ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή Γ΄ Λουκά (Λουκ. ζ΄ 11-16)
7-10-2018
Στην περιοδεία την οποία έκανε ο Κύριός μας αδελφοί μου, στα πλαίσια της διδασκαλίας του για τον ερχομό του καινούριου κόσμου δηλαδή της Βασιλείας του Θεού, πραγματοποίησε διάφορα θαύματα.
Ένα από αυτά μας παρουσίασε σήμερα ο Ευαγγελιστής Λουκάς, το θαύμα της αναστάσεως του υιού της χήρας της Ναϊν και όπως ακούσαμε ο Κύριος καθώς πήγαινε να κηρύξει στη συγκεκριμένη πόλη ακολουθούμενος από τους μαθητές του και από πολύ κόσμο, συνάντησε μια πένθιμη πομπή, μια χήρα μάνα που με σπαρακτικούς θρήνους συνόδευε το μονάκριβο παιδί της στην τελευταία του κατοικία. Μπροστά στο δράμα αυτής της πονεμένης γυναίκας, που μετά τον άνδρα της ήρθε η δύσκολη και σκληρή ώρα να θάψει και τον μονάκριβο υιό της σε νεαρή κι όλας ηλικία, ο Χριστός τη σπλαχνίστηκε και της είπε «μην κλαις». Τα λόγια αυτά του Κυρίου μας δεν ήταν σαν τα λόγια τα παρηγορητικά που λέγανε οι συγγενείς και οι φίλοι, αλλά ήταν λόγια τα οποία έκριβαν ελπίδα, ήταν λόγια αληθινά, πατρικά που άγγιζαν την καρδιά της πικραμένης μάνας, ήταν το βάλσαμό της. Συνεχίζοντας βλέπουμε πως ο Κύριός μας πλησίασε τη σωρό και είπε «νεαρέ, σε σένα μιλάω, σήκω» και ο μέχρι την ώρα εκείνη νεκρός ανεκάθισε και άρχισε να μιλάει και ο Χριστός τον έδωσε στη μητέρα του, και από εκείνη τη στιγμή, τα πικρά δάκρυα του πόνου και της στεναχώριας έγιναν δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης.
Το μυστήριο του θανάτου αγαπητοί μου είναι φοβερό και συγκλονιστικό γεγονός. «Όντως φοβερότατον το του θανάτου μυστήριον», ψάλουμε στην Νεκρώσιμο Ακολουθία. Ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα είναι μια συγκλονιτική στιγμή, αλλά και μια συνταρακτική ομολογουμένως θα λέγαμε εμπειρία για τους ανθρώπους που αποχωρίζονται το αγαπημένο τους πρόσωπο είτε αυτό είναι από το οικογενειακό, είτε από το φιλικό περιβάλλον, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τον φοβούνται, καθώς με τον ερχομό του βυθίζονται στη θλίψη και στο πένθος. Ο θάνατος είναι αυτός ο οποίος ανατρέπει τα σχέδιά μας και αλλάζει τη ζωή μας. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας λέει χαρακτηριστικά: «Ου γαρ θάνατος αμαρτίας έτεκεν, αλλά αμαρτία θάνατον ημίν εγέννησε· θάνατος δε αμαρτίας γέγονε φάρμακον», δηλαδή ότι δεν χρειάζεται να φοβόμαστε και να τρέμουμε το θάνατο, αλλά τήν αμαρτία η οποία δημιούργησε το θάνατο αφού ο θάνατος έγινε το φάρμακο κατά της αμαρτίας.
Είναι όντως αγαπητοί μου φοβερό το μυστήριο του θανάτου, αλλά για τον άνθρωπο ο οποίος έχει πραγματικά σωστή σκέψη και κατευθύνεται από την ελπίδα των μελλοντικών αγαθών, αντιμετωπίζει τον θάνατο με διαφορετικό τρόπο. Ο δίκαιος, δηλαδή, που βαδίζει στο δρόμο του Θεού και καθημερινά περιμένει να μπει στη βασιλεία Του, δεν ταράζεται, δεν αναστατώνεται, δεν στενοχωριέται όταν έρχεται αντιμέτωπος με το θάνατο, αλλά επειδή πραγματικά πιστεύει στην αιωνιότητα γίνεται γι’ αυτόν όπως μας λέει ο Κύριός μας μια ευχάριστη μετάβαση «από του θανάτου εις την ζωή», και αυτό συμβαίνει επειδή από τότε που ο Χριστός με τον δικό του θάνατο νίκησε τον Άδη, ο θάνατος έγινε πέρασμα, ένα πέρασμα από τον μάταιο και ψεύτικο αυτό κόσμο που ζούμε στον άλλο κόσμο, στην αληθινή και αιώνια ζωή.
Αδελφοί μου, κάθε άνθρωπος έχει στο μυαλό του το θάνατο και είναι γεγονός πως οι περισσότεροι από εμάς τον φοβόμαστε. Όμως ο χριστιανός ο οποίος αγωνίζεται και ελπίζει στο έλεος του Θεού, δεν φοβάται το θάνατο, αλλ’ αντιθέτως τον νικά και τον νικά με ένα και μοναδικό τρόπο, θανατόνωντας καθημερινά τα δικά του πάθη και τις δικές του αμαρτωλές επιθυμίες, στοιχεία τα οποία δημιουργούν καθημερινά τον πνευματικό του θάνατο, τον απομακρύνουν ουσιαστικά από την Ζωή, δηλαδή τον ίδιο τον Θεό. Αίτιος του θανάτου όμως δεν είναι ο Θεός, διότι εκείνος είναι Θεός αγάπης, συγχωρήσεως και συγκαταβάσεως. Αίτιος του θανάτου είναι ο άνθρωπος δια μέσω του οποίου εισήλθε ο θάνατος στον κόσμο, δηλαδή μέσω του παραπτόματός του και αυτός στην ουσία εχθρεύεται την αγάπη του Θεού. Επέτρεψε ο Θεός τον θάνατο όπως μας λεέι χαρακτηριστικά ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος για έναν και μοναδικό λόγο «ίνα μη το κακό αθάνατον γένηται», για να μη γίνει δηλαδή το κακό αθάνατο και μας καλεί αγαπητοί μου η Εκκλησία να κάνουμε τον δικό μας αγώνα, έναν αγώνα κατά του κακού εαυτού μας, ξεκινώντας από σήμερα κι όλας μια νέα πορεία προς τη θέωση, προς την ένωση μας με τον Θεό, προσδοκώντας συγχρόνως ανάστασιν νεκρών και ζωή του μέλλοντος αιώνος, αμήν.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή Δ΄ Λουκά (Σπορέως)
14-10-2018
Πολλές φορές αδελφοί μου, ο Χριστός μίλησε με παραβολές προς τους μαθητές του και προς τον λαό ο οποίος τον ακολουθούσε, προκειμένου να διδάξει τις αλήθειες περί της Βασιλείας του Θεού.
Έτσι στην σημερινή ευαγγελική περικοπή μάς μίλησε για ένα γεωργό ο οποίος πήγε στο χωράφι του για να σπείρει τον σπόρο του, και άλλοι σπόροι έπεσαν στο δρόμο και καταπατήθηκαν από τους διαβάτες και τους κατέφαγαν τα πουλιά του ουρανού, άλλοι έπεσαν σε πετρώδες έδαφος και αφού φύτρωσαν, επειδή δεν είχαν υγρασία ξεράθηκαν, άλλοι πάλι έπεσαν σε σπόρους αγκαθιών και όταν βλάστησαν τους έπνιξαν τα αγκάθια, και άλλοι έπεσαν στην εύφορη γη, την αγαθή γη και έκαναν καρπό εκατό φορές περισσότερο.
Την ερμηνεία αυτής της παραβολής μάς τη δίνει αγαπητοί μου ο ίδιος ο Χριστός στη συνέχεια της περικοπής: Σπόρος μας λέει είναι ο λόγος του Θεού που σπείρεται στις καρδιές των ανθρώπων, άρα όπως καταλαβαίνουμε γεωργός είναι ο ίδιος ο Θεός και έδαφος το οποίο σπείρεται ο θείος λόγος είναι οι ψυχές των χριστιανών. Σε όλους σπείρεται ο λόγος του Θεού, δυστυχώς όμως λίγες ψυχές είναι έτοιμες να δεχθούν αυτό τον λόγο, κι αυτό διότι οι περισσότερες είναι σκληρές και ακανθώδεις. Παρατηρούμε δε ότι παρομοιάζει στη συνέχεια ο Κύριος τα τέσσερα είδη γης με τις κατηγορίες των ακροατών, ανάλογα δηλαδή με την πνευματική κατάσταση που βρίσκεται ο κάθε ένας μας.
Στην πρώτη κατηγορία της πατημένης γης ανήκουν οι άνθρωποι εκείνοι οι αδιάφοροι. Μοιάζουν με το χώμα το οποίο πατήται καθημερινά και σκληραίνει και λόγω της σκληρότητας αυτής δεν μπορούν να δεχθούν μέσα τους τον σπόρο της αγάπης του Θεού και έτσι εύκολα διακρίνεται στο έδαφος και τα πουλιά του ουρανού μόλις τον δουν ορμούν να το φάνε. Έτσι είναι οι καρδιές των ανθρώπων αυτών, αδιαφορούν πλήρως, ακούνε μεν τον λόγο του Θεού, αλλά δεν τους αγγίζει, δεν περνάει μέσα τους κι αυτό διότι τον ακούνε επιφανιακά.
Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν εκείνοι οι οποίοι ακούν μεν μετά χαράς το λόγο του Θεού, αλλά δυστυχώς με τον πρώτο πειρασμό, με την πρώτη δυσκολία λυγίζουν, και δυστυχώς πολλές φορές μεταβάλλεται η διάθεσή τους απέναντι στο Θεό και από ευσεβείς καταλήγουν να γίνονται ασεβείς ακόμη και άπιστοι, κι αυτό επειδή δεν έχουν ρίζα πνευματική και με τον πρώτο παραστράτημα μαραίνονται και ξηραίνονται.
Στη τρίτη κατηγορία στη γη την ακανθώδη διαφέρουν τα πράγματα. Οι άνθρωποι αυτής της κατηγορίας δεν είναι σαν τους ανθρώπους των δύο πρώτων κατηγοριών. Σ’ αυτή την περίπτωση ο σπόρος βλαστάνει, αλλά λίγο πριν την καρποφορία μαραίνεται, διότι συμπνίγονται τα βλαστάρια από τα αγκάθια. Κι αυτά τα αγκάθια αγαπητοί μου δεν είναι άλλα από τις μέριμνες τις βιοτικές, απ’ τις πρόσκαιρες απολαύσεις του μάταιου αυτού κόσμου που λίγο έως πολύ ο κάθε ένας μας τις αναζητεί και επιθυμεί να τις γευθεί. Το άγχος που υπάρχει στους ανθρώπους της εποχής μας, η μεγάλη ταχύτητα με την οποία τα πάντα κυλούν στην καθημερινότητά μας, όλα αυτά είναι τα αγκάθια τα οποία διαφθείρουν την ψυχή και πνίγουν κάθε αγαθή διάθεση και προαίρεση για μια πνευματική ζωή.
Στη τελευταία κατηγορία, στην αγαθή γη ανήκουν οι χριστιανοί με την εύφορη ψυχή. Στις καρδιές αυτών των ανθρώπων δεν μπορεί να κάνει απολύτως τίποτα ο διάβολος, κι αυτό διότι μέσα τους κατοικεί ο ίδιος ο Θεός και αυτή την ευλογία την ξεχωριστή την απέκτησαν μετά από χρόνο, μετά από κόπο, μετά από δάκρυα μετανοίας και κυρίως μετά από υπομονή.
Αδελφοί μου, αν προσπαθήσει ο καθένας μας να κατατάξει τον εαυτό του σε κάποια απ’ τις κατηγορίες που μας ανέφερε ο Κύριος σήμερα, σίγουρα θα δυσκολευτεί να καταλάβει σε ποια ακριβώς ανήκει, κι αυτό επειδή άλλοτε βρισκόμαστε στη μια πνευματική κατάσταση και άλλοτε στην άλλη. Η ζωή είναι είναι ένας καθημερινός αγώνας χωρίς τέλος στον οποίο πρέπει να είμαστε όλοι οπλισμένοι με την αρετή της υπομονής. Ας προσπαθήσουμε να καλλιεργήσουμε την ψυχή μας το υπερπολίτιμο αυτό δώρο του Θεού την υπομονή ερευνώντας συγχρόνως σε βάθος μέσω της ιεράς εξομολογήσεως την καρδιά μας και ας κάνουμε τη ψυχή μας ένα έδαφος γόνιμο στο οποίο θα επιτρέψουμε να έρθει ο γεωργός δηλαδή ο Θεός να σπείρει μέσα μας τον θείο σπόρο του, αμήν.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή ΣΤ’ Λουκά (Λουκ. η΄ 27-39)
21-10-2018
Ένα ακόμη θαύμα του Κυρίου, μας περιέγραψε στη σημερινή ευαγγελική περικοπή αδελφοί μου ο ευαγγελιστής Λουκάς. Όταν ο Κύριος έφτασε στη πόλη των Γεργεσηνών συνάντησε έναν άνθρωπο δαιμονισμένο, ο οποίος ήταν δυστυχής, γυμνός και καταπληγωμένος, γυρνούσε σαν αγρίμι στα βουνά και κοιμόταν όχι σε σπίτι αλλά στα μνήματα. Τα δαιμόνια αμέσως αναγνώρισαν στο πρόσωπο του Χριστού τον Θεό και από εκείνη την ώρα έπαψαν να εξουσιάζουν τον Γαδαρηνό και έγιναν παρακλητικοί, ζητώντας του να τους επιτρέψει να εισέλθουν σε μια αγέλη χοίρων. Στις παρακλήσεις αυτές των δαιμόνων συγκατατίθεται ο Κύριός μας και ευθύς οι χοίροι έπεσαν με ορμή στον γκρεμό και σκοτώθηκαν. Το θαύμα ήταν συγκλονιστικό, ο δαιμονιζόμενος ελευθερώθηκε από τα δαιμόνια και ξαναβρήκε τη χαρά και τη γαλήνη. Ωστόσο, ενώ θα περίμενε κανείς ευγνωμοσύνη από τους κατοίκους της περιοχής, αντί να θαυμάσουν και να πιστέψουν στην μεγαλοσύνη του Θεού, τους βλέπουμε να έρχονται και να παρακαλούν τον Χριστό «όπως μεταβή από των ορίων αυτών», κι αυτό διότι οι άνθρωποι εκείνοι έγιναν δέσμιοι του συμφέροντός τους.
Ίσως αγαπητοί μου η ιστορία του δαιμονιζόμενου να μας φαίνεται λίγο παράξενη, ίσως αν θέλετε φανταστική. Είναι όμως γεγονός πως όλοι μας ερχόμαστε αντιμέτωποι καθημερινά με τις δαιμονικές ενέργειες του διαβόλου. Πολλές φορές μας επηρεάζει το νου, μπερδεύεται στη ζωή μας προτρέποντάς μας να κινούμαστε ενάντια στο θέλημα του Θεού, κι αυτό διότι μέσα από τα πάθη που βρίσκει στη σκέψη μας κινεί τους πονηρούς λογισμούς οι οποίοι όταν συγκατατεθούμε γίνονται αμαρτωλές πράξεις οι οποίες μας απομακρύνουν από την ζεστή και πατρική αγκαλιά Του Θεού και μας απογυμνώνουν από την Χάρη Του. Ο άνθρωπος αυτός συναντήθηκε με τον Κύριο και το αποτέλεσμα ήταν το θαύμα, ήταν η θεραπεία του. Μια συνάντηση η οποία ήταν αρκετή για να ελευθερωθεί από την τυραννοία του διαβόλου. Μια συνάντηση την οποία ο καθένας μας χρειάζεται να κάνει, χρειάζεται να συναντηθούμε αδελφοί μου με τον Χριστό κοντά στον οποίο θα βρει η ψυχή μας την γαλήνη και την ηρεμία που αναζητεί μέσα στη βαβούρα και στο χάος της εποχής μας, κι αυτό φυσικά θα επιτευχθεί μόνο μέσα στην Εκκλησία. Θα επιτευχθεί με την συμμετοχή μας στη Μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας και κυρίως μέσα από το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως και της Θείας Ευχαριστίας το οποίο συνιστά την ζώσα παρουσία του Χριστού στον κόσμο και συγκροτεί εν Πνεύματι Αγίω όλο τον θεσμό της Εκκλησίας.
Όμως και εμείς παρ’ ότι μπορεί να συναντήσουμε τον Θεό, παρ’ ότι μπορεί να ζήσουμε το θαύμα, όταν δούμε πως κλονίζονται τα προσωπικά μας συμφέροντα, τότε αρνούμαστε τον Χριστό, τον διώχνουμε απ’ την ζωή μας, απομακρυνόμαστε από κοντά του μένοντας προσκολλημένοι στα πρόσκαιρα και ψεύτικα του μάταιου αυτού κόσμου.
Αδελφοί μου, μέσα σ΄αυτή την άστατη κατάσταση μας ως χριστιανοί δεν πρέπει να απελπιζόμαστε, Μέσα σ’ αυτό τον πόλεμο του εσωτερικού μας κόσμου υπάρχει η δυνατότητα της ειρήνης και της αγαλλίασης, κι αυτό διότι ο Θεός ως Πατέρας αληθινός και στοργικός, δεν μας εγκαταλείπει ποτέ. Ως Θεός ισχυρός, ως Θεός εξουσιαστής, ως Θεός άρχων ειρήνης γνωρίζει πολύ καλά ποια είναι τα όρια μας και πάντοτε βρίσκει τρόπους να επεμβαίνει στη ζωή μας και να μας στέλνει ανθρώπους οι οποίοι έγιναν μέτοχοι των δωρεών της αγάπης Του, προκειμένου να μας επαναφέρουν στο σωστό μονοπάτι, αυτό της αληθείας και της ορθής πίστεως. Αυτό ακριβώς έκανε και στη περίπτωση σήμερα του δαιμονιζόμενου στη περιοχή των Γαδαρηνών. Ο άνθρωπος αυτός έζησε το θαύμα της αγάπης του Θεού και ο Κύριός μας του είπε: «ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός.» γύρισε στο σπίτι σου και πες για όλα τα θαυμαστά που έκανε ο Θεός σε σένα, «καὶ ἀπῆλθε καθ᾿ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς» και έφυγε και γύρισε σε όλη την πόλη κηρύσοντας όσα έκανε ο Ιησούς σ΄εκείνον. Έγινε δηλαδή ο άνθρωπος αυτός ο ζωντανός κήρυκας της αληθείας, της αγάπης και της ειρήνης.
Γι’ αυτό ας προσπαθήσουμε αγαπητοί μου όλοι μας να κάνουμε τον δικό μας αγώνα, ένα αγώνα κατά των παθών μας, ένα αγώνα προκειμένου να συναντήσουμε τον Χριστό και να τον βάλουμε στη ζωή μας ώστε να διώξει το σκοτάδι της στενοχώριας και της απελπισίας μας και να δώσει ξανά το πολυπόθητο φως της χαράς και της ελπίδας, αμήν.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή Ζ’ Λουκά (Λουκ. η΄ 41 – 56)
28-10-2018
Δύο θαύματα του Κυρίου μάς περιγράφει στη σημερινή ευαγγελική περικοπή ο ευαγγελιστής Λουκάς αδελφοί μου, αυτό της ιάσεως της αιμορροούσης γυναικός το οποίο μας δείχνει περίτρανα την δύναμη της πίστεως προς τον Θεό και αυτό της αναστάσεως της θυγατρός του Ιαείρου το οποίο αποτελεί και το κεντρικό θέμα της σημερινής ομιλίας.
Μόλις επέστρεψε ο Κύριος στην Καπερναούμ τον υποθέχθηκαν πλήθη ανθρώπων και ανάμεσα τους ο αρχισυνάγωγος Ιάειρος ο οποίος ήταν στεναχωρημένος επειδή η δωδεκάχρονη μονάκριβη κόρη του ήταν βαριά ασθενής και ετοιμοθάνατη και παρακαλούσε τον Κύριό μας να έλθει στο σπίτι του για να την θεραπεύσει αφού σ’ εκείνον είχε εναποθέσει όλες τις ελπίδες του. Ο Χριστός ως πολυεύσπλαχνος που είναι συμπόνεσε τον πονεμένο πατέρα και αφού συγκατατέθηκε, τον ακολούθησε. Ενώ όμως κατευθύνονταν προς το σπίτι, ένας άνθρωπος τους πλησίασε και ανήγγειλε την τραγική είδηση «τέθνηκεν η θυγάτηρ σου, μη σκύλλε τον διδάσκαλο», πέθανε η κόρη σου, πάψε να ενοχλείς τον διδάσκαλο. Κεραυνός εν αιθρία στον δύστυχο πατέρα η είδηση του θανάτου της μονάκριβης κόρης του, αλλά συγχρόνως και για κάθε γονιό που μαθαίνει ένα δυσάρεστο γεγονός για το παιδί του, πολλώ δε μάλλον όταν μαθαίνει τον θάνατό του. Όμως η απάντηση του Κυρίου μας προς τον πατέρα είναι μπορούμε να πούμε καταλυτική «μη φοβού, μόνον πίστευε και σωθήσεται», μη φοβάσαι, μόνο πίστεψε και θα σωθεί. Συνέχισαν την πορεία τους και φτάσανε στο σπίτι του αρχισυνάγωγου, παντού τριγύρω θλιμένα πρόσωπα, θρήνοι από την πονεμένη μητέρα που μόλις έχασε το παιδί της, τους συγγενείς και φίλους, και το πρώτο πράγμα που κάνει ο Κύριός μας είναι να παρηγορήσει την πενθηφόρο ομήγυρη, «μη κλαίετε, ουκ απέθανεν, αλλά καθεύδει» μην κλαίτε τους λέει, δεν πέθανε, αλλά κοιμάται. Ύστερα πιάνει το χέρι της κοπέλας και της λέει «η παις εγείρου», παιδί μου σήκω και αμέσως το άψυχο κορμί πήρε το χρώμα της ζωής, και η ψυχή της ξαναγύρισε στο σώμα. Τότε τα δάκρυα του πόνου και της θλίψης μεταμορφώθηκαν σε δάκρυα χαράς και αγαλίασης, αφού ο φοβερός θάνατος έδωσε πάλι τη θέση του στη ζωή.
Ο θάνατος αδελφοί μου είναι ένα φοβερό γεγονός, «όντος φοβερότατον το του θανάτου μυστήριον» και ο Απόστολος των εθνών Παύλος ερμηνεύει την προέλευση του θανάτου στις επιστολές του τόσο στην Προς Ρωμαίους όσο και προς την Α’ Προς Κορινθίους επιστολή του ότι με το παράπτωμα του ανθρώπου εισήλθε στον κόσμο η αμαρτία και με την αμαρτία ο θάνατος. Από τότε όλοι οι άνθρωποι πεθαίνουν, το σώμα μας γίνεται «σώμα θανάτου». Με τον θάνατο όμως και την Ανάσταση του Χριστού μας νικιέται ο θάνατος και επανέρχεται η ανθρώπινη φύση στην προπτωτική της κατάσταση και όπως διαβάζουμε στις Πράξεις των Αποστόλων ο αναστάς Χριστός έλυσε τις ωδίνες του θανάτου και της νεκρικής φθοράς. Με τον Χριστό ο θάνατος πήρε μια νέα μορφή, έτσι με τον θάνατό μας περνάμε στον κόσμο της αιωνιότητας. Περνάμε όπως μας λέει ο άγιός μας, ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης από τον θάνατο στην αθανασία, από τη φθορά στην αφθαρσία, από μια σκοτεινή φυλακή σ’ ένα πολύφωτο και λελαμπρυσμένο παράδεισο.
Μαζί όμως με το μήνυμα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής θα πρέπει να τονίσουμε και το μήνυμα που απορρέει από τη σημερινή ημέρα που πανηγυρίζουμε ως Έλληνες, ως έθνος την δική μας ανάσταση, την ανάσταση της πατρίδος μας κατά την ημέρα εκείνη της 28ης Οκτωβρίου του 1940. Μια επέτειος, ένας θρύλος, μια μνήμη όπου όλοι οι Έλληνες πολέμησαν και αγωνίστηκαν έχοντας την κραταιά σκέπη της Κυρίας Θεοτόκου, της Υπερμάχου Στρατηγού. Πολέμησαν όχι για τη νίκη της Ελλάδος, αλλά για την Δόξα και την τιμή της. Αγωνίστηκαν για μια Ελλάδα ελεύθερη, χωρίς τον ζυγό του κατακτητή που καταδυνάστευε το έθνος μας. Στις μαύρες μέρες της εποχής εκείνης, στις ημέρες της κατοχής, οι Έλληνες είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους στην κραταιά σκέπη της Παναγίας μας, την οποία επικαλούντο άπαντες με πίστη και κυρίως ο στραυτευμένος λαός ο οποίος με αυτοθυσία αγωνίστηκε για την πίστη του Χριστού την αγία και την ελευθερία της πατρίδος μας. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο μεταφέρθηκε από την Εκκλησία μας η εορτή της από 1η Οκτωβρίου, σήμερα στις 28, ώστε για μια ακόμη φορά η Εθνική παλιγγενεσία να ταυτίζεται με την τιμή στο πρόσωπο της Κυρίας Θεοτόκου.
Γι’ αυτό ας προστρέξουμε και εμείς προς την Παναγία μητέρα μας να την παρακαλέσουμε να πρεσβεύει για όλους μας και κυρίως για την πατρίδα μας στον Υιό και Θεό της και να μας σκεπάζει με την κραταιά της σκέπη καθιστώντας μας αξίους του αγαθού της ελευθερίας, αμήν.
π. Δ. Β.