Τό καθολικό μικρῆς μονῆς στή θέση Δάφνες, σέ ἀπόσταση 10 περίπου χλμ. νοτιοανατολικά τῆς Παροικίας. Γιά τήν ἀνέγερση τοῦ ναοῦ αὐτοῦ, από τήν ἐπιγραφή ἡ ὁποία εἶναι χαραγμένη στό μαρμάρινο ὑπέρθυρο (1,40Χ0,25) τῆς εἰσόδου του, ἔχουμε τήν πληροφορία ὅτι τό καθολικό τῆς μονῆς ἦταν ἀρχικά ἀφιερωμένο στή μνήμη τῶν ἁγίων ἰατρῶν Ἀναργύρων Κοσμᾶ καί Δαμιανοῦ. Ἀργότερα, προφανῶς ἀπό μίαν παλαιά εἰκόνα τοῦ Ἁγ. Χαραλάμπους, ἡ ὁποία ὑπῆρχε στό ναό, καθιερώθηκε νά τιμᾶται στή μνήμη αὐτοῦ τοῦ ἁγίου. Ἕνα αἰώνα μετά τήν ἀνέγερσή της ἀπό τόν ἱερέα Νικόλαο Σκιαδᾶ (1), συγκεκριμένα τό ἔτος 1778, ὁ Γιῶργος Σκιαδᾶς, ἀπόγονος τοῦ κτήτορα ἱερέα, πούλησε τή μονή στόν Νικόλαο Πέτρου Μαυρογένη (2), Φαναριώτη Παριανῆς καταγωγῆς, ὁ ὁποῖος κατέκτησε ὑψηλά ἀξιώματα στήν Ὑψηλή Πύλη. Μετά τό τραγικό τέλος τοῦ Νικολάου Μαυρογένη, ἡ σύζυγός του δόμνα Μαριώρα (3) καί τά παιδιά της ἀφιέρωσαν (4) τήν μονή τό ἔτος 1793 στό ναό τῆς Ἑκατονταπυλιανῆς, στόν ὁποῖο ἀνήκει μέχρι σήμερα. Ἀπό τούς μοναχούς πού ἐγκαταβίωσαν κατά καιρούς, στή μικρή αὐτή μονή, μνημονεύουμε τόν Παριανό ἱερομόναχο Ἰωάσαφ Κοντό (5), ὁ ὁποῖος ἐμόνασε σ' αὐτήν δύο, σχεδόν, δεκαετίες στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰ. Ὁ π. Ἰωάσαφ ἀνακαίνισε καί ἀναδιοργάνωσε τή μονή, ἦταν ὅμως, ὅπως φαίνεται ἀπό τίς πηγές, ὁ τελευταῖος μοναχός της. Μετά τήν ἐκδημία του, ἡ μονή ἔμεινε ἔρημη, μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου ἄρχισε νά ἐρειπώνεται καί στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1990 ὑπῆρχε μόνον ὁ ναός τόν ὁποῖο συντήρησε καί διέσωσε ἡ εὐσέβεια τῶν περιοίκων. Τά κελλιά καί ὅλες οἱ ἄλλες ἐγκαταστάσεις τῆς μονῆς εἶχαν μεταβληθεῖ σέ σωρούς ἐρειπίων. Ὅταν τό ἔτος 1992 ὁ ναός τῆς Ἑκατονταπυλιανῆς ἀνακηρύχθηκε σέ Προσκύνημα, μέσα στούς πρώτους στόχους τῆς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς του, τῆς ὁποίας Πρόεδρος εἶναι ὁ Παριανός Μητροπολίτης Παροναξίας κ. Ἀμβρόσιος Στάμενας, ἦταν ἡ ἀναστήλωση καί ἡ ἀποκατάσταση τῆς μονῆς. Οἱ σχετικές ἐργασίες ἄρχισαν ἀμέσως καί ἤδη ἔχουν συντελεσθεῖ κατά τό μεγαλύτερο μέρος τους καί ἐλπίζουμε ὅτι, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τίς εὐλογίες τοῦ ἁγίου, πολύ γρήγορα, ἕνα ἀπό τά παλαιά σεβάσματα τῶν Πατέρων μας, θά ἀποδοθεῖ στόν θαυμασμό τῶν Παριανῶν καί τῶν ἄλλων πιστῶν, ὅπως ἔγινε καί μέ τήν μονή τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων τῆς Παροικίας. --- Ὁ ναός τοῦ ἁγ. Χαραλάμπους εἶναι ἕνας τρουλλαῖος ναός, τύπος ἐλευθέρου σταυροῦ, μέ τήν ἴδια παραλλαγή πού συναντοῦμε καί στό ἐξωκκλήσιο τοῦ Ἁγ. Λουκᾶ, στήν τοποθεσία Πατούμενος, βόρεια τῆς Παροικίας. Συγκεκριμένα, βόρεια καί νότια τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, ὑπάρχουν ἀπό μία κόγχη, μέ Ἁγία Τράπεζα καί Πρόθεση, στήν κάθε μία ἀπ' αὐτές. Ἐπειδή οἱ κόγχες αὐτές δέν ἐπικοινωνοῦν μέ τό Ἱερό Βήμα τοῦ ναοῦ, ἡ ὕπαρξή τους σημαίνει ὅτι, ἐτελοῦντο σ' αὐτές ἰδιαίτερες λειτουργίες. Ἡ εἴσοδος τοῦ ναοῦ βρίσκεται κάτω ἀπό τό μονότοξο βαθμιδωτό καμπαναριό, στή δυτική ὄψη του. Στό περίτεχνα σκαλισμένο καί ἐπιχρυσωμένο τέμπλο τοῦ ναοῦ, ὑπῆρχαν πολύ ἀξιόλογες εἰκόνες. Ἀπ' αὐτές, οἱ παρακάτω τρεῖς, πού εἶναι καί οἱ περισσότερο σημαντικές, ἔχουν συντηρηθεῖ καί μεταφερθεῖ, γιά τήν ἀσφάλειά τους, στό Βυζαντινό Μουσεῖο τῆς Ἑκατονταπυλιανῆς. α) Παναγία τοῦ Πάθους (0,76Χ1,02). Εἶναι εἰκόνα καλῆς τέχνης τοῦ 18ου αἰ. Κάτω ἀριστερά, ἡ ἐπιγραφή: Δι' ἐξόδων Νικολάου ΙΕΡΝΟΥ. β) Ἅγ. Ἀνάργυροι - Κοσμᾶς καί Δαμιανός (0,76Χ1,02). Εἰκόνα καλῆς τέχνης τοῦ 18ου αἰ. Στό ἄνω μέρος τῆς εἰκόνας ἄγγελος σέ νέφος κρατᾶ στέφανα πάνω ἀπό τίς κεφαλές τῶν ἰατρῶν ἁγίων. Κάτω δεξιά ἡ ἐπιγραφή: Ἀνεκαινίσθη δι' ἐξόδων Ἐλευθερίου Χαμάρτου καί ἀριστερά, τά γράμματα CΜΙΚ. γ) Ἅγ. Χαράλαμπος (0,67Χ0,86). Ἡ πολύ ἀξιόλογη αὐτή εἰκόνα ἀπεικονίζει ὁλόσωμο τόν ἅγιο. Ἐπάνω ἀριστερά, μέσα σέ νέφος, περιτοιχισμένος ἀπό ἀγγέλους, εἰκονίζεται ὁ Χριστός νά τόν εὐλογεῖ. Κάτω ἀριστερά, ἡ σκηνή τῆς διά ξίφους τελειώσεως τοῦ ἁγίου. Στό ἄνω μέρος τῆς σκηνῆς ἄγγελος κρατεῖ ἀναπεπταμένο εἰλητάριο, στό ὁποῖο ἀναγράφεται ἡ φράση: Ἐλθέ προσφιλέστατε καί ἠγαπημένε Χαράλαμπες. Στό κάτω, ὁ ἅγιος, ντυμένος μέ τήν ἱερατική του στολή, γονατιστός, ἀνάμεσα σέ στρατιῶτες, τήν στιγμή πού ὁ δήμιος σύρει τό ξίφος (6). Εἶναι εἰκόνα καλῆς τέχνης καί χρονολογεῖται στό δεύτερο μισό τοῦ 18ου αἰ. Σήμερα στό τέμπλο τοῦ ναοῦ βρίσκονται πιστά ἀντίγραφα τῶν παλαιῶν εἰκόνων του. Τό δωδεκάορτο πού βρίσκεται στό ἐπάνω μέρος του ἀποτελεῖται ἀπό εἰκόνες πού φιλοτεχνήθηκαν πρόσφατα καί δωρήθηκαν στή μονή, ἀπό τόν ἁγιογράφο κ. Ἰωάννη Μαρμαρᾶ. Ἡ μονή τοῦ Ἁγ. Χαραλάμπους, ἡ ὁποία κυριολεκτικά ἀναγεννᾶται ἀπό τά ἐρείπιά της, χάρη στό ἐνδιαφέρον καί τήν φροντίδα τοῦ Προέδρου τῆς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἱ. Προσκυνήματος τῆς Ἑκατονταπυλιανῆς, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Παροναξίας κ. Ἀμβροσίου καί τῶν μελῶν της, ξαναβρίσκει πάλι τήν παλαιά αἴγλη της καί γρήγορα θά καταστεῖ ὁ πνευματικός φάρος πού θά φωτίζει τήν περιοχή καί θά διαιωνίζει στούς κατοίκους τοῦ νησιοῦ τήν μνήμη τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειας τοῦ ἀειμνήστου Νικολάου Μαυρογένη, πού ἐκληροδότησαν στήν Ἑκατονταπυλιανή τήν μονή, ἀλλά καί τῶν μεγάλων ὁσιακῶν μορφῶν πού ἐγκαταβίωσαν σ' αὐτή καί τήν λάμπρυναν μέ τήν ὁσιακή βιωτή τους καί τό ἀπαστρᾶπτον πνεῦμα τους, στά σκοτεινά χρόνια τῆς δουλείας τοῦ Γένους μας. Ἡ μονή ἔχει κηρυχθεῖ ἱστορικό διατηρητέο μνημεῖο. (ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ) 1. Ὁ ἱερέας Νικόλαος Σκιαδᾶς διατέλεσε καί νοτάριος Παροικίας (Ἀναστ. Ὀρλάνδου ΑΒΜΕ, τόμ. ΘϘ, τ. 2, σελ. 211 - Δ. Ζακυνθηνοῦ, Κατάλογος τῆς Συλλογῆς Π. Ζερλέντη, ΕΕΒΣ, 13, 1937, σελ. 237. 2. Ἀναστ. Ὀρλάνδου, ὅ.π., σελ. 211, - Th. Blancard, Les Maurogeni, σελ. 857. Περισσότερα γιά τόν ἐπιφανῆ αὐτόν Παριανό βλ. στήν ὑποσημείωση 3 τῆς σελ. 82 τοῦ παρόντος βιβλίου. 3. Ἡ δόμνα Μαριώρα Μαυρογένη, τό γένος Σκαναβῆ, καταγόταν ἀπό τά Μουδανιά τῆς Μ. Ἀσίας. Παντρεύτηκε τόν Νικόλαο Μαυρογένη τό ἔτος 1763 καί ἀπέκτησε μαζί του ἐννέα παιδιά. Μετά τόν τραγικό θάνατο τοῦ συζύγου της, στερήθηκε ὅλη τή μεγάλη περιουσία της, τήν ὁποία ἐπανέκτησε ἀργότερα. Ἀπέθανε καί ἐτάφη στήν Προῦσσα τῆς Μ. Ἀσίας, τό ἔτος 1829 (Παν. Δημητρακόπουλου, Οἱ Μαυρογένη, Παριανά, τ. 24, 1987, σελ. 37). 4. Ἀφιερωτικόν τῆς Οἰκογενείας τοῦ ἡγεμόνος Νικ. Μαυρογένη: Διά τοῦ παρόντος ἡμῶν ἀποφασιστικοῦ γράμματος, ἀποφαινόμεθα καί δηλοποιοῦμεν τοῖς πᾶσιν ὅτι τά ἀνακτιθέντα ἡμῖν δύο Μοναστήρια ἀπό τοῦ βασιλικοῦ μηρίου τά κείμενα ἐν τῇ θεοφρουρήτῳ νήσῳ Πάρῳ, τό μέν τιμώμενον ἐπ' ὀνόματι τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς τό Δάσος, τό δέ ἐπ' ὀνόματι τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Χαραλάμπου, ἀφιεροῦμεν αὐτά αὐθαιρέτῳ βουλῇ καί αὐτοπροαιρέτῳ γνώμῃ καί ὑπό τήν διηνεκῇ πληρεξουσιότητα ὑποτάσσομεν μετά πάντων τῶν κινητῶν καί ἀκινήτων αὐτῶν πραγμάτων εἰς τόν βασιλικόν καί καθολικόν Ναόν τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου Κυρίας τῆς Ἑκατονταπυλιανῆς, ἵνα ὧσιν καί λέγονται ἀπό τοῦ νῦν αὐτοῦ τοῦ βασιλικοῦ Ναοῦ ἀναφαίρετα κτήματα καί ἵνα διοικοῦνται καί κυβερνῶνται αἰωνίως παρά τῶν κατά καιρούς προϊσταμένων τοῦ ῥηθέντος βασιλικοῦ Ναοῦ εἰς διηνεκές ἡμῶν μνημόσυνον καί τοῦ μακαρίτου ἡμῶν ἀνδρός καί αὐθέντου καί τῶν φιλτάτων ἡμῶν τέκνων ἐν πάσαις ταῖς κατά νύκτᾳ καί ἡμέρᾳ γινομέναις ἀκολουθίαις τε καί ἱεροτελεστίαις ἐν αὐτῷ καί ἐν τοῖς εἰς αὐτόν ἀφιερωθῶσιν εἰρημμένοις Ναοῖς, τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Δεσπότου ἡμῶν Χριστοῦ καί τοῦ Ἁγίου ἱερομάρτυρος Χαραλάμπου ἐξαιρέτως δέ διά τά τρία κατ' ἔτος μνημόσυνα, ἐν τῆ ἐτησίῳ μνήμῃ καί ἑορτῇ τῶν εἰρημμένων τρίων Ἁγίων Ναῶν, ἐν οἷς ἀξιοῦμεν ἐπιτελούντας τάς ὑπέρ ἡμῶν ζώντων τε καί κεκοιμημένων δεήσεις καί ἱκεσίας ἐπί τήν ἐκκλησιαστικήν ἀκολουθίαν καί τάξιν καί καθώς καί ἐν ἄλλας ταῖς κοιναῖς ποιοῦν καί τήν ἀναπόσπαστον ἡμῶν ταύτην ἀφιέρωσιν διά τοῦ παρόντος ἡμῶν ἀποφασιστικοῦ γράμματος καί τῇ ἰδίᾃ ἡμῶν σφραγίδι ἐσφραγίσαμεν καί ταῖς τῶν φιλτάτων ἡμῶν ἡλικιωμένων τέκνων ὑπογραφαῖς ὑποβεβαιοῦμεν. 1793 Μαρτίου 3 Μαργιώρα Δόμνα Μαυρογενέσα βεβαιοῦμεν Κωνσταντῖνος Μπεϊζανδές Μαυρογένης Σμαράγδα Δομνίτζα Μαυρογενέσα Λοξάνδρα Δομνίτζα Μαυρογενέσα Φλωροῦ Δομνίτζα Μαυρογενέσα ὑποβεβαιοῦμεν. Ὁ κοινός Καντζελάριος Πάρου Τζανῆς Νικ. Καμπάνης ἀντέγραφα τό παρόν ἐκ τοῦ πρωτοτύπου. Τό καθολικόν εὑρίσκεται εἰς τόν περίφημον Ναόν τῆς Κυρίας Ἑκατονταπυλιανῆς καί διά περισσοτέραν βεβαίωσιν τυποῦται ἡ παροῦσα κόπια τῇ κοινῇ σφραγίδι τῆς Χώρας Παροικίας. 1820 Δεκεμβρίου 22. 5. Ὁ ἱερομόναχος Ἰωάσαφ Κοντός γεννήθηκε στίς Λεῦκες τῆς Πάρου, τό ἔτος 1758. Πολύ νέος πῆγε στό Ἅγιον Ὄρος καί ἐκεῖ προόδευσε πολύ στίς ἀρετές καί τίς σπουδές. Τό 1817 ἐγκατέλειψε τό ἁγιώνυμο ὄρος, γιά τό ζήτημα τῶν Κολλυβάδων καί κατέφυγε στό νησί του, τήν Πάρο. Ἐγκαταστάθηκε στό μικρό μοναστήρι τοῦ Ἁγ. Χαραλάμπους, τό ὁποῖο ἀνακαίνισε καί ἀναδιοργάνωσε. Παράλληλα μεριμνοῦσε καί γιά τίς πνευματικές καί βιοτικές ἀνάγκες τῶν μοναζουσῶν τῆς μονῆς Χριστοῦ Δάσους τῆς Πάρου, μεταξύ τῶν ὁποίων ῆταν ἡ μητέρα του Ματρώνα καί οἱ ἀδελφές του Θεοκτίστη, Μαρία καί Εὐπραξία. Ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ τό ἔτος 1835. 6. Ὁ Ἅγ. Χαράλαμπος ἔζησε τόν 3ο αἰ., ἐπί αὐτοκράτορος Σεβήρου, Ἦταν ἱερέας στή Μαγνησία τῆς Μ. Ἀσίας. Συνελήφθη κατά τόν διωγμό πού πραγματοποίησε ὁ τοπικός ἡγεμόνας Λουκιανός. Παρά τά φοβερά βασανιστήρια πού ὑπέστη, παρέμεινε σταθερός στήν πίστη του. Οἱ δήμιοί του, Πορφύριος καί Βάπτος, ἐθαύμασαν τήν πίστη του καί πίστεψαν κι αὐτοί στόν Χριστό. Τό ἴδιο καί τρεῖς γυναῖκες πού παρακολούθησαν τά φοβερά του μαρτύρια. Ὁ Λουκιανός ἐξεμάνη ἀπό τό γεγονός αὐτό καί μέ διαταγή του ἀποκεφαλίσθηκαν καί οἱ ἕξι μαζί. Τήν μνήμη τους τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας τήν 10η Φεβρουαρίου. 7. ΦΕΚ 209/Β/17-3-1989 καί 426/Β/3-7-1992.