστός· κανείς δεν μπορεί να τοποθετήσει ως θεμέλιο κάποιον άλλο στη θέση του Χριστού ή δίπλα σε αυτόν. Γι αυτό μάς λέει ο Παύλος: «ορίστε, εγώ έθεσα τη σοφή βάση που είναι ο Χριστός, να ξέρετε όμως ότι άλλος είναι εκείνος που χτίζει επάνω στο θεμέλιο, γι αυτό ας προσέχει ο καθένας πώς χτίζει». Το χρέος της εποικοδόμησης της Εκκλησίας ανήκει μεν στους ποιμένες και διδασκάλους, αλλά και στον κάθε χριστιανό, ο οποίος καλείται να θέσει το δικό του υλικό, δηλαδή τα έργα του. Αν τα έργα μας είναι χρυσός ή ασήμι ή πολύτιμοι λίθοι ή ξύλα ή ή χόρτα ή καλάμια, θα το αποκαλύψει το πυρ της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου μας. Αν κάποιου το έργο παραμείνει αρραγές, αυτός θα σωθεί και θα λάβει μισθό παρά του Θεού· αν πάλι το έργο κάποιου κατακαεί, εκείνος θα ζημιωθεί και θα ζει στο αιώνιο πυρ.
- Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος εξηγεί ότι ο καθένας μας οφείλει να εξετάζει με προσοχή τον αγώνα της εν Χριστώ πολιτείας του: «Αυτό λέει ο απόστολος Παύλος: -Κατήγγειλα τον Χριστό, σάς παρέδωσα τον θεμέλιο λίθο, προσέξτε πώς χτίζετε επάνω σε αυτόν, εάν με κενοδοξία, εάν αποσπάτε τους μαθητές από τον Χριστό και τους προσκολλάτε σε ανθρώπους. Ας μη δίνουμε λοιπόν προσοχή στις αιρέσεις, γιατί κανείς δεν μπορεί να θέσει άλλον θεμέλιο λίθο από αυτόν που έχει ήδη τεθεί. Επάνω σε εκείνον, επομένως, ας οικοδομούμε και ας είμαστε θεμελιωμένοι, όπως το κλήμα είναι ενωμένο με την άμπελο, και ας μην υπάρχει τίποτα ανάμεσα σε εμάς και στον Χριστό· διότι εάν βρεθεί κάτι ενδιάμεσα, τότε αμέσως χαθήκαμε. Γιατί και το κλήμα από τη σύνδεσή του με την άμπελο τραβά τους θρεπτικούς χυμούς, και η οικοδομή στέκει ανάλογα με τη συγκολλητική ύλη που έχει τεθεί, η οποία εάν διαρραγεί τότε το οικοδόμημα γκρεμίζεται γιατί δεν έχει πού να στηριχτεί.
»Ας μην είμαστε λοιπόν απλά κοντά στον Χριστό, αλλά ας προσκολληθούμε σε αυτόν με τα έργα. Γιατί ο ίδιος λέει ότι “εκείνος που τηρεί τις εντολές μου μένει ενωμένος με εμένα”. Και μάς ενώνει με πολλά παραδείγματα, δες· αυτός είναι η κεφαλή, εμείς το σώμα· μήπως μπορεί να υπάρξει κενό διάστημα ανάμεσα στο κεφάλι και στο σώμα; Αυτός είναι ο θεμέλιος λίθος, εμείς η οικοδομή· αυ-τός η άμπελος, εμείς τα κλήματα· αυτός ο νυμφίος, εμείς η νύφη· αυτός είναι ο ποιμήν, εμείς τα πρόβατα· οδός εκείνος, εμείς οι βαδίζοντες· ναός πάλι εμείς, αυτός ο ένοικος· αυτός ο πρωτότοκος, εμείς οι αδελφοί· αυτός ο κληρονόμος, εμείς οι συγκληρονόμοι· αυτός η ζωή, εμείς οι ζωντανοί· αυτός είναι η ανάσταση, εμείς οι ανιστάμενοι· αυτός το φως, εμείς οι φωτιζόμενοι. Όλα αυτά φανερώνουν ένωση και δεν αφήνουν το παραμικρό κενό. Επειδή εκείνος που θα απομακρυνθεί λίγο, με την πάροδο του χρόνου θα απομακρυνθεί και πολύ. Γιατί και το σώμα διαφθείρεται, ακόμα και εάν δεχθεί μικρό χτύπημα από σπαθί, και η οικοδομή γκρεμίζεται ακόμα κι αν έχει μια μικρή ρωγμή, και το κλήμα γίνεται άχρηστο όταν αποκοπεί έστω και λίγο από τη ρίζα. Επομένως, αυτό το λίγο δεν είναι μικρό πράγμα αλλά σχεδόν το άπαν.
»Όταν λοιπόν πέσουμε σε κάποιο μικρό πλημμέλημα ή και ραθυμία, ας μην παραβλέψουμε το μικρό, γιατί αν δεν προσεχθεί, αυτό γίνεται μεγάλο. Έτσι ακριβώς και το ένδυμα που άρχισε να σχίζεται και παραμελήθηκε, μεγάλωσε το σχίσμα μέχρι τέλους· και η οροφή που έχασε μερικά κεραμίδια και παραβλέφθηκε, κατεδάφισε ολόκληρο το σπίτι. Έχοντες αυτά κατά νου, ας μη καταφρονούμε ποτέ τα μικρά, ώστε να μη πέσουμε στα μεγάλα· κι αν παρ' ελπίδα τα παραβλέψουμε και πέσουμε στο βάθος των κακών, ας μην έχουμε απόγνωση επειδή βρεθήκαμε εκεί, ώστε να μη πέσουμε σε σκοτισμό του νου. Γιατί είναι λοιπόν δύσκολο να ανέλθει από εκεί όποιος δεν έχει πολλή νήψη [...] Αλλά και ο Θεός βοηθά, γιατί δεν θέλει τον θάνατο του αμαρτωλού αλλά την επιστροφή του. Να μην έχει λοιπόν κανείς απόγνωση, να μην έχει κανείς αυτό το πάθος των ασεβών [...] Επομένως, ακόμα και εάν έχεις έλθει σε κάθε κακία, πες στον εαυτό σου “ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και επιθυμεί τη σωτηρία μου. Εάν οι αμαρτίες σας είναι σαν την πορφύρα, θα τις κάνω πιο καθαρές κι από το χιόνι, λέει, και θα σάς μεταστήσω στην αντίθετη συνήθεια”. Ας μην απαγορεύσουμε λοιπόν (την μετάνοια), γιατί δεν είναι τόσο κακό η πτώση, όσο το να παραμένουμε στην πτώση· ούτε είναι τόσο κακό να τραυματισθεί κανείς, όσο να μη θέλει να θεραπευθεί από τα τραύματά του» [3].
Έχοντας υπόψη μας όλα αυτά, αδελφοί χριστιανοί, ότι δηλαδή είμαστε συνεργάτες του Θε-ού στο έργο της οικοδομής του σώματος της Εκκλησίας αλλά και της δικής μας σωτηρίας και τελειώσεως, ας έχουμε νήψη, μετάνοια και διάκριση, ώστε η κάθε μας σκέψη και το κάθε μας έργο να αντανακλά τη λάμψη λίθων πολυτελών και πολύτιμων μετάλλων, τα οποία λαμπρύνουν και ομορφαίνουν τον κόσμο αλλά και τον οίκο της καρδιάς μας, ο οποίος είναι ναός προορισμένος για κατοικία του Θεού. Αμήν.
-------------
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
- Ξενοφώντος, Απομνημονεύματα 3.1. Η φράση αποδίδεται στον Σωκράτη.
- PG 61.72
- PG 61.72-73
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή Ι΄ Ματθαίου
17 Αυγούστου 2025
Μιμητές των αποστόλων
Σήμερα, αδελφοί χριστιανοί, μάς παρακινεί ο απόστολος Παύλος να τόν μιμηθούμε. «Εμάς τους αποστόλους» λέει, «ο Θεός μάς ανέδειξε εσχάτους, σαν να έχουμε καταδικαστεί σε θάνατο, γιατί έχουμε γίνει θέαμα στον κόσμο και για τους ανθρώπους και για τους αγγέλους. Εμείς λογιζόμαστε ανόητοι για τον Χριστό, εσείς όμως φρόνιμοι· εμείς ασθενείς, σείς όμως ισχυροί· εσείς ένδοξοι, εμείς όμως άτιμοι. Μέχρι τώρα πεινάμε και διψάμε και είμαστε γυμνοί, μάς χαστουκίζουν, μετακινούμαστε από τόπο σε τόπο και κοπιάζουμε χειρωνακτικά στην δική μας εργασία. Ενώ μάς βρίζουν, ευλογούμε· μάς καταδιώκουν και υπομένουμε· μάς συκοφαντούν και παρακαλούμε γιʼ αυτούς. Έχουμε γίνει σαν τα αποβράσματα του κόσμου, σκουπίδια για όλους, μέχρι τώρα. Δεν τα γράφω αυτά για να σάς επιπλήξω, αλλά σάς νουθετώ σαν παιδιά μου αγαπημένα· επειδή, ακόμα κι αν έχετε χιλιάδες παιδαγωγούς εν Χριστώ, όμως δεν έχετε πολλούς πατέρες· γιατί εγώ σάς γέννησα εν Χριστώ δια του Ευαγγελίου. Σάς παρακαλώ, λοιπόν, να με μιμηθείτε».
Πολλές αντιθέσεις και άλλα τόσα διδάγματα περικλείουν τα λόγια τούτα, που αφορούν στην αντίθεση του κοσμικού φρονήματος και του αναγεννημένου εν Χριστώ ανθρώπου. Πράγματι, για τον κόσμο έχουν αξία οι τιμές, η δόξα, η σοφία, η δύναμη, ο πλούτος, οι απολαύσεις· για να τα αποκτήσουν αυτά οι άνθρωποι, πολλές φορές δεν διστάζουν να προβούν σε ενέργειες άδικες ή ανήθικες ή ακόμη και να ασκήσουν βία. Ο Χριστός, όμως, διδάσκει την ειρήνη, την ταπεινοφροσύνη, την αγάπη, την συγχώρεση, την καθαρότητα του βίου, την απλότητα, την φιλανθρωπία· πράγματα και αξίες που ο κόσμος και το κοσμικό φρόνημα περιφρονεί, θεωρεί ανούσια και τιποτένια, και μαζί με αυτά κι αυτούς που τα πρεσβεύουν. Γι αυτόν τον λόγο διώχθηκαν οι απόστολοι και σχεδόν όλοι, εκτός από τον ευαγγελιστή Ιωάννη, βασανίστηκαν και θανατώθηκαν για τον Χριστό.
- άνθρωπος που ζει σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού γίνεται θέαμα και για τους ανθρώπους και για τους αγγέλους. Για τους ανθρώπους, επειδή είναι αξιοπερίεργο και εν πολλοίς αδιανόητο να περιφρονεί κανείς τις τιμές και τα επίγεια αγαθά, να συκοφαντείται και να λέει καλά λόγια, να καταδιώκεται και να υπομένει, να εργάζεται και να βγάζει τα προς το ζην με τίμιο τρόπο, να περπατεί στην γη και να ζει βίο επουράνιο. Αλλά και για τους αγγέλους, επειδή για να ζήσει την κατά Χριστόν ζωή, αγωνίζεται καθημερινά ενάντια στον παλαιόν άνθρωπο, σε έναν πόλεμο αόρατο με τις δυνάμεις και τις αρχές του σκότους, με τα πνεύματα της πονηρίας και τον προαιώνιο εχθρό του Θεού και του ανθρώπου.
Γι αυτό και μάς προτρέπει ο απόστολος Παύλος, όταν ακολουθούμε τον Χριστό να διατηρούμε ταπεινό το φρόνημά μας και να μην νομίζουμε ότι είμαστε σοφοί, ή δυνατοί ή ένδοξοι· πολλώ δε μάλλον να μην περιμένουμε να μάς θεωρεί ο κόσμος ως τέτοιους, απεναντίας μάλλον. Γιατί «οἵδαμεν ὅτι ὲκ τοῦ Θεοῦ ἐσμέν· καί ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» [1] και δεν πρόκειται να πάψει να σκέφτεται και να κρίνει με τα κοσμικά κριτήρια, ούτε θα σταματήσει ποτέ να αντιμάχεται τον Θεό και τους ανθρώπους που ακολουθούν το θέλημά Του. Πράγματι, αν μελετήσουμε την ιστορία, θα διαπιστώσουμε ότι μέχρι σήμερα δεν έχουν σταματήσει οι διωγμοί κατά των χριστιανών, άλλοτε με την βία και τον θάνατο και άλλοτε με διάφορα τεχνάσματα και μεθοδείες του πονηρού.
Το πιο ύπουλο ανάμεσα στα όπλα του πονηρού είναι η εκκοσμίκευση, δηλαδή η αλλοίωση του υγιούς φρονήματος των πιστών, γιατί είναι δυσδιάκριτο, αφού προφασίζεται την ευσέβεια και με ευλογοφανείς προφάσεις βαφτίζει την αμαρτία ως αρετή. Κρύβει, για παράδειγμα, την φιλαργυ-
ρία με το ένδυμα της αποταμίευσης, δήθεν «για μια ώρα ανάγκης»· δικαιολογεί την σκληροκαρδία και την μνησικακία ως «δικαιοσύνη»· και με πρόφαση την φιλοξενία, καλλιεργεί την κοιλιοδουλία και την πολυτέλεια. Ο Κύριος, όμως, μάς λέει να μην θησαυρίζουμε θησαυρούς επί της γης, να συγχωρούμε τα πάντα, να ευεργετούμε όσους μάς αδικούν, να αγαπάμε όσους μάς εχθρεύονται, να λέμε καλά λόγια για όσους μάς συκοφαντούν και να μην μεριμνάμε τί θα φάμε ή τί θα πιούμε ή τί θα ντυθούμε αύριο.
Αλλά το κυριότερο στο οποίο μάς καλεί σήμερα, αδεφοί χριστιανοί, ο απόστολος Παύλος, είναι να τόν μιμηθούμε στο ρωμαλέο φρόνημα, στην διάθεση δηλαδή να κακοπαθήσουμε για την αγάπη του Χριστού. Εμείς πάλι, μάθαμε να ζούμε σε μια κοινωνία ανεκτική ή και αδιάφορη απέναντι στους χριστιανούς, και κάθε φορά που νιώθουμε ότι οποιαδήποτε παρέμβαση θίγει την «ευσέβειά μας» σπεύδουμε να διαμαρτυρηθούμε· κάποιοι, μάλιστα, απαιτούν η κοσμική εξουσία να περιβάλλει τις επιταγές του Ευαγγελίου με την ισχύ του νόμου. Φαίνεται λησμονούμε ότι «ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια· κατὰ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος» [2]. Γι’ αυτό και το παράδειγμα των αδελ-φών μας στη Συρία, που πρόσφατα δολοφονήθηκαν μέσα στο ναό κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας, φαντάζει στα μάτια μας ως κάτι το ξένο και απόμακρο· το ίδιο και ο τρόπος που αντιμετώπισαν το συμβάν οι εκεί πιστοί, όταν την επόμενη μέρα, στον ίδιο χώρο, κατά την εξόδιο ακο-λουθία των αδελφών τους έψαλαν με ένα στόμα και μια ψυχή το «Χριστός ανέστη» και διακήρυξαν ότι δεν φοβούνται και ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν την πατρογονική τους γη.
Προκειμένου να μην χάνουμε το θάρρος μας, ο Κύριος ήδη μάς έχει προειδοποιήσει: «Αν σάς μισεί ο κόσμος, να γνωρίζετε ότι πρώτα από εσάς εμένα μίσησε. Επειδή όμως δεν ανήκετε στον κόσμο, αλλά εγώ σάς εξέλεξα από τον κόσμο, γι’ αυτό ο κόσμος σάς μισεί. Να θυμάστε τα λόγια μου· δεν υπάρχει δούλος μεγαλύτερος από τον κύριό του· εάν με κατεδίωξαν, κι εσάς θα σάς καταδιώξουν· αν τήρησαν τον λόγο μου, και τον δικό σας θα τηρήσουν» [3]. Και πάλι: «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἔξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» [4]. Αμήν.
------------------
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
- Α’ Ιω. ε´, 19.
- Γαλ. ε´, 22-23.
- Ιω. ιε’, 18-20
- Ιω. ιστ’, 33
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή ΙΑ΄ Ματθαίου
24 Αυγούστου 2025
Παρακίνηση σε φιλοτιμία*
Μάς διδάσκει σήμερα ο απόστολος Παύλος, αδελφοί χριστιανοί, να παραιτούμαστε από κάποια δικαιώματά μας, προκειμένου να μη σκανδαλίσουμε τον αδελφό μας, προκαλώντας εμπόδια στη σωτηρία του. Για τον σκοπό αυτό φέρνει ως παράδειγμα τον εαυτό του. «Νομίζετε», λέει, «ότι δεν έχουμε εξουσία ο Βαρνάβας κι εγώ να μην εργαζόμαστε για την τροφή μας; ποιος κατατάσσεται στον στρατό με δικά του τροφεία; ποιος φυτεύει αμπέλι και δεν τρώει από τους καρπούς του; ή ποιος έχει κοπάδι με πρόβατα και δεν πίνει από το γάλα; αλλά και στον νόμο του Μωυσή γράφει “να μη φιμώσεις το βόδι που αλωνίζει”. Μήπως ενδιαφέρεται ο Θεός να νομοθετήσει για τα βόδια;
- μήπως τα λέει για μάς; Γιατί για μάς γράφτηκε, επειδή οφείλει εκείνος που οργώνει να οργώνει με ελπίδα και εκείνος που αλωνίζει να μετέχει στην ελπίδα του (που απέδωσε καρπούς) πάλι με ελπίδα (των μελλόντων αγαθών). Επομένως, εάν εμείς σπείραμε τα πνευματικά, είναι μεγάλο ζήτημα άμα θερίσουμε από τα υλικά; Ο λόγος όμως που δεν το κάναμε ήταν για να μη σάς σκανδαλίσουμε, δίνοντας τέλος στην κατήχησή σας στο Ευαγγέλιο του Χριστού».
- πρώτη ανάγνωση των λόγων του αποστόλου Παύλου αφορά στους κήρυκες του Ευαγγελίου, στους ποιμένες και διδασκάλους της Εκκλησίας. Είναι θεμιτό να τρέφονται από τις προσφορές των πιστών, στα χρειώδη δηλαδή. Γιατί δεν είπε ότι ο γεωργός θησαυρίζει, ούτε ότι ο στρατιώτης πλουτίζει, ούτε ότι καταναλώνει όλο το γάλα των προβάτων. Και πάλι, ενώ είναι θεμιτό, δεν είναι πάντα προς το συμφέρον, ειδικά όταν σκανδαλίζονται οι πλέον αδύναμοι αδελφοί μας. Ωστόσο, τα λόγια αυτά αφορούν και όλους μας τους πιστούς χριστιανούς· μάς λέει, δηλαδή, να μην περιφρονούμε εκείνους που τυχόν σκανδαλίζονται, για να μην προδώσουμε την δική μας σωτηρία. Ας μη δικαιολογούμαστε δηλαδή ότι δεν απαγορεύεται κάτι που σκανδαλίζει τον άλλο, και ας προ-τάξουμε την αγάπη, υποχωρώντας στο όποιο δικαίωμά μας. Γιατί ο Κύριος συνεκέρασε τις εντολές του με πολλή επιείκεια, ώστε να ασκούμαστε σε πολλές αρετές, όχι μόνο από προσταγή αλλά και με δική μας βούληση. Έτσι, ενώ εξήρε την παρθενία λέγοντας «ὁ δυνάμενος χωρεῖν, χωρεῖτω» [1], εν τούτοις δεν την επέβαλλε και στον πλούσιο είπε: «εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι» [2].
Εμείς, όμως, όχι μόνο δεν φιλοτιμούμαστε ούτε υπερβαίνουμε τις εντολές, αλλά υπολειπόμαστε πολύ ακόμα και από το μέτρο των εντολών του Χριστού. Προτιμούμε να αποταμιεύουμε χρήματα, παρά να ελεούμε τους φτωχούς· να τρώει ο σκόρος τα ρούχα μας, παρά να ενδυθεί ο γυμνός· καταναλώνουμε όλο τον χρόνο μας σε πράγματα ανούσια, και αφήνουμε την ψυχή μας να λιμοκτονεί από Χριστό. Ποιός το λέει αυτό; οι πράξεις μας. Μήπως δεν μάς έχει κυριεύσει η τυραννία της φιλαργυρίας; Γι αυτό δεν αγωνιούμε μήπως χάσουμε τα λεφτά μας, μη μάς τα πάρουν οι τράπεζες ή μη μας τα φορολογήσει το κράτος; Παραθέτουμε τραπέζια σε ανθρώπους συκοφάντες και ληστές, προκειμένου να κερδίσουμε κάτι από την εξουσία που διαθέτουν, και αφήνουμε τους φτωχούς να πεινούνε. Εμείς κατασκευάζουμε τους συκοφάντες και τους ληστές και τους μηχανορράφους, και μάλιστα με τον πλούτο που συνάξαμε με τόσον ιδρώτα.
Αλλά, θα πει κανείς, αυτοί προφασίζονται την πείνα και την ασθένεια, για να κερδίσουν χρήματα. Πρώτον, από τη στιγμή, αδελφέ, που η ζωή σου δε συμβαδίζει με το Ευαγγέλιο, δε νομίζεις ότι δεν σου αρμόζει να κρίνεις τους άλλους, αλλά μάλλον να κριθείς εσύ; Έπειτα, οι περισσότεροι που ζητιανεύουν το κάνουν όντως από ανάγκη και εξαθλίωση. Αλλά κι αν κάποιος υποκρίνεται - πόσο μεγάλη εξαθλίωση είναι να υποκρίνεται κανείς ότι έχει ανάγκη ενώ στην πραγματικότητα δεν έχει, η υποκρισία εκείνου γίνεται κήρυκας της δικής σου απανθρωπιάς. Γιατί λησμονείς την υπόσχεση του Θεού που λέει “δώσε ελεημοσύνη και σού δίνω την βασιλεία των ουρανών”. Ας μη νομίσουμε, πάλι, ότι κάνουμε ελεημοσύνη, όταν ταλαιπωρούμε φραστικά τον επαίτη
- τού δώσουμε τον οβολό μας με υπεροψία· γιατί ελεημοσύνη σημαίνει να δίνουμε απλόχερα και με χαρά. Κι αν πάλι κανείς πει ότι «έχει η Εκκλησία και οφείλει να θρέψει τους φτωχούς», αυτό δεν αναιρεί το δικό μας χρέος· γιατί αν δώσω εγώ, εσύ δεν σώζεσαι. Άρα, επειδή οφείλουν να δίνουν οι ιερείς, εμάς μάς εξαιρεί το Ευαγγέλιο; Ή μήπως επειδή οι ιερείς προσεύχονται στις εκκλησιές κάθε μέρα, εμείς δεν έχουμε χρέος να προσευχόμαστε; Ακόμα και εάν υποπτευόμαστε κάποιον ιερέα, ας κάνουμε απευθείας πράξη την ελεημοσύνη που με τις δικές μας εισφορές θα μπορούσε εκείνος να κάνει.
Ας μην προβάλλουμε, αδελφοί, τέτοιου είδους προφάσεις, αλλά δίπλα στην περιουσία της Εκκλησίας ας γράψουμε και τα πλήθη των πτωχών και των ασθενών και κάθε είδους παροχές που προσφέρει σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Σε κάθε περίπτωση, η τυχόν αβελτηρία των άλλων, κληρικών ή λαϊκών, δεν αποτελεί δικαιολογία για την δική μας αμέλεια και άρνηση. Γι αυτό, ας μην εξετάζουμε τον έναν και τον άλλον, εάν όντως έχει ανάγκη ή εάν κάνει το καθήκον του· αλλά, αφού αφήσουμε αυτά κατά μέρος, ας ασχοληθεί ο καθένας μας με τον εαυτό του, για τον οποίο και θα δώσει λόγο στον Θεό. Ας απλώσουμε πλουσιοπάροχα τα χέρια μας στους αδελφούς μας που έχουν ανάγκη, έχοντας την ελπίδα μας όχι στα υλικά αγαθά αλλά στον φιλάνθρωπο και δωρεοδότη Θεό. Αμήν.
------------------
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
- Το κήρυγμα αυτό αποτελεί παράφραση της ερμηνείας του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου στην αποστολική περικοπή. Συνιστώ και παρακαλώ τους αδελφούς κληρικούς που ασχολούνται με το κήρυγμα αλλά και κάθε πιστό αδελφό χριστιανό, να διαβάζουν τις ερμηνείες του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, οι οποίες αποτελούν θησαυρό ανεξάντλητο και πάντα επίκαιρο. Κυκλοφορούν άλλωστε και σε μετάφραση.
[1] Ματθ. θ´, 19.
[2] Ματθ. ιθ´, 21.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή ΙΒ΄ Ματθαίου31 Αυγούστου 2025
Η σκηνή του Λόγου
- Η αγία μας Εκκλησία εορτάζει σήμερα, αδελφοί χριστιανοί, την κατάθεση της Τιμίας Ζώνης της Υπεραγίας Θεοτόκου στον ναό που είχε ανεγερθεί προς τιμήν της στην συνοικία Χαλκοπρατεία της Κωνσταντινουπόλεως. Το αποστολικό ανάγνωσμα της εορτής, το οποίο ακούσαμε νωρίτερα, αναφέρεται στην Σκηνή του Μαρτυρίου, η οποία αποτελεί προτύπωση της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπως θα δούμε στην συνέχεια. Η Σκηνή του Μαρτυρίου, μάς λέει ο απόστολος Παύλος, ήταν διπλή· η πρώτη σκηνή, στην οποία ήταν τοποθετημένα η επτάφωτη λυχνία και η τράπεζα και η πρόθεση που προσέφεραν τους άρτους, ονομάζονταν «Άγια». Στη συνέχεια ήταν το καταπέτασμα και μετά από αυτό η δεύτερη σκηνή, τα «Άγια των Αγίων», όπου ήταν τοποθετημένα το χρυσό θυμιατήριο και η Κιβωτός της Διαθήκης, ολόγυρα επενδυμένη με χρυσό, μέσα στην οποία φυλάσσονταν οι πλάκες με τις Δέκα Εντολές, η ράβδος του Ααρών που είχε βλαστήσει και μία χρυσή στάμνα που περιείχε μάνα, ενώ στο πάνω μέρος την επεσκίαζαν δύο ολόχρυσα χερουβείμ. Και στην μεν πρώτη σκηνή εισέρχονταν πάντοτε οι ιερείς και επιτελούσαν την λατρεία του Θεού, ενώ στην δεύτερη εισέρχονταν μία φορά τον χρόνο μόνο ο αρχιερέας, αφού πρώτα είχε θυσιάσει κάποια ζώα, προσφέροντας το αίμα τους ως εξαγνισμό δικό του αλλά και του λαού.
Αν στην Παλαιά Διαθήκη ο μέγιστος θησαυρός ήταν ο Νόμος και οι Προφήτες, και ο νόμος, όπως είδαμε, φυλάσσονταν στην Κιβωτό της Διαθήκης και επιστεγάζονταν από τα ομοιώματα των χερουβείμ, στην Καινή Διαθήκη την θέση τους παίρνει ο Λόγος του Θεού, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο οποίος είναι «τό πλήρωμα τῶν προφητῶν καί τοῦ νόμου» [1], «ὁ καθήμενος ἐπὶ τῶν Χερουβίμ» [2], και «ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς» [3]. Η δέ πρώτη κιβωτός της Καινής Διαθήκης, η οποία εβάσασε τον Κύριο, δεν είναι άλλη από την Παναγία. Γι’ αυτό, στους μεν Χαιρετισμούς ψάλλουμε: «Χαῖρε, κιβωτέ χυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι», και ο υμνωδός σήμερα αναφωνεί: «Σὺ κιβωτός, τοῦ νοητοῦ ἁγιάσματος χρηματίζεις, Ἄχραντε πανύμνητε...».
Αλλά και τα άλλα στοιχεία της Κιβωτού της Διαθήκης αποτελούν προτυπώσεις της Υπεραγίας Θεοτόκου· η Παναγία είναι η λυχνία του νοητού φωτός, είναι η στάμνα η χρυσή που έφερε μέσα της το μάνα της ζωής, είναι η μυστική ράβδος που βλάστησε τον θεάνθρωπο Χριστό. Γι αυτό και στον Ακάθιστο ύμνο ψάλλουμε: «χαῖρε λυχνία καὶ στάμνε μάνα φέρουσα, τὸ γλυκαῖνον, τὰ τῶν εὐσεβῶν αἰσθητήρια», και πάλι: «ἡ ῥάβδος ἡ μυστική, ἄνθος τὸ ἀμάραντον ἡ ἐξανθήσασα, χαῖρε Δέσποινα, δι' ἧς χαρὰς πληρούμεθα καὶ ζωὴν κληρονομοῦμεν».
Είναι πάμπολλες οι προτυπώσεις της παλαιάς Διαθήκης που αναφέρονται στην Παναγία, αλ-λά ας περιοριστούμε σε αυτές που το σημερινό ανάγνωσμα ανακαλεί στην μνήμη μας. Όλα αυτά δεν αποτελούν επιτεύγματα των δικών της δυνάμεων, αλλά είναι αποτέλεσμα της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος. «Χαῖρε, κιβωτέ χυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι»· όπως η παλαιά κιβωτός, κατασκευασμένη από ξύλο, είχε επιχρυσωθεί από τον κατάλληλο τεχνίτη, έτσι και η νέα κιβωτός, η Υπεραγία Θεοτόκος, αφού διετήρησε τον εαυτό της καθαρό από κάθε ρύπο και αφού δέχτηκε με ταπείνωση και υπακοή το θέλημα του Θεού που της μετέφερε ο αρχάγγελος Γαβριήλ, χρυσώθηκε με την πα-ρουσία του Αγίου Πνεύματος και έχινε η πύλη που συνέδεσε τον Ουρανό με την γη, τον κτιστό και φθαρτό άνθρωπο με τον άκτιστο και άφθαρτο και προαιώνιο Θεό.
Αλλά κιβωτός του Χριστού και δοχείο και ναός του Αγίου Πνεύματος, γινόμαστε όλοι μας, όταν καθαρίζουμε τον έσω άνθρωπο, με το μυστήριο της ιεράς Εξομολογήσεως, και μετέχουμε της Θείας Ευχαριστίας, και με την βιοτή μας όλη, δηλαδή με τις σκέψεις και με τα έργα μας, δεν φυγαδεύουμε την χάρη του Θεού από την ζωή μας. «Δεν γνωρίζετε», ρωτά ο απόστολος Παύλος, «ότι είστε ναός του Θεού και το Άγιο Πνεύμα κατοικεί μέσα σας;» [4]. Αλλά και ο Χριστός μάς είπε: «ἰδοὺ γὰρ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστιν» [5]. Επομένως, ο λόγος για τον οποίο προβάλλει
- αγία μας Εκκλησία σήμερα την Υπεραγία Θεοτόκο, δεν είναι άλλος παρά να μάς υπενθυμίσει τις αρετές της και τον τρόπο της ζωής της, ώστε κι εμείς να την μιμηθούμε στην πίστη, στην ταπείνωση, στην υπακοή στο θέλημα και στον λόγο του Θεού. Ο Θεός σκορπά απλόχερα τις δωρεές και την χάρη του Αγίου Πνεύματος, ο σαρκωθείς Υιός και Λόγος του Θεού. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, προσφέρεται καθημερινά, είναι η τροφή και η ζωή όλου του κόσμου, είναι εδώ, μέσα μας, και μάς καλεί να Τόν υποδεχτούμε με ταπείνωση, με πίστη, με αγάπη.
- κόσμος, αγαπητοί αδελφοί, αναζητά ανάπαυση, ειρήνη, ασφάλεια, δικαιοσύνη, και τα διεκδικεί με κάθε τρόπο: με διαβήματα, με κινήματα, με νόμους, με τα λόγια, πολλές φορές ακόμα και με τη βία. Όλα αυτά, όμως δεν είναι ανθρώπινα επιτεύγματα, αλλά είναι δώρα του Θεού, και δεν εκβιάζονται, αλλά προσφέρονται από τον Θεό σε όλους· όμως, αλοίμονο, δεν μπορούν ούτε όλοι να τα δουν, ούτε όλοι να τα γευτούν. Η Παναγία δεν είπε πολλά, μία μόνο φράση διασώζει το Ευαγγέλιο: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου» [6], και έγινε η κιβωτός της Καινής Διαθήκης. Την αποδοχή του θελήματος του Θεού μάς δίδαξε και ο Χριστός, όταν μάς έμαθε να λέμε στην Κυριακή Προσευχή: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου· ἐλ-θέτω ἡ βασιλεία σου· γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς» [7].
Ας ακολουθήσουμε, λοιπόν, το παράδειγμά της Υπεραγίας Θεοτόκου, για να γευτούμε την χαρά και ευφροσύνη της Βασιλείας του Θεού μέσα μας από τον παρόντα ήδη βίο, και ας ψάλλουμε μαζί με τον υμνωδό τα εξής: «Ῥάβδος ἡ τὸ ἄνθος τῆς ζωῆς ἀναβλαστήσασα, σὺ εἶ ἡ πάντων χαρά, ἡ πολυτίμητος, Ἄχραντε, μυροθήκη ἡ τοῦ Πνεύματος, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, τῶν ἀρωμάτων πηγή, ἐξ ἧς μύρον τῶν ἰαμάτων ἐκβλύζει ἡ θεία σορός» [8]. Αμήν.
------------------------
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
- Θ. Λειτουργία Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου. Πρβλ. Ματθ. ε´, 17: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι».
- Ψαλμ. 98, 1.
- Ιω. στ´, 51.
- «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;». Α' Κορ. γ´, 16.
- Λουκ. ιζ´, 21.
- Λουκ. α´, 38.
- Ματθ. στ´, 9-10.
- Κανών της εορτής, ωδή η’.
π. Χ.Β.














