«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
ΚΥΡΙΑΚΗ Β/ ΛΟΥΚΑ
Κυριακὴ 5 Ὀκτωβρίου 2014
Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
Ἡ πτώση τοῦἀνθρώπου μέσα στὸν παράδεισο συνίστατο στὴν ἄρνηση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν προβολὴ τοῦἐγωισμοῦ του. Ὁ ἄνθρωπος ζητᾶἐγωιστικὰ νὰ ἱκανοποιήσῃ τὸν ἑαυτό του, νὰ χορτάσῃ τὸ σῶμα του, νὰ ταΐσῃ τὴν ψυχή του, ἀλλὰ ἡ ἐγωιστικὴἐπιδίωξή του τελικὰ τὸν ὁδηγεῖ στὸ μηδέν. Αὐτὸς ὁἐγωισμός, ἡ φιλαυτία, ὅπως τὴν λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, συνιστᾶ ὅλη τὴν ἀνθρώπινη τραγωδία, εἶνε ἡ ρίζα τῆς ἀρρώστειας τῆς ψυχῆς τοῦἀνθρώπου.
Γι᾽ αὐτὸ καὶὁ Κύριος, δίνει στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τὸ κατάλληλο φάρμακο: τὴν ἀγάπη.
Οἱ πρῶτοι του λόγοι ἀπετέλεσαν τὸν λεγόμενο χρυσὸ κανόνα, τὴν ἐντολὴ ἐκείνη, ποὺ μὲ λίγες λέξεις περικλείει ὅλο τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ. Καθὼς θέλετε, λέγει, νὰ πράττουν σ᾽ἐσᾶς οἱἄνθρωποι, ἔτσι νὰ τοὺς συμπεριφέρεστε κι ἐσεῖς.
Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἔλεγε: αὐτὸ ποὺἐσὺ μισεῖς, νὰ μὴ τὸ κάνῃς σὲ κανένα (Τωβὶτ 4,15). Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀρνητικὴ ἀποφυγὴ τοῦ κακοῦ. Καλό, ἀναγκαῖο, ἀλλὰ ὄχι πλῆρες. Ὁ Χριστός μας, ὡς τέλειος Θεός, μᾶς δίνει τὸ τέλειο, τὸ πλῆρες: αὐτὸ ποὺ θὲς νὰ σοῦ κάνουν οἱ ἄλλοι, νὰ κάνῃς κ᾽ἐσὺ στοὺς ἄλλους.
Τόσο ἁπλό, τόσο σύντομο, τόσο βαθύ. Ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ καὶ ἡ φιλοσοφία καὶ ἡ ἐπιστήμη ἐρευνοῦν, ἀλλὰ δὲν μποροῦν νὰ φθάσουν τὴν τελειότητα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Μέσα σὲ λίγες λέξεις, ὅλη ἡ οὐσία τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Ἕνας νόμος ποὺἀρκεῖ ἀντικαθιστώντας ὅλους τοὺς νόμους. Τίποτα δὲν χρειάζεται νὰ προσθέσῃς, τίποτα δὲν πρέπει νὰ ἀφαιρέσῃς.
Μόνον νὰ ἐφαρμόσῃς. Ἀλλὰ ἐδῶ ἀρχίζουν τὰ δύσκολα.
Ὁ εὐαγγελικὸς λόγος ὅμως δὲν σταματᾶ ἐδῶ. Προχωρᾶ ἀκόμη βαθύτερα, γιὰ νὰ φθάσῃ τὸ νυστέρι τοῦ χειρουργοῦ στὸ κόκκαλο, νὰ ξερριζώσῃ τὴν ἀρρώστεια.
«Ἐὰν ἀγαπᾶτε, λέγει, αὐτοὺς ποὺ σᾶς ἀγαποῦν, ποιά ἀμοιβή σᾶς ἀνήκει; Καμμία. Διότι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀγαποῦν ὅσους τοὺς ἀγαποῦν. Καὶἐὰν κάνετε τὸ καλὸ μονάχα στοὺς εὐεργέτες σας, ποιά ἀμοιβὴἔχετε; Καμμία. Διότι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ ἴδιο κάνουν. Καὶ ἂν δανείζετε ἐκείνους ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἐλπίζετε νὰ λάβετε πίσω τὰ δανεισθέντα, ποιά ἀμοιβὴ ἔχετε ἀπὸ τὸν Θεό; Καμμία. Διότι καὶ οἱἁμαρτωλοὶ δανείζουν σὲἁμαρτωλοὺς γιὰ νὰ πάρουν κατόπιν πίσω τὰ δανεισθέντα.
«Ἐσεῖς, ὅμως», ἐννοεῖτε οἱ πιστοί, «νὰἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας καὶ νὰ εὐεργετεῖτε καὶ νὰ δανείζετε χωρὶς νὰ περιμένετε ἀνταπόδοσι ἀνθρώπινη, καὶ θὰ εἶνε ὁ μισθός σας πολὺς (στὸν οὐρανό), καὶ θὰ γίνετε παιδιὰ τοῦὙψίστου Θεοῦ, διότι Αὐτὸς εὐεργετεῖ τοὺς ἀχαρίστους καὶ τοὺς πονηρούς».
Πόσο ἀπόμακρα, ἐξωπραγματικὰ ἀκούγονται τὰ λόγια αὐτὰ σήμερα, μέσα σὲ μιὰ ὑλιστικὴ εὐδαιμονιστικὴ κοινωνία; Ἄλλο τόσο ὅμως εἶναι ἀληθινὰ καὶ ἀδιάψευστα καὶ αἰώνια. Ἐὰν ὁὁρίζοντάς μας εἶναι ἡ γῆ, οἱἀμοιβές μας φτάνουν μέχρι τὸν τάφο. Ἐὰν στόχος μας εἶναι ὁὑλικὸς πλουτισμός, δὲν θὰ πάρουμε τίποτα μαζί μας ὅταν ἀφήνουμε αὐτὸ τὸν κόσμο. Οἱἀρχαῖοι Ἕλληνες ἔβαζαν μέσα στοὺς τάφους κάποια πολύτιμα κοσμήματα, κέρματα κλπ., τὰ λεγόμενα κτερίσματα, γιὰ νὰ ἔχουν οἱ νεκροὶ νὰ πληρώνουν τὸν βαρκάρη τῆς Ἀχερουσίας λίμνης, τὸν Χάρο. Αὐτὰὅμως ἦταν μόνον μία μυθώδης ἐξαπάτηση. Στὸν ἄλλο κόσμο τὰ χρήματα, τὰ κοσμήματα δὲν περνᾶνε. Ἐκεῖ περνοῦν μόνον τὰἀγαθὰἔργα ποὺ κάναμε σ᾽ αὐτὴ τὴν ζωή, ἂν δὲν μᾶς τὰ ξεπλήρωσαν οἱἀποδέκτες τους. Γι᾽ αὐτὸἐπιμένει ὁ Κύριος:
«ποία ὑμῖν χάρις ἐστί;», τί κερδίσατε λοιπόν ἀπὸ τὰἔργα σας γιὰ τὸν οὐρανό;
«Γίνεσθε λοιπὸν ἐλεήμονες ὅπως εἶναι καὶὁ Πατέρας σας». Αὐτὴ εἶναι ἡ κατάληξι τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ἂς ἀναρωτηθοῦμε, λοιπόν, ἀδελφοί. Ὁ Θεὸς εἶναι Ἐλεήμων. Τί σημαίνει αὐτό; Ἐὰν ἡἐλεημοσύνη εἶναι μία ἀνοησία, ὅπως καυχῶνται πολλοὶὑλόφρονες τῆς σήμερον, τότε εἶναι ἀνόητος ὁ Θεός; Μὴ γένοιτο! Ἀνόητος εἶναι αὐτὸς ποὺ στηρίζει τὶς ἐλπίδες του στὶς σκιὲς καὶ τὰὄνειρα. Γιατὶ τί ἄλλο εἶναι ἡἐγκόσμια καταξίωσι, ὁ πλουτισμός, οἱ δόξες, οἱἀπολαύσεις, οἱἡδονές, παρὰ σκιὰ καὶὄνειρο ποὺ μετὰἀπὸ λίγο διαλύεται καὶἐξαφανίζεται; Ἀνόητος λοιπόν, ὅποιος στήριξε τὴν ζωή του στὸν μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας, τὸ χρῆμα. Ἀνόητος ὅποιος ξέχασε ὅτι καὶἐμεῖς ἐδῶ στὸν κόσμο αὐτὸἔχουμε ἡμερομηνία λήξεως, γιὰ νὰἀνατείλουμε ὅμως κάπου ἀλλοῦ.
Ἡἄνευ ὅρων ἀγάπη, τὸἔλεος πρὸς πάντας ἀνθρώπους ἀδιακρίτως μὲ διακριτικότητα ὅμως ποὺ δὲν πληγώνει καὶ διάκρισι ὡς πρὸς τὸ πόσο καλύτερα μποροῦμε νὰὠφελήσουμε τοὺς συνανθρώπους μας στὶς ἀνάγκες τους, αὐτὰ εἶναι ποὺ θὰ γιατρέψουν καὶ τὴν δική μας τὴν ψυχή καὶ θὰ μᾶς κάνουν ἀληθινὰ παιδιὰ τοῦἘπουρανίου Πατέρα. Ὅπως εἶπαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας: «Προσπάθησε νὰἀγαπήσῃς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅλα τὰ πάθη θὰ φύγουν ἀπὸ μέσα σου».
Ἡ διδασκαλία εἶναι σύντομη, εὐκολομάθητη, ἀλλὰ δυσεφάρμοστη γιατὶ μᾶς ἐμποδίζει ἡ φιλαυτία μας, ὁἐγωισμός μας, ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος. Ἐδῶ εἶναι ποὺ πρέπει ὅλοι μας νὰ ρίξουμε τὸ βάρος γιατί, ἂς μὴ τὸ ξεχνοῦμε, ἐδῶ δίνουμε ἐξετάσεις. Καὶἀναμένουμε ὅλοι τὴ βαθμολογία μας, ποὺ θὰ βγῇ κάποια στιγμή, ποὺ δὲν τὴν περιμένουμε. Ἀμήν.
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ/ ΛΟΥΚΑ - ΑΓ. ΠΑΤΕΡΩΝ
Κυριακὴ 12 Ὀκτωβρίου 2014
Η ΔΥΝΑΜΙΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Στὶς μέρες μας ὑπερπλεόνασε ὁἀνθρώπινος λόγος. Εἰδικὰ μετὰ τὴν ἐπικράτησι τοῦ διαδικτύου βλέπουμε μία ἀκατάσχετη χρῆση του, ποὺἐκτρέπεται πλέον ἀπὸ πάσης ἀπόψεως καὶ φτάνει στὴν κατώτατη στάθμη τῆς ὕβρεως, τῶν βωμολοχιῶν, τῶν συκοφαντιῶν, τῶν ἀπειλῶν κλπ. Ἀλλὰ κι ὅταν πάλι ὁἀνθρώπινος λόγος προσπαθεῖ νὰ νοηματοδοτήσῃ τὴ ζωή, χάνεται πολλὲς φορὲς μέσα στὰ θολὰ νερὰ τῶν ἰδεολογιῶν, τῶν αἱρέσεων, τῶν φιλοσοφιῶν, τῶν διαφόρων ἀνθρωπίνων θρησκειῶν. Ὁἄνθρωπος μιλάει, μιλάει συνεχῶς, γράφει συνεχῶς, ἀλλὰ τελικὰ τὰ λόγια του δὲν βρίσκουν τὸν στόχο τῆς ἀληθείας. Ἡ πολυλογία ἀντιθέτως ἔφερε τὴν ἀλογία. Ἡ ψυχὴ τοῦἀνθρώπου ὅμως ἐξακολουθεῖ νὰ διψᾷ. Ποιός θὰ μπορέσῃ νὰ τὴν ξεδιψάσῃ;
Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο μᾶς μιλᾶ γιὰ τὴν δύναμι τοῦ μόνου λόγου ποὺἀξίζει νὰἀκούγεται καὶ νὰ μελετᾶται καὶ νὰ προφέρεται· τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.
«Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ». Ὁ Κύριος ἦρθε στὴν γῆ γιὰ νὰ σπείρῃ τὸν σπόρο Του. Ποιός εἶναι αὐτός; Ὁ λόγος Του. Ὁ Χριστὸς ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ μᾶς μιλήσῃ. Τί μεγάλη σημασία ἔχει ὁ λόγος! Μόνον ὁἄνθρωπος ἀπὸὅλα τὰ ζωντανὰὄντα ἔχει τὴ δυνατότητα τοῦ λόγου. Αὐτὴ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο. Ὁ λόγος εἶναι ἰδίωμα καὶ τοῦ Θεοῦ. Καὶ τώρα ἔρχεται ὁἴδιος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ Θεὸς γιὰ νὰ μᾶς δώσῃ τὸ λόγο Του. Γιατί; Γιατὶὁ λόγος αὐτὸς ἔχει τὴν δύναμι νὰ μᾶς τραβήξῃἀπὸ τὸν γκρεμὸ τῆς ἁμαρτίας, νὰ μᾶς ἐπαναφέρῃ στὴν πορεία μας πρὸς τὸν οὐρανό, νὰ θεραπεύσῃ τὶς πληγές μας, νὰ μᾶς ἀνακαινίσῃ, νὰ μᾶς κάνῃ νέους ἀνθρώπους.
Ὁ σποριᾶς δὲν τσιγγουνεύεται τοὺς σπόρους του. Σπέρνει παντοῦ στὸ χωράφι του. Ἀκόμη κι ἂν ὁ σπόρος πέφτει σὲ μέρη ποὺ δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα νὰ καρπίσῃ. Ἔτσι κι ὁ οὐράνιος σποριᾶς· σπέρνει τὸν λόγο Του καὶ σὲ ψυχὲς ἄκαρπες. Ὁ Χριστὸς μᾶς καλεῖ. Μὲ τὰ λόγια Του, μὲ τὰἔργα Του, μὲ τὰἔργα τῆς δημιουργίας, τὴν κτίσι, τὴ φύσι, μέσα ἀπὸ τὰ προσωπικὰ γεγονότα τῆς ζωῆς μας, ἀπὸ παντοῦ σπέρνει στὶς ψυχές μας τὸν καλὸ σπόρο Του, τὸν καλὸ λογισμό, τὴν ἀδιάσειστη ἀλήθεια, τὴν ἀνυπόκριτη ἀγάπη.
Ἀλλά, τί κρῖμα! Ὁ σπόρος εἶναι καλός, ἀλλὰἡ γῆ ποὺ τὸν δέχεται δὲν εἶναι πάντα καλή.
Ἄλλοτε ὁ σπόρος πέφτει στὸν χιλιοπατημένο δρόμο καὶ τὰ πουλιὰ σπεύδουν νὰ τὸν ἁρπάξουν.
Ἄλλοτε δηλαδὴ ἡ ψυχὴ εἶναι σκληρή, πέτρα, πατημένη ἀπὸ τὴν κακία τῆς ἁμαρτίας, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ πονηρός, ὁ διάβολος, σπεύδει νὰ ἐξαφανίσῃἀπὸ τὴ σκέψη της τὴν ἐνθύμηση τοῦ Θεοῦ.
Ἄλλοτε πάλι ὁ σπόρος πέφτει ἐκεῖ ὅπου ἡ γῆ εἶναι πετρώδης. Οἱ ρίζες δὲν βρίσκουν χῶμα γιὰ νὰ μποῦν βαθειά, γι᾽ αὐτὸ καὶὅλη ἡ δύναμη τοῦ φυτοῦ βγαίνει πρὸς τὰἔξω. Φαίνεται στὴν ἀρχὴ λαμπρό, ἀλλὰ σύντομα, μὲ τὴν πρώτη ξηρασία τὸ φυτὸ ξεραίνεται γιατὶ δὲν ἔχει ρίζες βαθειὲς νὰἀντλήσῃ ὑγρασία γιὰ νὰ ζήσῃ. Ἔτσι καὶ μερικοὶ ἄνθρωποι. Φαίνονται στὴν ἀρχὴ νὰ προκόπτουν στὴν πνευματικὴ ζωή, ἀλλὰ δὲν φροντίζουν νὰ ριζώσουν τὴν πίστη βαθειὰ μέσα τους. Ἡἐπιφανειακή, ἐπιπόλαια, ρηχή, ἐξωτερικὴ πνευματικὴ ζωὴ δὲν θ᾽ἀντέξῃ γιὰ πολύ. Στὸν πρῶτο πειρασμὸ θ᾽ἀπομακρυνθῇἀπὸ τὸν Θεό. Γι᾽ αὐτὸ χρειάζεται πνευματικὴἐργασία σὲ βάθος.
Ἄλλος σπόρος πέφτει ἀνάμεσα στ᾽ἀγκάθια. Προοδεύει. Ἀλλὰ παράλληλα αὐξάνονται καὶ_τ᾽ἀγκάθια. Κάποια στιγμὴ τ᾽ἀγκάθια πνίγουν τὸ φυτὸ καὶ τὸ νεκρώνουν. Δὲν φτάνει μόνον
νὰ πιστεύσουμε. Πρέπει καὶ νὰ ξερριζώσουμε τὰ πάθη μας. Ἀλλιῶς τὰ πάθη μας, ἡ φιληδονία μας, οἱ μέριμνες τοῦ κόσμου αὐτοῦ, οἱ σκοτοῦρες του, ἡἀγωνία μόνον γιὰ τὰἐπίγεια ποὺ
ξεχνᾶ τὰ αἰώνια, θὰ πνίξουν κάθε καλὴ διάθεση μέσα μας. Δὲν ἀγωνιστήκαμε νὰ τηρήσουμε τὶς ἐντολές, τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ γι᾽ αὐτὸ καὶἡἁμαρτία καταλαμβάνει σιγὰ σιγὰ τὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς μας μέχρι νὰ τὴν πνίξῃ τελείως.
Τί ξεχωρίζει ὅμως τὴν τετάρτη, τὴν ἐκλεκτὴ μερίδα; Πρῶτα, ὅτι ἔχουν καλὴ καρδιά.
Ἔπειτα ὅτι βαστοῦν τὸν σπόρο· δὲν ἀφήνουν τὰ πουλιὰ νὰ τοὺς τὸν ἁρπάξουν. Κρατοῦν δηλαδὴ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα τους καὶ τὸν ξαναφέρνουν πολλὲς φορὲς στὴν θύμησή τους παρ᾽ὅλες τὶς ἐνοχλήσεις τῶν πονηρῶν λογισμῶν. Ἀλλ᾽ὄχι μόνον τὸν ἔχουν στὸν νοῦ τους, ἀλλὰ καὶ τὸν κάνουν πράξη. Καρποφοροῦν. Τέλος δέ, ὅτι ἔχουν ὑπομονή. Δὲν βιάζονται νὰ καρποφορήσουν. Κάνουν ρίζες καὶ περιμένουν τὴν βροχὴ τοῦ οὐρανοῦ, τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ ποὺ θὰ φέρῃ τὴν καλὴ καρποφορία, γι᾽ αὐτὸ καὶὑπομένουν στὸν καιρὸ τοῦ πειρασμοῦ.
Παραβολικὸς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ μὴ ρίξῃ τὰ μαργαριτάρια στοὺς χοίρους καὶ τὰ καταπατήσουν, κάτι ποὺ καὶ τὰ μαργαριτάρια θὰἐξαχρείωνε στὰ μάτια τῶν πολλῶν ἀλλὰ καὶ στοὺς ἴδιους τοὺς χοιρώδεις ἀνθρώπους θὰ προκαλοῦσε μεγαλύτερη κατάκρισι.
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ μοναδικὸς λόγος ποὺ μπορεῖ νὰἀναπαύσῃ τὴν ψυχὴ τοῦἀνθρώπου, νὰ τῆς δώσῃ φτερὰ γιὰ νὰἀνεβῇ ψηλά, ἐλπίδες ποὺ δὲν ἐξαπατοῦν. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ μοναδικὸς ποὺ μπορεῖ νὰ φωτίσῃ τὰ σκοτάδια τῆς ψυχῆς μας, νὰ ἀποκαλύψῃ τὶς ἐλλείψεις μας, νὰ καλλιεργήσῃ τὶς ἀρετές μας. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ μοναδικὸς ποὺ μπορεῖ νὰ δώσῃ νόημα σὲ μία ζωὴ ποὺ χωρὶς αὐτὸν φαίνεται αἴνιγμα, μυστήριο ἄλυτο, καὶ τελικὰ γίνεται ἀνόητη, ἀνούσια, ἄσκοπη.
Γι᾽ αὐτὸἂς δείξουμε προθυμία νὰ τὸν ἀκούσουμε, ζέση νὰ τὸν κρατήσουμε μέσα μας, ζῆλο, ὥστε ἔστω κι ἂν ἔρχεται ἀντίθετος στὰ πάθη μας νὰ τὸν ἐφαρμόσουμε μὲὑπομονὴ καὶἐλπίδα στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
ΚΥΡΙΑΚΗ Γ/ ΛΟΥΚΑ
Κυριακὴ 19 Ὀκτωβρίου 2014
ΚΥΡΙΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ
Τί εἶναι ζωή; Μπορεῖ ἆραγε κανεὶς νὰ ἀπαντήσῃ σ᾽ αὐτὸ τὸἐρώτημα; Δὲν μποροῦμε νὰ δώσουμε τὸν ὁρισμό της, ἀφοῦ ἡ ζωὴ μᾶς περικλείει καὶ δὲν τὴν περικλείουμε ἐμεῖς. Μποροῦμε ὅμως νὰ ποῦμε ὅτι ὅσο ὁ θάνατος εἶναι τὸ πιὸ ἀποκρουστικὸ πρᾶγμα γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἄλλο τόσο καὶ ἡ ζωὴ εἶναι τὸ πιὸ ἀγαπητὸ πρᾶγμα γι᾽ αὐτόν. Γιατὶ ὁ ἄνθρωπος ἦρθε στὴν ζωὴἀπὸ τὸ μηδέν, τὴν ἀνυπαρξία καὶ πάλι πορεύεται πρὸς τὸν θάνατο. Εἶναι ὅμως ὁ θάνατος ὁ ἐκμηδενισμὸς τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου;
Πολλοὶ προσπάθησαν νὰ δώσουν ἀπάντησι στὸ τί ἀκολουθεῖ μετὰ τὸ θάνατο. Στὶς μέρες μας ἀρκετοὶ δίνουν μία ἀρνητικὴἀπόκρισι. Λένε· ἐδῶ εἶναι ὁ παράδεισος κι ἡ κόλαση καὶ νομίζουν ὅτι ἔτσι τακτοποίησαν τοὺς ἑαυτούς τους. Πόσο πλανῶνται!
Ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ὁ θάνατος ἦταν τὸ φόβητρο τοῦἀνθρώπου. Πολλοὶἀρχαῖοι λαοὶ καὶ κατ᾽ἐξοχὴν οἱἀρχαῖοι Ἕλληνες πίστευαν ὅτι οἱ ψυχὲς κατεβαίνουν στὸν ᾍδη, στὴν κόλασι, ὅπου βασανίζονται. Ποιός θὰ μποροῦσε νὰ λυτρώσῃ τὶς ψυχὲς ἀπὸ τὰἀτέρμονα αὐτὰ βάσανα τοῦ κάτω κόσμου; Μία ἐλπίδα ὑπῆρχε σὲὅλους τοὺς ἀρχαίους λαούς· ἡ προσμονὴ τοῦ λυτρωτοῦ ποὺ θὰἔστελνε ὁ Θεός.
Καὶἦλθε Αὐτὸς ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ δώσῃ τὴν μόνη αὐθεντικὴἀπάντηση. «Κανεὶς δὲν ἀνέβηκε στὸν οὐρανὸ παρὰ μόνον αὐτὸς ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὁ υἱὸς τοῦἀνθρώπου -ἄνθρωπος- ποὺἐξακολουθεῖὡς πανταχοῦ παρὼν -Θεὸς- νὰ βρίσκεται καὶ στὸν οὐρανό» (Ἰω.3, 13). Μόνον Αὐτός, ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, μποροῦσε νὰ μᾶς πῇ μὲἀκρίβεια, τί βρίσκεταιπέρα ἀπὸ τὴν ὁρατὴ πραγματικότητα.
Ὅσοι δὲν δέχονται τὴ μαρτυρία Του, αὐτοὶ παραμένουν θεληματικὰ στὸ σκοτάδι (Ἰωάν. 3, 19). Γι᾽ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς «μὴἔχοντας ἐλπίδα» (Α/ Θεσσ. 4, 13), ὅπως τοὺς ὀνομάζει ὁἀπόστολος Παῦλος ὁ θάνατος εἶναι ἕνα τραγικὸ συμβάν, μέσα στὸ μυστήριό του.
Χάνονται τὰ πάντα. Πόσες φορὲς δὲν βλέπουμε ἀνθρώπους σὲ κηδεῖες νὰ καταρρέουν ψυχικά;
Γιατί; Γιατὶ δὲν ἔχουν ἐλπίδα.
Ἀκόμη χειρότεροι εἶναι βέβαια ἐκεῖνοι ποὺ προσπερνοῦν ἀκόμη καὶ τὸν θάνατο μὲ μιὰ βιαστικὴ ματιὰ γιὰ νὰ συνεχίσουν τὴν καλοπέρασή τους. Τὰ γουρούνια, λένε, κοιτάζουν πρὸς τὸν οὐρανὸ μόνον ὅταν τὰ σφάζουν. Ἔτσι καὶ κάποιοι ἄνθρωποι, ναρκώνονται ἀπὸ τὶς ἐπίγειες ἀπολαύσεις τόσο πολύ, ποὺ ξυπνοῦν μόλις τὴν ὥρα τῆς ἀναχωρήσεως ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο. Ἀλλὰ τότε τί νὰ πρωτοκάνουν;
Ὁ θάνατος βέβαια ἀγαπητῶν προσώπων καὶἰδίως ὅταν ἔχεις συνδέσει τὴ ζωή σου μὲ αὐτά, φέρνει, φυσικά, θλίψη. Λυπούμαστε γιατὶ χάνουμε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μᾶς στήριζαν, θλιβόμαστε γιατὶ φεύγουν ἐκεῖνοι στοὺς ὁποίους προσφέραμε τὴν ἀγάπη μας καὶ γι᾽ αὐτὸἔδιναν νόημα καὶ στὴ δική μας ζωή. Ἀκόμη μεγαλύτερη βέβαια εἶναι ἡ θλίψη, ὅταν αὐτὸς ποὺ φεύγει εἶναι τὸ μοναδικὸ κοντινὸ πρόσωπό μας. Ἡ θλίψη αὐτὴ εἶναι φυσική, ἀλλὰ δὲν πρέπει νὰ κατακυριεύσῃ τὴ ψυχή μας. Καὶὁ Κύριος ἐδάκρυσε γιὰ τὸ Λάζαρο, γιὰ νὰ μᾶς δώσῃὑπόδειγμα, ἀλλὰ μέχρις ἐκεῖ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ σήμερα, τὸν ἀκούσαμε νὰ λέῃ στὴν χήρα μάνα ποὺἔχασε τὸ μονάκριβο ἀγόρι της· «μὴ κλαῖε», μὴ κλαῖς.
Ὁ Χριστός μας προερχόταν ἀπὸ τὴν Καπερναούμ, ὅπου διὰ θαύματος εἶχε θεραπεύσει τὸν δοῦλο τοῦἑκατοντάρχου. Τὸν συνώδευαν πλῆθος μαθητῶν. Ἔφτανε στὴν πόλη Ναΐν. Ναῒν θὰ πῇ «Ὡραῖος», καὶ πράγματι ὁ τόπος ἐκεῖνος εἶναι πολὺὡραῖος. Ὅμως, τί ἀντίθεση! Οἱὡραιότητες αὐτοῦ τοῦ κόσμου βαστοῦν πολὺ λίγο. Μία συνοδεία ἔβγαινε ἀπὸ τὴν πόλι ποὺἔφερνε στὴν καρδιὰ θλῖψι καὶ σκέπαζε κάθε ἄλλη ἐπίγεια ὡραιότητα. Γινόταν ἡ κηδεία τοῦ μονάκριβου νεαροῦ γιοῦ μιᾶς χήρας. Πολλοὶ συμμετεῖχαν στὴν τελετή.
Δὲν εἶναι τυχαία ἡὥρα. Δὲν εἶναι συμπτωματικό, ὅτι ὁ Κύριος πῆγε ἐκεῖ αὐτὴ τὴν ὥρα.
Πῆγε ἀκριβῶς γιὰ νὰ γιατρέψῃ τὴν καρδιὰ τῆς χήρας μάνας. Εἶδε τὴ χήρα καὶ τὴν σπλαγχνίστηκε καὶ ἀφοῦ τὴν πλησίασε, τῆς λέει· Μὴ κλαῖς. Πλησιάζει στὸ φέρετρο καὶ ὑπερβαίνοντας τὸ Νόμο, ποὺ ὥριζε νὰ μὴν ἀκουμποῦν νεκρούς, ὁ Ζωοδότης ἀκουμπᾶ τὴν νεκρὴ σορὸ τοῦ παιδιοῦ. Ἡ πομπὴ τῆς κηδείας σταματᾶ. Τί θὰ κάνῃἆραγε ὁ Διδάσκαλος; Ἀπευθύνεται πρὸς τὸν νεκρό, καὶ τοῦ λέγει. Νέε, σὲ σένα ὁμιλῶ, Σήκω. Δὲν χρειάζεται ὁ Κύριος καὶ Θεὸς νὰ ἐπικαλεσθῇ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ὅπως οἱ προφῆτες ποὺ στὸ παρελθὸν εἶχαν ἀναστήσει νεκρούς. Καὶὁ νέος, σὰν νὰ κοιμόταν ἁπλῶς, σηκώθηκε καὶἄρχισε ἀμέσως νὰ μιλᾶ, πρᾶγμα ποὺ σήμαινε, ὅτι εἶχε ἀνακτήσει πλήρως τὶς δυνάμεις του. Ὁ Κύριος τὸν παρέδωσε ξανὰ στὴν μάνα του. Ὁ Θεὸς μᾶς παραδίδει στοὺς γονεῖς μας γιὰ νὰ μᾶς μεγαλώσουν. Ὅλοι φοβήθηκαν καὶ δόξαζαν τὸν Θεὸ λέγοντας· Μέγας προφήτης ἀναδείχθηκε ἀνάμεσά μας καὶὅτι ὁ Θεὸς ἐπισκέφθηκε τὸ λαό Του. Καὶ πράγματι ἦταν ἐπίσκεψη Θεοῦἐκείνη ἡἐπίσκεψη τοῦ Χριστοῦ.
Ἀδελφοί, κανεὶς ἄλλος στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία δὲν μπόρεσε νὰ νικήσῃ τὸν θάνατο, οὔτε θὰ μπορέσῃ. Οἱἅγιοι ποὺἀνέστησαν νεκρούς, ὡμολογοῦσαν, ὅτι ὄχι μὲ τὴ δική τους δύναμη, ἀλλὰ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦἔκαναν τὰ θαύματα. Ὁ Κύριος αὐτεξουσίως, μὲ τὴν δική Του ἐξουσία, ὡς Θεὸς Παντοδύναμος, τὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τελεῖ τὴν ἀνάσταση τοῦ νεκροῦ καὶ θὰἀναστήσῃ κατόπιν καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό Του.
Ἂς διώξουμε μακρυὰ κάθε ἀμφιβολία, κάθε ὀλιγοπιστία, κάθε λογισμὸἀπιστίας ποὺ σπέρνει μέσα μας ὁ πονηρός, κι ἂς ὁμολογοῦμε διαρκῶς μὲ ὅλη μας τὴ ζωή, καὶ μὲ ἐμπιστοσύνη
στὴν πρόνοιά Του, ὅτι Ἐκεῖνος ποὺ εἶπε, «Ἐγὼ εἶμαι ἡ ζωή» (Ἰωάν. 11, 25, καὶ 14, 6), εἶναι ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Ἀμήν.
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
ΚΥΡΙΑΚΗ Ϛ/ ΛΟΥΚΑ
Κυριακὴ 26 Ὀκτωβρίου 2014
Ἔχει ὁ διάβολος δικαιώματα στὴν κτίση;
Ὁ Θεὸς ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο τὴν εὐλογία νὰ κατακυριεύσῃ τὴν γῆ καὶὅλα ὅσα εἶναι πάνω της (Γέν. 1, 28). Αὐτὴ ἡ πνευματικὴ εὐλογία φαίνεται στοὺς ἁγίους, στοὺς ὁποίους ὑποτάσσεται ἑκουσίως ὅλη ἡ κτίση. Ἀλλ᾽ὁἄνθρωπος μὲ τὴ δύναμη τοῦ νοῦ, ποὺ τοῦἔδωσε ὁ Θεὸς, κατακυριεύει καὶὑλικὰ τὴν κτίση. Αὐτὸὅμως γίνεται ἀφορμὴ καυχήσεως καὶὑπερηφανείας.
Νομίζει, ὅτι εἶναι κάποιος σπουδαῖος καὶ ὅτι εἶναι σχεδὸν παντοδύναμος. Ἔρχεται ὅμως ἡ πραγματικότης νὰ τὸν διαψεύσῃ. Τότε φαίνεται, ὅτι πνευματικὰ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ μόνος του ἔχει τόση δύναμη, ὅσο ἕνα μυρμηγκάκι ἢ ἀκριβέστερα, ὅτι ὁἄνθρωπος χωρὶς τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνα μηδέν.
Ὁ Κύριος ἀφήνει τὴ Γαλιλαία γιὰ νὰ πάῃ στὴν ἀνατολικὴ ἀκτὴ τῆς λίμνης της, στὰ σύνορα τοῦἸσραήλ. Ἐκεῖ, ὅπου οἱ ντόπιοι κάτοικοι, ἂν καὶ ἦταν Ἑβραῖοι, εἶχαν ἐπηρεαστῆ ἀπὸ τὸν εἰδωλολατρικὸ τρόπο ζωῆς. Ἐκεῖ, ὅπου τὰ δαιμόνια εἶχαν μεγαλύτερη ἐξουσία ἐξ αἰτίας τῆς ἀποστασίας τῶν ἀνθρώπων. Ἄφησε τοὺς ὄχλους ποὺἔτρεχαν κοντά Του (Ματθ. 8, 18), γιὰ
νὰ γευτοῦν τὰ θαύματά Του καὶ πηγαίνει πρὸς ἐκείνους ποὺ θὰ τὸν διώξουν, γιατὶ θὰ δοῦν τὴ δύναμή Του. Ὁ Χριστός μας δὲν ἦρθε ἐδῶ στὴ γῆ γιὰ νὰ δοξασθῇ μὲἐπίγεια δόξα ἀπὸἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἦρθε γιὰ νὰ θεραπεύσῃ τὸ πλάσμα Του.
Στὴν περιοχὴ λοιπὸν τῶν Γαδαρηνῶν κατέπλευσε τὸ πλοιάριο ποὺ μετέφερε τὸν Κύριο.
Κι ὅταν βγῆκε στὴν ὄχθη, τί θέαμα ἀντίκρυσε; Ἐλεεινὸ καὶ τρισάθλιο. Ἕνας γυμνὸς ἄνθρωπος, μανιασμένος, ὁὁποῖος εἶχε γίνει κατοικητήριο τῶν δαιμόνων ἀπὸ παλαιά, τὸν ὁποῖο δὲν μποροῦσαν οὔτε νὰ τὸν δέσουν. Τὸν ἔδεναν μὲἁλυσίδες καὶ μὲ σιδερένια δεσμὰ στὰ πόδια του καὶ αὐτὸς σὰν κλωστὲς τὰἔσπαζε καὶἔφευγε στοὺς ἔρημους τόπους. Ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῆς περιοχῆς. Ζοῦσε μέσα στοὺς τάφους, ποὺ ἀφθονοῦσαν ἐκεῖ.
Αὐτὴ εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς ἀνθρωπότητος ποὺ βρῆκε ὁ Κύριος. Πίσω ἀπὸ τὴν βιτρίνα τῆς κοινωνικῆς ἁρμονίας, ἡἀποστασία ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶἡ συνακόλουθη ταραχὴ τοῦ δαιμονισμοῦ. Ψυχὲς χωρὶς ζωή, νεκρές, μανιασμένες ἀπὸ τὴ μανία τοῦ μισοκάλου ἐχθροῦ τοῦἀνθρώπου.
Ἀλλὰ ἐδῶ φαίνεται ἡἐξουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ δαιμονισμένος μόλις εἶδε τὸν Ἰησοῦ, ἄλλαξε συμπεριφορά. Ὁ πρώην ἀδέσμευτος καὶἀνίκητος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γονάτισε μπροστά Του βγάζοντας κραυγή, σὰν σκυλάκι ποὺ πέφτει στὰ γόνατα μπροστὰ στὰ πόδια τοῦἀφεντικοῦ του. Ὁ Κύριος διέταξε τότε τὸἀκάθαρτο πνεῦμα νὰ βγῇἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶἐκεῖνο μὲ δυνατὴ φωνὴ εἶπε· Τί κοινό ὑπάρχει ἀνάμεσά μας Ἰησοῦ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦὑψίστου; σὲ παρακαλῶ, μὴ μὲ βασανίσῃς. Ὁ βασανιστὴς τοῦἀνθρώπου παρακαλεῖ τὸν Κύριο καὶ Θεὸ νὰ μὴ τὸν βασανίσῃ. Ὁ ἄδικος καὶ κακοῦργος δαίμονας γνωρίζει, ὅτι θὰἔρθῃἡἡμέρα τῆς κρίσεώς του, τῆς δίκης του καὶ προσπαθεῖ νὰ τὴν ἀναβάλλῃ. Θὰἔρθῃἡἡμέρα καὶἡὥρα, ποὺὅλες οἱἀδικίες θὰ βγοῦν στὸ φῶς καὶὅλοι οἱἄδικοι, ποὺ τώρα καυχῶνται καὶ καταδυναστεύουν τοὺς ἀδελφούς τους, θὰ λάβουν τὸ μισθό τους.
Ὁ Κύριος προχωρᾷ στὴν ἀποκάλυψι τῆς τραγικότητος τοῦἀνθρώπου. Ποιό εἶναι τὸὄνομά σου; τὸν ρωτᾷ. Ἀντὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἀποκρίνεται ἐκεῖνος ποὺ εἶχε κάνει κατάληψι στὴν ψυχή του. Λεγεώνα μὲ λένε, εἶναι ἡἀπάντησή του. Λεγεώνα ἦταν ὁλόκληρο ρωμαϊκὸ σύνταγμα μὲἕξι χιλιάδες στρατιῶτες. Ἑκατοντάδες, χιλιάδες δαιμόνια εἶχαν κάνει κατοικητήριό τους τὴν ἄθλια ἐκείνη ψυχή. Στιγμὴ δὲν ἔμενε ποὺἕνας ἀπὸ αὐτοὺς νὰ μὴ τὸν πειράζῃ. Κι ὅταν ὅλοι μαζὶ τὸν τυρρανοῦσαν, τότε…
Ἡἑπόμενη φράση τοῦ εὐαγγελίου ἀποκαλύπτει τὴν τιποτένια δύναμη τοῦ διαβόλου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Τὰ δαιμόνια παρακαλοῦν τὸν Κύριο νὰ μὴ τὰ διατάξῃ νὰ πᾶνε στὴν ἄβυσσο, στὴν κόλαση. Αὐτὸς εἶναι ὁ μεγάλος φόβος τοῦ διαβόλου. Γιὰ νὰ διευκολύνουν τὸ αἴτημά τους προτείνουν μία λύση. Νὰ μποῦν μέσα στὰ γουρούνια ποὺἔβοσκαν ἐκεῖ στὸ βουνό. Ἔχει ὁ διάβολος δικαιώματα στὴν κτίση; Ὄχι ἀπὸ μόνος του. Ὅμως ἐκεῖ στὰ γουρούνια εἶχε κάποιο δικαίωμα. Οἱ Γαδαρηνοί, ἀντίθετα μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, τὸ μωσαϊκὸ νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ποὺἴσχυε τότε καὶἀπαγόρευε τὴν βρώση γουρουνιῶν ἔθρεφαν χοίρους. Γι᾽ αὐτὸ καὶὁ πονηρὸς ποὺ τοὺς ἔσπρωχνε στὴν ἁμαρτία αὐτὴ καὶ τοὺς βοηθοῦσε στὴ διάπραξή της, εἶχε δικαιώματα ἀπὸ τοὺς καρπούς της. Τώρα λοιπὸν ζητᾷ νὰ πληρωθῇ αὐτὰ ποὺ τοῦ χρωστᾶνε.
Ὁ Κύριος ἐπιτρέπει στὸν πονηρὸ νὰ πάρῃ τὰ δικαιώματά του, νὰ μποῦν στὰ γουρούνια τὰ δαιμόνια καὶ στὴ συνέχεια νὰ τὰὁδηγήσουν στὸν γκρεμὸ καὶ στὸν πνιγμό, στὴν καταστροφή.
Ὁ δικαιότατος καὶ φιλανθρωπότατος Θεὸς οἰκονομεῖ καὶ μὲ τιμωρητικὰ θαύματα (ὅπως καὶὁ κατακλυσμὸς κ.ἄ.) τὴν θεραπεία τοῦἀνθρωπίνου γένους ἀπὸ τὴν λέπρα τῆς ἁμαρτίας, ὅπως ὁ χειροῦργος κόβει κομμάτια ἀπὸ τὸἀνθρώπινο σῶμα γιὰ νὰ σώσῃ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ καταστροφὴ τοῦἁμαρτωλοῦ τρόπου κερδοσκοπίας ἐλευθέρωσε τοὺς βοσκούς της ἀπὸ αὐτὴν καὶ τοὺς μετέτρεψε σὲ κήρυκες τῶν θαυμάτων τοῦ Κυρίου σὲὅλη ἐκείνη τὴν περιοχή.
Βγῆκαν λοιπὸν ὅλοι οἱ κάτοικοι, νὰ δοῦν τὸ θαῦμα. Πράγματι εἶδαν τὸν πρώην δαιμονισμένο, νὰ κάθεται σωφρονισμένος καὶ ντυμένος δίπλα στὰ πόδια τοῦ Κυρίου καὶ φοβήθηκαν.
Κατάλαβαν, ἀπ᾽ὅσα τοὺς εἶπαν οἱ αὐτόπτες μάρτυρες, τὴν παντοδυναμία Ἐκείνου ποὺἔδιωξε τὰ δαιμόνια καὶ εἰρήνευσε τὸν ταραχοποιό. Ἀπόρησαν, θαύμασαν, αἰσθάνθηκαν τὴν ἁγιότητα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἁμαρτία τὴ δική τους. Ἀλλ᾽ἡ συναίσθηση αὐτὴ δὲν ἔφερε τὴ μετάνοιά τους, ὅπως παλαιότερα στὸν ἀπόστολο Πέτρο (Λουκ. 5, 8). Σ᾽ αὐτοὺς ἀντιθέτως ἔμεινε μὲν ὁ φόβος τῆς τιμωρίας, ἀλλὰ προτίμησαν τὰ χαρούπια (Λουκ. 15, 16), τὴν τιποτένια ἡδονὴ τῆς ἁμαρτίας ἀπὸ τὴν λύτρωση τῆς μετανοίας. Γι᾽ αὐτὸ καὶἔχοντας τὸ νοῦ τους σκοτισμένο ἀπὸ τὸ φόβο ἀντὶ νὰ εὐχαριστήσουν, διώκουν τὸν εὐεργέτη. Καὶ Ἐκεῖνος; Ἐκεῖνος φεύγει δείχνοντας ὅλο τὸ μεγαλεῖο τῆς φιλανθρωπίας Του καὶ τῆς ἐλευθερίας ποὺ παραχωρεῖ στὸν ἄνθρωπο. Ἐπὶ πλέον τοὺς ἀφήνει ἕναν κήρυκα τῆς σωτηρίας, τὸν πρώην δαιμονισμένο, παρ᾽ ὅτι ἐκεῖνος ἤθελε νὰ βρίσκεται συνεχῶς κοντὰ στὸν λυτρωτή του.
Μηδαμινὴ εἶναι ἡ δύναμη τοῦἀνθρώπου μπροστὰ στὰ δαιμόνια. Ὁ δαιμονισμένος δὲν μποροῦσε μὲ τίποτα νὰ συγκρατηθῆ. Ἀλλὰ καὶ μηδαμινὴ εἶναι ἡ δύναμη τῶν δαιμονίων ἐνώπιον τοῦ Κυρίου. Ἂς μετανοοῦμε, ἂς ἐπικαλούμαστε συνεχῶς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶἂς κάνουμε τὸ σημεῖον τοῦ τιμίου Σταυροῦ γιὰ νὰ ἐλευθερωνόμαστε μὲ τὴν ἀνίκητη χάρη τοῦ Χριστοῦ μας ἀπὸ κάθε δαιμονικὴἐπήρεια. Ἀμήν.
π. Χ.Π.