Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ)

Κυριακή  7η  Φεβρουαρίου 2016

«Ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω»

Ἡ παραβολὴ τῶν ταλάντων, ἀγαπητοί μου, μᾶς ὑπενθυμίζει τὰ τάλαντα, τὰ χαρίσματα δηλαδὴ ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Κύριος καὶ τὰ ὁποῖα ὀφείλουμε νὰ τὰ καλλεργήσουμε στὴν πρόσκαιρη αὐτὴ ζωὴ ποὺ ζοῦμε.

Ὅλους μᾶς ἔχει προικίσει ὁ Θεὸς μὲ χαρίσματα, ἄλλον μὲ περισσότερα καὶ ἄλλον μὲ λιγώτερα. Στὸ τέλος ὅμως τῆς ζωῆς αὐτῆς μᾶς περιμένει νὰ λογαριασθοῦμε, νὰ ἀπολογηθοῦμε γιὰ τὸ πῶς χρησιμοποιήσαμε τὰ χαρίσματα αὐτά. Καὶ ἂν μὲν αὐξήσουμε τὰ χαρίσματα διὰ τῆς ἐργατικότητός μας, θὰ ἀκούσουμε τὰ ἐπαινετικὰ λόγια «Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰ τοῦ κυρίου σου» (Ματθ. 25,21). Ἀκούοντας αὐτὰ τὰ λόγια ὁ πιστὸς καὶ ἀγαθὸς δοῦλος θὰ εἰσέλθῃ στὴν ἀτέλειωτη εὐτυχία, στὴν αἰώνια ζωή. Ἐὰν ἀντιθέτως δὲν πολλαπλασιάσουμε τὰ χαρίσματα ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός, θὰ καταδικασθοῦμε στὴν αἰώνια κόλασι, στὴν αἰώνια δυστυχία.

Θὰ ἤθελα, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, νὰ ἐπιστήσω τὴν προσοχή σας στὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ κύριος τῆς παραβολῆς ἐπαινώντας τοὺς δύο φιλότιμους καὶ ἐργατικοὺς δούλους μετὰ τὸν ἐπιτυχῆ ἀπολογισμὸ τῶν πεπραμένων τους.

Τί εἶπε; «Ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω». Στὰ λίγα δηλαδή, ποὺ σοῦ ἐμπιστεύθηκα, στάθηκες πιστός, λοιπὸν θὰ σὲ ἐγκαταστήσω σὲ πολλά.

Ὁ Θεός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἔχει ὅλα τὰ χαρίσματα. Εἶναι ἡ πηγὴ ὅλων τῶν χαρισμάτων, καὶ τῶν ὑλικῶν καὶ τῶν πνευματικῶν. Ὅπου καὶ ἂν κοιτάξουμε γύρω μας, θὰ δοῦμε νὰ μᾶς πλημμυρίζουν τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὰ τὰ χαρίσματα ἀντικρύζοντας στὴν γύρω φύσι ὁ προφήτης καὶ βασιλεὺς Δαυῒδ ἀναφωνεῖ στὸν 103ο ψαλμό· «Ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας» (στίχ. 24). Τὸ μεγαλεῖο τῶν χαρισμάτων τοῦ Θεοῦ βλέπουν καὶ τὸ ὁμολογοῦν ὅλοι οἱ μεγάλοι ἐπιστήμονες, οἱ θεμελιωταὶ τῶν ἐπιστημῶν. Αὐτοὶ διακηρύττουν, ὅτι ἡ φύσις καὶ τὸ σύμπαν ὁλόκληρο ἀκολουθεῖ χιλιάδες χρόνια τοὺς νόμους ποὺ Ἐκεῖνος ἔθεσε κατὰ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου. Ἀναφερόμενοι μάλιστα στὶς δικές τους ἀνακαλύψεις διευκρινίζουν ταπεινά, ὅτι αὐτὲς ἔγιναν μὲ τὴν ἐνίσχυσι καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν ὁ Θεὸς δὲν τοὺς ἔδινε τὴν ἄδεια, τίποτε δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ ἀνακαλύψουν.

Ὑπάρχουν βέβαια καὶ οἱ ἐπιστήμονες ἐκεῖνοι πού, ἀντιθέτως, ψάχνουν νὰ βροῦν τὸ «σωματίδιο τοῦ Θεοῦ». Ἀλλὰ γι᾽ αὐτοὺς ὁμιλεῖ ὁ θεόπνευστος λόγος ὅταν λέη, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι «ὁ δρασσόμενος τοὺς σοφοὺς ἐν τῇ πανουργίᾳ αὐτῶν» (Α΄ Κορ. 3,19. πρβλ. Ἰὼβ 5,13).

Ὁ Θεὸς λοιπὸν εἶναι ἡ πηγὴ ὅλων τῶν χαρισμάτων· καὶ τὰ μοιράζει στοὺς ἀνθρώπους ἀνάλογα μὲ τὸ πόσα μπορεῖ ὁ καθένας προσωπικὰ νὰ σηκώσῃ. Λίγα χαρίσματα μᾶς ἐμπιστεύεται («ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός») καὶ αὐτὰ ὀφείλουμε νὰ τὰ καλλιεργήσουμε. Γιὰ ποιόν ὅμως λόγο μᾶς τὰ ἐμπιστεύθηκε; Μήπως περιμένει νὰ ὠφεληθῇ κάτι ἀπὸ μᾶς, ἀφοῦ καλλιεργήσουμε μὲ ἐπιτυχία τὰ χαρίσματά μας;

Ὄχι βεβαίως. Δὲν ἔχει νὰ ὠφεληθῇ σὲ κάτι ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν κόπο μας, ἀπὸ τὸν πολλαπλασιασμὸ τῶν χαρισμάτων μας. Δὲν ἔχει ἀνάγκη ὁ Θεὸς ἀπὸ τίποτε. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀνενδεής, μὴ «προσδεόμενός τινος» ὅπως εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅταν μίλησε στοὺς Ἀθηναίους ἐπάνω στὸν Ἄρειο πάγο (Πράξ. 17,25). Τότε γιατί μᾶς δίδει τὰ λίγα ἔστω αὐτὰ χαρίσματα; Μᾶς τὰ δίνει, γιὰ νὰ τὰ πολλαπλασιάσουμε καλλιεργώντας τα. Καὶ ἀφοῦ τὰ καλλιεργήσουμε πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ πρὸς ὠφέλειαν τοῦ πλησίον μας καὶ πετύχουμε τὸν ἐπιδιωκόμενο σκοπό, τότε θὰ μᾶς χαρίσῃ καὶ ἄλλα πολὺ περισσότερα, ὅταν θὰ ἔλθῃ ὁ καιρὸς τοῦ «συναίρειν λόγον» (Ματθ. 25,19), νὰ λογαριασθῇ δηλαδὴ μαζί μας. Τότε θ᾽ ἀκούσουμε τὰ γλυκύτατα λόγια τοῦ Κυρίου μας «Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω».

Πότε θὰ ἔλθῃ αὐτὸς ὁ καιρός; Γιὰ τὸν καθένα μας θὰ ἔλθῃ χωριστά. Εἶναι ὁ καιρὸς ποὺ θὰ κλείσουμε τὰ μάτια μας στὸ μάταιο αὐτὸ κόσμο καὶ θὰ παρουσιασθοῦμε μπροστὰ στὸν δίκαιο Κριτή. Τότε θὰ μᾶς καλέσῃ σὲ ἀπολογία γιὰ τὸ πῶς διαχειρισθήκαμε τὰ χαρίσματα ποὺ μᾶς ἐμπιστεύθηκε. Πετύχαμε; Χαρὰ σ᾽ ἐμᾶς! Λίγα τὰ χαρίσματα ποὺ θὰ καλλιεργήσουμε σ᾽ αὐτὴ τὴ ζωή, ἄπειρα - ἀμέτρητα θὰ ἀπολαύσουμε στὴν αἰώνια μαζί μὲ τὸν Κύριό μας. Δὲν καλλεργήσαμε ἐπιτυχῶς τὰ λίγα χαρίσματα καὶ ἀμελήσαμε; Ἀλλοίμονο σ᾽ ἐμᾶς! Ἄπειρα, ἀτέλειωτα βάσανα μᾶς περιμένουν στὴν ἄλλη ζωὴ μαζὶ μὲ τὸν ἐχθρό μας τὸν διάβολο.

Ἂς βιασθοῦμε λοιπὸν ὅλοι μας, ὅσο ἔχουμε ἀκόμη ἀνοιχτὰ τὰ μάτια μας σ᾽ αὐτὸ τὸν μάταιο κόσμο, νὰ καλλεργήσουμε τὰ θεῖα χαρίσματα τῶν ἀρετῶν, γιὰ ν᾽ ἀκούσουμε κ᾽ ἐμεῖς τὰ γλυκύτατα αὐτὰ λόγια ποὺ θ᾽ ἀκούσουν οἱ δίκαιοι καὶ ἐνάρετοι ἄνθρωποι ὅλων τῶν αἰώνων· «Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου». Ἀμήν.

 

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΤΗΣ ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ)

Κυριακή  14η  Φεβρουαρίου 2016

«Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον»

Προσέξατε, ἀδελφοὶ χριστιανοί, προσέξατε τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα; Στὴν εὐαγγελικὴ αὐτὴ περικοπὴ παρουσιάζεται ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἀδιάφορος στὸν ἀνθρώπινο πόνο. Ποιός; Αὐτὸς ποὺ ἀφουγκράζεται τὸν πόνο κάθε ἀθρώπινης ψυχῆς εἴτε πιστεύει σ᾽ αὐτὸν εἴτε ὄχι, εἴτε προστρέχει σ᾽ αὐτὸν εἴτε ὄχι.

Γιατί ὅμως ὁ Χριστὸς φαίνεται σήμερα νὰ ἀδιαφορῇ στὸν πόνο μιᾶς γυναίκας, ἡ ὁποία ἀκολουθώντας τὴν συνοδεία του φώναζε καὶ τὸν ἐκλιπαροῦσε νὰ τὴν ἐλεήσῃ ἐλευθερώνοντας τὴν κόρη της ἀπὸ τὸ φοβερὸ δαιμόνιο ποὺ τὴν ταλαιπωροῦσε καὶ τὴν βασάνιζε; Γιατί αὐτὴ ἡ ἀδιαφορία;

Ὄχι βέβαια ἀπὸ σκληροκαρδία. Μακριὰ ἀπὸ τὴν σκέψι μας τέτοια βλασφημία. Ὁ Χριστὸς ἦταν καὶ εἶναι ἡ πιὸ εὐαίσθητη καρδιά. Ἄλλος ἦταν ὁ λόγος τῆς φαινομενικῆς ἀδιαφορίας. Ποιός;

Ἡ γυναίκα, ποὺ τοὺς ἀκολουθοῦσε φωνάζοντας σπαρακτικά, δὲν ἦταν Ἰσραηλίτισσα· ἦταν Χαναναία, Συροφοινίκισσα, δηλαδὴ Ἑλληνίδα. Ἔκρυβε ὅμως μέσα της αὐτὴ ἡ εἰδωλολάτρισσα ἕνα μεγάλο θησαυρό. Εἶχε στὴν καρδιά της τὴ μεγάλη πίστι, ὅτι μόνο ὁ Χριστὸς μποροῦσε νὰ θεραπεύσῃ τὴ δαιμονισμένη κόρη της. Καὶ ἡ πίστι αὐτή, μπολιασμένη μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη, ἔκανε τὸ θαῦμα.

Ποῦ φαίνεται ἡ πίστι τῆς Χαναναίας καὶ ποῦ ἡ ταπεινοφροσύνη της; Ἡ πίστι της φαίνεται στὴν ἐπιμονή, μὲ τὴν ὁποία παρακαλοῦσε γιὰ τὴν θεραπεία τῆς κόρης της. «Ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν» (Ματθ. 15,23), εἶπαν οἱ μαθηταὶ μεσολαβώντας ὑπὲρ τῆς πονεμένης μητέρας. Ἀπόλυσέ την, ἱκανοποίησε τὸ αἴτημά της, διότι μᾶς ξεκούφανε, θὰ λέγαμε σὲ μιὰ πιὸ ἐλεύθερη ἀπόδοσι. Καὶ ὁ Χριστὸς στὴν φαινομενική του ἀδιαφορία πρόσθεσε καὶ μιὰ ταπεινωτικὴ γιὰ τὴν πονεμένη γυναῖκα φράσι· «Δὲν εἶναι σωστό», εἶπε, «νὰ πάρω τὸ ψωμὶ ἀπὸ τὰ παιδιὰ καὶ νὰ τὸ ῥίξω στὰ σκυλιά». Τὴν εἶπε «σκυλί», χρησιμοποιώντας τὴν Ἰουδαϊκὴ φρασιολογία γιὰ τοὺς ἐθνικούς. Ἐκείνη ὅμως δὲν προσβλήθηκε  ἀπὸ τὴ βρισιά, ἀλλὰ τὴ δέχθηκε· καί, μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη ποὺ εἶχε, ταπείνωσε ἀκόμη περισσότερο τὴν ἑαυτό της. Ὠνόμασε τὸν ἑαυτό της «σκυλάκι», ζῷο δηλαδὴ ποὺ δὲν προσφέρει καμμιά ὑπηρεσία στὰ ἀφεντικά του, ὅπως ἕνας σκύλος ποὺ προσφέρει ὑπηρεσία φύλακα. «Ναί, Κύριε», ἀπήντησε ἡ Χαναναία· «ἀλλὰ καὶ τὰ σκυλάκια προσπαθοῦν νὰ χορτάσουν ἀπ᾽ τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τῶν κυρίων τους». Στὰ λόγια αὐτὰ φαίνεται ἡ μεγάλη ταπεινοφροσύνη της. Νά πιὸ ἁπλούστερα τὰ λόγια τῆς Χαναναίας· Δὲν ζητῶ ἕνα κομμάτι ψωμί, δὲν ζητῶ ἕνα κομμάτι, ἕνα μέρος ἀπὸ τὴν ἀγάπη σου, Κύριε, ἀλλὰ ἕνα μικρὸ ψίχουλο ζητῶ, γιὰ νὰ θεραπευθῇ ἡ κόρη μου. Πίστευε ἡ βασανισμένη ἐκείνη μητέρα, ὅτι ἕνα ψίχουλο τῆς παντοδυνάμου ἀγάπης τοῦ Ἰησοῦ θὰ θεράπευε τὴν δαιμονισμένη κόρη της.

Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ μεγάλος παιδαγωγός, μὲ πολλοὺς τρόπους παιδαγωγεῖ τὰ παιδιά του γιὰ νὰ τὰ ὁδηγήση στὴ σωτηρία. Ἕνας ἀπὸ τοὺς τρόπους του εἶναι καὶ ἡ «ἀδιαφορία». Προσποιεῖται τὸν ἀδιάφορο, ἄλλοτε γιὰ νὰ δυναμώσῃ ἡ λιγοστὴ πίστι τοῦ προσερχομένου σ᾽ αὐτόν, καὶ ἄλλοτε γιὰ νὰ ἀποκαλυφθῇ στοὺς ἀνθρώπους ἡ μεγάλη πίστι του ἢ κάποια ἄλλη ἀρετή του. Πολλὰ τέτοια περιστατικὰ περιέχονται στὰ ἱερὰ βιβλία τῆς Ἐκλησίας μας, τόσο στὴν ἁγία Γραφὴ ὅσο καὶ στὰ ἱερὰ συναξάρια, ποὺ ἀποτελοῦν τὴν ἐφαρμοσμένη ἁγία Γραφή. Στὴ συνέχεια θὰ σᾶς ἀναφέρω ἕνα περιστατικὸ ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ μεγάλου καθηγητοῦ τῆς ἐρήμου, τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου.

Κάποια μέρα ὁ ἅγιος Ἀντώνιος δέχθηκε ἐπίθεσι πολλῶν δαιμόνων, οἱ ὁποῖοι τὸν ἔδερναν ἀνηλεῶς. Στὸν πόνο του ἐπάνω ὁ Ἅγιος ἐπικαλεῖτο τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ζητώντας νὰ τὸν λυτρώσῃ ἀπὸ τὴν δαιμονικὴ αὐτὴ πάταξι. Ἀπάντησι ὅμως δὲν ἔπαιρνε. Καὶ ἀφοῦ εἶχε περάσει ἀρκετὴ ὥρα, τότε ὁ Κύριος τὸν ἐρωτᾷ· –Τί θέλεις, Ἀντώνιε; –Ποῦ εἶσαι, Κύριε; –Ἐδῶ κοντά σου εἶμαι. –Καὶ γιατί δὲν μὲ ἔβγαλες ἀπὸ τὰ χέρια τῶν δαιμόνων; –Γιὰ νὰ φανῇ στοὺς ἀνθρώπους ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ἀντοχή σου… Ἡ φαινομενικὴ ἀδιαφορία τοῦ Ἰησοῦ μᾶς ἔκανε γνωστὴ τὴν ἀρετὴ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ μεγάλου Ἀντωνίου πρὸς τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.

Γι᾽ αὐτό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, κάθε φορὰ ποὺ ζητοῦμε κάτι ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ δὲν μᾶς τὸ δίνει ἀμέσως, νὰ μὴ λέμε τὸ βλάσφημο ἐκεῖνο λόγο «Μὲ ξέχασε ὁ Θεός». Ὄχι! ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ξεχνάει, οὔτε ἀδιαφορεῖ γιὰ ὅ,τι τοῦ ζητοῦμε. Ἂν καθυστερῇ νὰ ἔλθῃ ἡ ἀπάντησι, αὐτὸ μπορεῖ νὰ ὀφείλεται στὸ ὅτι ἡ πίστι μας δὲν εἶναι αὐτὴ ποὺ χρειάζεται γιὰ νὰ ἐνεργοποιήσῃ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ· μπορεῖ νὰ εἶναι λίγη, καὶ πρέπει νὰ τὴν αὐξήσουμε. Ἢ μπορεῖ νὰ πρέπῃ νὰ ἀσκηθοῦμε στὴν ἐπιμονή, στὸ νὰ ζητοῦμε ἐπίμονα καὶ ἀκούραστα ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ ἱκανοποιήσῃ τὸ αἴτημά μας. Ἢ τέλος μπορεῖ ἡ ἱκανοποίησι τοῦ αἰτήματός μας νὰ μὴν εἶναι γιὰ τὸ συμφέρον μας. Πολλὲς φορὲς ὁ Κύριος εἶπε στοὺς μαθητάς του· «Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε», δὲν ξέρετε τί ζητᾶτε (Ματθ. 20,22. Μᾶρκ. 10,38). Ἔτσι, ἀδελφοί μου, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πίστι, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴν ἐπιμονὴ καὶ τὴν ὑπομονή, ποὺ χρειάζονται τὰ αἰτήματά μας πρὸς τὸν Κύριο, ἂς τὰ συνοδεύῃ καὶ ἡ φράσι· «Ἂν, Κύριε, αὐτὸ ποὺ ζητῶ εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ θέλημά σου καὶ θὰ συμβάλῃ γιὰ τὴν σωτηρία μου, τότε ἂς γίνͺῃ».

Καὶ νὰ μὴν ξεχνᾶμε, ὅτι ὁ Κύριος γνωρίζει ἀπὸ τί πραγματικὰ ἔχουμε ἀνάγκη· καὶ θὰ μᾶς τὸ δώσῃ, ὅπως τὸ ἔδωσε στὴν Χαναναία, ἀρκεῖ νὰ ἔχουμε κ᾽ ἐμεῖς τὶς ἀρετές της. Ἀμήν.

 

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ (ΤΕΛΩΝΟΥ & ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ)

Κυριακή  21η  Φεβρουαρίου 2016

«Ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι»

Δοξάζουμε τὸν ἐν Τριάδι Θεόν, γιατὶ μᾶς ἀξίωσε κ᾽ ἐφέτος νὰ εἰσέλθουμε στὴν ἁγία καὶ εὐλογημένη περίοδο τοῦ Τριῳδίου. Τριῴδιο λέγεται ἕνα βιβλίο τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ τὸ ἀνοίξαμε χθὲς τὸ ἀπόγευμα καὶ ποὺ θὰ τὸ κλείσουμε στὸν ἑσπερινὸ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου.

Τριῴδιο ἐπίσης λέγεται καὶ μία χρονικὴ περίοδος, ποὺ ἀρχίζει μὲ τὴν σειρὰ τεσσάρων Κυριακῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Ἡ σειρὰ αὐτὴ ξεκινᾷ ἀπὸ σήμερα Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου καὶ τελειώνει τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς. Κάθε Κυριακὴ ἔχει νὰ μᾶς δώσῃ καὶ ἕνα σπουδαῖο πνευματικὸ μήνυμα.

Ἡ Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου μᾶς διδάσκει νὰ προσ­ευχώμεθα ταπεινά, ὅπως ὁ τελώνης, καὶ ὄχι ὑπερήφανα, ὅπως ὁ Φαρισαῖος.

Ἡ Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου μᾶς ὑπενθυμίζει τὴν μετάνοια, τὴν ἐπιστροφὴ ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς ἁμαρτίας στὸ σπίτι τοῦ ἁγίου Θεοῦ καὶ Πατέρα.

Ἡ Κυριακὴ τῶν Ἀπόκρεω μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι μέχρι τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἐπιτρέπεται νὰ τρῶμε κρέας καὶ ὅ,τι παράγεται ἀπὸ αὐτό, ἀπὸ δὲ τὴν ἑπομένη ἡμέρα σταματοῦμε τὴν κρεοφαγία καὶ τὴν ἑβδομάδα ποὺ ἀκολουθεῖ τρῶμε γαλακτοκομικὰ προϊόντα, αὐγὰ καὶ ψάρια. Τὴν Κυριακὴ τῶν Ἀπόκρεω στοὺς ἱεροὺς ναοὺς τῆς Ἐκκλησίας μας ἀναγινώσκεται ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς Μελλούσης Κρίσεως, ἡ ὁποία μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι οἱ πράξεις μας πρέπει νὰ εἶναι σύμφωνες μὲ τὴν ἀρετὴ τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἐλαχίστους ἀδελφούς μας (τοὺς πεινασμένους, τοὺς διψασμένους, τοὺς ξένους, τοὺς γυμνούς, τοὺς ἀρρώστους καὶ τοὺς φυλακισμένους), καὶ ὄχι μὲ τὰ εἰδωλολατρικὰ καρναβάλια καὶ τὶς ἄσωτες διασκεδάσεις, στὶς ὁποῖες ὁ ἐχθρὸς διάβολος σπρώχννει τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι μέχρι τὴ μέρα αὐτὴ ἐπιτρέται ἡ κατανάλωσις γαλακτομικῶν προϊόντων, αὐγῶν καὶ ἰχθύων, ἀπὸ τὴν ἑπομένη δέ, τὴν Καθαρὰ Δευτέρα, ἀρχίζει ἡ νηστεία τῆς Μεγάλης Τεσσαρασκοστῆς. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ δὲν «καθαρίζουμε», ὅπως ἐσφαλμένα πιστεύουν πολλοί, ὅ,τι ἀπέμεινε ἀπὸ τὴν προηγουμένη ἡμέρα, ἀλλὰ νηστεύουμε καὶ μάλιστα χωρὶς λάδι. Τὸ ἱερὸ συναξάριο τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς μᾶς ὑπενθυμίζει τὴν καταραμένη ἐκείνη ἡμέρα ποὺ οἱ πρωτόπλαστοι, ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα, ἔφαγαν τὸν ἀπηγορευμένο καρπό, καὶ ἀπὸ τότε οἱ ἄνθρωποι μὲ τὴν ἁμαρτία μας γίναμε ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ καὶ ἐκδιωχθήκαμε ἀπὸ τὸν Παράδεισο.

Ἀλλὰ ἂς ποῦμε δυὸ λόγια γιὰ τὴν σημερινὴ μέρα.

Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ εἶναι παραβολή. Ἀνεφέρεται σὲ δύο ἀνθρώπους ποὺ ἀνέβηκαν στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος νὰ προσευχηθοῦν· ὁ ἕνας Φαρισαῖος, ὑποκριτής, ὑπερήφανος, ἀλαζών, καὶ ὁ ἄλλος Τελώνης, ἐκμεταλλευτὴς τοῦ λαοῦ, ἀλλὰ μὲ βαθειὰ συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλός του.

Ὁ Φαρισαῖος στεκόταν στὸ κέντρο τοῦ ναοῦ, καὶ προσευχόμενος διαφήμιζε τὸν ἑαυτό του ἐπιδεικνύοντας στὸ Θεὸ τὶς ἀρετές του. Ὁ Τελώνης δὲν τολμοῦσε νὰ ὑψώσῃ τὰ μάτια του στὸν οὐρανό, ἀλλὰ στεκόταν σὲ μιὰ γωνιὰ τοῦ ναοῦ, χτυποῦσε τὸ στῆθος του καὶ ἔλεγε· «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18,13). Ἄδικα κουράστηκε ὁ Φαρισαῖος προσευχόμενος· ἡ προσευχή του δὲν ἔφτασε στὸ Θεό. Ἀντιθέτως ἡ σύντομη προσευχὴ τοῦ Τελώνη, ἐπειδὴ ἦταν γεμάτη κατάνυξι καὶ συν­αίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός του, ἔγινε δεκτὴ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἔτσι ὁ Τελώνης κατέβηκε στὸ σπίτι του δικαιωμένος.

Ἀπὸ τὴν παραβολὴ αὐτὴ ποὺ ἀκούσαμε θέλω, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, νὰ προσέξετε τὶς τέσσερις πρῶτες λέξεις τῆς προσευχῆς τοῦ Φαρισαίου, ποὺ ἂν ἔμενε σ᾽ αὐτὲς καὶ δὲν συνέχιζε νὰ προσθέσῃ τὰ ἄλλα, ἴσως ὁ Θεὸς νὰ τοῦ ἔφερνε μιὰ ἀλλοίωσι στὴν ψυχή του καὶ νὰ μὴν πήγαινε χαμένος ὁ κόπος του. Ποιές εἶναι αὐτὲς οἱ λέξεις; Ἀκοῦστε τις·

«Ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι», δηλαδὴ «Θεέ μου, σ᾽ εὐχαριστῶ» (Λουκ. 18,11). Αὐτὲς εἶναι οἱ τέσσερις λέξεις. Καὶ μποροῦσε ὁ Φαρισαῖος γιὰ πολλὰ νὰ εὐχαριστήσῃ τὸν Θεό, καὶ ὄχι γι᾽ αὐτὰ ποὺ τὸν εὐχαρίστησε καὶ τὰ ὁποῖα ἔκαναν τὴν προσευχή του ἀπαράδεκτη καὶ ἄκαρπη. Θὰ μποροῦσε π.χ. νὰ τὸν εὐχαριστήσῃ γιὰ τὴν ὑγεία του, γιὰ τὴν οἰκογένειά του, γιὰ τὴν ἐργασία του. Μποροῦσε ἀκόμα νὰ εὐχαριστήσῃ γιὰ τὸ ναό, στὸν ὁποῖο προσευχόταν ἐλεύθερα, χωρὶς νὰ ἐμποδίζεται ἀπὸ τὶς Ρωμαϊκὲς δυνάμεις κατοχῆς· γιατὶ παρὰ τὴν κατοχή, ποὺ εἶχαν, ἡ διοικητικὴ δομὴ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ κράτους ἦταν ἐν λειτουργίᾳ. Θὰ μποροῦσε νὰ εὐχαριστήσῃ καὶ γιὰ ἄλλα πολλὰ ἀκόμα, τὰ ὁποῖα ἡ ὑπερήφανη καρδιά του εἶχε ξεχάσει. Ἂν εὐχαριστοῦσε τὸν Θεὸ γιὰ ὅλα αὐτά, τότε ἡ προσευχή του θὰ εὕρισκε τὸν στόχο της. Ἡ ὑπερήφανη ὅμως βάσι, ἐπάνω στὴν ὁποία στήριξε ὅλη τὴν προσευχή του, τὸν κατέστρεψε πνευματικὰ καὶ διασκόρπισε τὶς τυχὸν καλές του πράξεις.

«Ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι». Ἐμεῖς, ἀλήθεια, στὴν προσευχή μας, μέσα στὰ ὅσα λέμε ἐκφράζουμε καὶ εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεό; Πόσο τὸν εὐχαριστοῦμε γιὰ ὅλα τὰ ἀγαθὰ ποὺ μᾶς παρέχει ἡ ἀγάπη του; Ἔχουμε γιὰ πολλὰ στὴ ζωή μας νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Θεό. Συνήθως ὅμως, ἀντὶ νὰ εὐχαριστοῦμε, ζητοῦμε συνεχῶς ἀπὸ τὸν Θεό. Δὲν λέμε ὅτι καὶ ἡ δέησις, τὸ νὰ ζητοῦμε δηλαδὴ κάτι ἀπὸ τὸν Θεό, δὲν εἶναι προσευχή. Καὶ αὐτὸ εἶναι προσευχή. Ἡ σωστὴ προσευχὴ ὅμως δὲν εἶναι μόνο αὐτό· εἶναι καὶ ὁ ὕμνος, καὶ ἡ δοξολογία, καὶ ἡ εὐχαριστία. Θυμηθῆτε τί ψάλλει ὁ ψάλτης ὅταν στὴν θεία λειτουργία γίνεται τὸ σπουδαότερο θαῦμα, ἀνώτερο καὶ ἀπὸ τὴν ἀνάστασι νεκροῦ, ὅταν δηλαδὴ τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ γίνεται σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ. Τί ψάλλει· «Σὲ ὑμνοῦμεν, σὲ εὐλογοῦμεν, σοὶ εὐχαριστοῦμεν, Κύριε, καὶ δεόμεθά σου, ὁ Θεὸς ἡμῶν». Εἶναι καὶ ἡ εὐχαριστία ἀπαραίτητο στοιχεῖο στὴν προσευχή μας.

Γιὰ νὰ μάθουμε νὰ προσευχώμαστε σωστά, ὑπάρχουν πολλὰ προσευχητάρια. Τὸ καλύτερο ὅμως εἶναι τὸ Ψαλτήριο τοῦ Δαυΐδ, τὸ ὁποῖο ὑπάρχει καὶ σὲ ἑρμηνεία. Ἐκεῖ βρίσκουμε ὅλα τὰ εἴδη τῆς προσευχῆς. Γιὰ τὸ πόση σημασία ἔχει στὴν προσευχή μας ἡ εὐχαριστία ἂς θυμηθοῦμε τὸ παράπονο τοῦ Χριστοῦ γιὰ τοὺς ἐννέα ἀπὸ τοὺς δέκα θεραπευμένους λεπρούς, ποὺ δὲν ἐπέστρεψαν νὰ εὐχαριστήσουν τὸν εὐεργέτη τους γιὰ τὴν θεραπεία τους· μόνο ἕνας ἐπέστρεψε κι αὐτὸς ἦταν Σαμαρείτης.

Εὔχομαι λοιπὸν νὰ ἀποκτήσουμε τὴν ἁγία συνήθεια τῆς εὐχαριστίας στὴν προσευχή μας. Τότε θὰ αἰσθανώμαστε τὴν καρδιά μας νὰ πλημμυρίζῃ  ἀπὸ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Κύριο καὶ βασιλέα ὅλου τοῦ κόσμου. Ἀμήν.

 

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΛΟΥΚΑ (ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ)

Κυριακή  28η  Φεβρουαρίου 2016

Ὁ κακὸς καὶ ὁ καλὸς λογισμὸς

Σήμερα, δευτέρα Κυριακὴ τοῦ ἁγίου Τριῳδίου, ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει ἐνώπιόν μας τὴν τραγικότητα τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴ χαρὰ τῆς μετανοίας. Στὸ πρόσωπο τοῦ ἀσώτου υἱοῦ τῆς παραβολῆς βλέπουμε τὶς καταστρεπτικὲς συνέπειες τῆς ἀσωτίας καὶ τὰ θαυμαστὰ ἀποτελέσματα τῆς σωφροσύνης. Στὴν παραβολὴ αὐτὴ μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι περιγράφεται μὲ λίγες λέξεις ἡ ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Γι᾽ αὐτὴ τὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου ἐλέχθη ὅτι, ἐὰν ὑποτεθῇ ὅτι χανόταν ὅλη ἡ ἁγία Γραφὴ καὶ σῳζόταν μόνο αὐτή, ἦταν ἀρκετή, καὶ μόνο αὐτὴ ἡ παραβολὴ ν᾽ ἀναπληρώσῃ τὸ μήνυμα ὅλου τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ν᾽ ἀποδείξῃ ὅτι αὐτὸς ποὺ τὴν εἶπε εἶναι Θεός.

Εἶναι γνωστὴ σὲ ὅλους μας ἡ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ. Ἕνα πλουσιόπαιδο, ποὺ ζοῦσε στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μαζὶ μὲ τὸν μεγαλύτερο ἀδελφό του, ἀσφυκτιοῦσε στὸ περιβάλλον αὐτό. Ἔτσι κάποια μέρα ζήτησε ἀπὸ τὸν πατέρα τὸ μερίδιό του, τὸ πῆρε καὶ ἔφυγε σὲ ξένο μέρος, γιὰ νὰ χαρῇ τὴν ἐλευθερία του. Ἐκεῖ, μακριὰ ἀπὸ τὸ βλέμμα τοῦ πατέρα, σκόρπισε τὴν περιουσία του ζώντας ἀσώτως. Κάποτε ὅμως τὰ χρήματα τελείωσαν, πεῖνα ξαπλώθηκε παντοῦ, καὶ τὸ πλουσιόπαιδο γιὰ νὰ ζήσῃ ἔγινε χοιροβοσκός. Προσπαθοῦσε νὰ χορτάσῃ κλέβοντας ἀπὸ τὴν τροφὴ ποὺ προωριζόταν γιὰ τοὺς χοίρους. Στὴν ἀπελπιστικὴ κατάστασι ποὺ βρισκόταν, σκέφθηκε τὸ σπίτι τοῦ πατέρα του, τοὺς δούλους του ποὺ τρῶνε καὶ καλοτρῶνε ἐνῷ ἐκεῖνος κινδυνεύει νὰ πεθάνῃ. Πῆρε λοιπὸν τὴν ἀπόφασι νὰ γυρίσῃ πίσω, νὰ ζητήσῃ συγγνώμη ἀπὸ τὸν πατέρα του καὶ νὰ τὸν παρακαλέσῃ νὰ τὸν συμπεριλάβῃ στοὺς δούλους του, γιατὶ δὲν ἦταν ἄξιος νὰ λέγεται υἱός του.

Ὁ φιλόστοργος ὅμως πατέρας, κάθε μέρα ἀπὸ τότε ποὺ ἔφυγε τὸ ἄσωτο παιδί του, στηνόταν καὶ τὸν περίμενε βυθίζοντας τὸ βλέμμα του στὸ μακρινὸ ὁρίζοντα. Καὶ νά, μιὰ μέρα διέκρινε κάποιον νὰ πλησιάζῃ. Ἦταν ὁ γυιός του. Μόλις ἀπὸ μακριὰ ἀναγνώρισε τὴν κορμοστασιά του, ἔτρεξε, τὸν ἀγκάλιασε, ἄκουσε τὴν ἐξομολόγησί του, καὶ τοῦ χάρισε πάλι τὴν υἱοθεσία. Ἀμέσως μετὰ διέταξε, νὰ σφάξουν τὸ μοσχάρι τὸ σιτευτό, γιὰ νὰ φᾶνε καὶ νὰ χαροῦν γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ παιδιοῦ του, διότι «νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη» (Λουκ. 15,32).

Αὐτὴ μὲ ἁπλᾶ καὶ σύντομα λόγια εἶναι ἡ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ.  Ὁ πατέρας εἶναι ὁ πανάγαθος Θεός, ὁ ἄσωτος υἱὸς εἶναι ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς, ποὺ μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Πατέρα καὶ γλυκαινόμαστε μὲ τὰ χαρούπια, τὰ ξυλοκέρατα τῆς ἁμαρτίας. Κι ὅταν συνειδητοποιοῦμε τὶς πτώσεις μας, ἐπιστρέφουμε διὰ τῆς μετανοίας στὸ σπίτι τοῦ Πατέρα μας, ὁ ὁποῖος μᾶς ἀποκαθιστᾷ μὲ τὴ χάρι του στὴν προηγουμένη κατάστασι τῆς θείας υἱοθεσίας.

Θὰ ἤθελα, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, πρὶν τελειώσω, νὰ ἑπιστήσω τὴν προσοχή σας σὲ ἕνα ἀδύνατο σημεῖο, ποὺ δὲν τὸ πρόσεξε ὁ ἄσωτος υἱός, καὶ αὐτὸ τὸν ἔβγαλε, ὅπως βγάζει καὶ ἐμᾶς, ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Πατέρα. Τὸ ἀδύνατο αὐτὸ σημεῖο ἔχει σχέσι μὲ τὶς σκέψεις, τὶς κακὲς σκέψεις, τοὺς κακοὺς λογισμούς. Κάποια κακὴ σκέψι σφηνώθηκε στὸ νοῦ τοῦ ἀσώτου· τὴν ἔκρυψε μέσα στὴν ψυχή του, δὲν τὴν ἐκμυστηρεύθηκε· τὴν θεώρησε ἀληθινὴ καὶ ὠφέλιμη γιὰ τὸν ἑαυτό του. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι γνωστό· ξενιτεύθηκε, ἀσώτευσε καὶ παρὰ λίγο θὰ πέθαινε, ἂν δὲν ἐρχόταν ἡ ἄλλη, ἡ καλὴ πλέον σκέψι, ἡ ὁποία τὸν ξανάφερε στὸ σπίτι τοῦ Πατέρα, καὶ στὸ «παρὰ πέντε» τῆς ζωῆς του κέρδισε πάλι τὴν πατρικὴ υἱοθεσία. Μιὰ κακὴ σκέψι τὸν κατέστρεψε ὑλικὰ καὶ παρὰ λίγο θὰ τὸν κατέστρεφε καὶ πνευματικά, ἂν δὲν μετανοοῦσε.

Ἂς ἔλθουμε τώρα σ᾽ ἐμᾶς. Πολλὲς σκέψεις περνοῦν καθημερινὰ ἀπὸ τὸ νοῦ μας. Ἄλλες εἶναι καλὲς καὶ ἄλλες εἶναι κακές. Ἀναρωτηθήκαμε ποτέ, ἂν οἱ σκέψεις αὐτὲς εἶναι ὅλες δικές μας; Συνήθως τὶς θεωροῦμε δικές μας. Ὅμως δὲν εἶναι ἔτσι. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ἄλλη. Οἱ περισσότερες ἀπὸ αὐτὲς τὶς κακὲς σκέψεις εἶναι τοῦ ἐχθροῦ μας, τοῦ διαβόλου. Αὐτὸ διαφεύγει τὴν προσοχή μας, ὅπως διέφυγε τὴν προσοχὴ καὶ τοῦ ἀσώτου τῆς παραβολῆς. Ἂν εἶχε ὑπ᾽ ὄψιν του τὴ σωστὴ αὐτὴ γνῶσι, ἴσως νὰ μὴν τολμοῦσε νὰ φύγῃ ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Πατέρα. Στὴ στροφὴ τὸν περίμενε ὁ ἐχθρός, καὶ νά ποῦ τὸν κατάντησε· παρὰ λίγο νὰ πεθάνῃ.

Ἀδελφοί μου, ὁ ἐχθρὸς διάβολος δὲν ἔχει καμμία ἐξουσία ἐπάνω σ᾽ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανούς, τὰ βαπτισμένα καὶ μυρωμένα μὲ τὰ χαρίσματα τοῦ ἁγίου Πνεύματος παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Μπαίνει στὴ ζωή μας ὅταν ἐμεῖς τὸν προσκαλέσουμε. Κάθε κακὴ σκέψις εἶναι καὶ μία ἐπίθεσι τοῦ ἐχθροῦ. Πῶς ὅμως θὰ ἀποκρούσουμε τὶς ἐπιθέσεις αὐτές; Μὲ τὴ δύναμι τῆς προσευχῆς. Ὁ Κύριος μᾶς παρέδωσε μία πολὺ δυνατὴ προσευχή, τὸ γνωστὸ «Πάτερ ἡμῶν...». Λέγοντας αὐτὴ τὴν προσευχὴ θὰ φθάσουμε καὶ στὸ τέλος ὅπου λέει· «καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ» (Ματθ. 6,13). Ἡ προσευχὴ ποὺ γίνεται μὲ πίστι στὸν παντοδύναμο Θεό, καθαρίζει τὸ νοῦ μας ἀπὸ κάθε κακὴ σκέψι καὶ γίνεται ἀσπίδα ποὺ μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις τοῦ διαβόλου.

Αὐτὸ λοιπὸν νὰ ἔχουμε στὸ νοῦ μας καὶ νὰ προσέχουμε: Κάθε κακὴ σκέψι μᾶς φέρνει πιὸ κοντὰ στὴν ἁμαρτία. Κάθε καλὴ σκέψι μᾶς φέρνει πιὸ κοντὰ στὴ μετάνοια καὶ στὸν πανάγαθο Πατέρα μας. Ἀμήν.

π. Χ. Π.

© Copyright 2023 Ιερά Μητρόπολις Παροναξίας Back To Top