Αὐτή ἡ εὐλαβική ἀναφορά στίς ἱερώτατες μορφές τῶν Ἀρχιερέων πού διά μέσου τῶν αἰώνων θεοφιλῶς καί θεαρέστως διεποίμαναν τήν θεόσωστη καί ἱστορική μας Μητρόπολη, γίνεται εἰς «Μνημόσυνον αἰώνιον αὐτῶν».
Τό νά τιμοῦμε καί νά ἐνθυμούμεθα τούς Ἐπισκόπους καί Μητροπολίτας τῆς εὐλογημένης ἐπαρχίας μας, πού ἐργάσθηκαν, ἐκοπίασαν, ἐμόχθησαν, ἐπόνεσαν, ἀγρύπνησαν, προσευχήθηκαν, ταλαιπωρήθηκαν στόν ἱερό βωμό τῆς διακονίας τοῦ ἱερού μας Κλήρου, τῶν τάξεων τοῦ σεμνοῦ Μοναχισμοῦ καί τοῦ εὐσεβοῦς καί εὐγενοῦς Λαοῦ τῆς Παροναξίας καί Ἀντιπάρου εἶναι ἀναμφίβολα, ὄχι μόνο χρέος μας, ἀλλά καί ἔκφραση εὐχαριστίας, εὐγνωμοσύνης καί ἀγάπης πρός αὐτούς.
Εἶναι καί μιά ἀναγνώριση τοῦ ἔργου τους, ὅποιο ἔργο κι ἄν ἦταν αὐτό, μεγάλο ἤ μικρό, διαχρονικό ἤ περιορισμένο.
Αὐτό μᾶς προτρέπει καί ὁ θεῖος Παῦλος, ὅταν μᾶς λέει: «Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τόν λόγον τοῦ Θεοῦ» (Ἑβρ. 5, 7).

Καί ἐμεῖς λοιπόν, ὑπακούοντες στά θεόπνευστα αὐτά Παύλεια λόγια, ἀλλά καί στήν φωνή τῆς ψυχῆς μας, εὐλαβικά ἐνθυμούμεθα τούς Πνευματικούς μας Ἡγέτες, πού μέ τήν διδασκαλία τους μᾶς ἐδίδαξαν τό θεῖο λόγο καί μᾶς ἐνουθέτησαν, μέ τήν ἁγιαστική τους χάρη μᾶς ἁγίασαν καί μέ τό ποιμαντικό τους χάρισμα μᾶς διεποίμαναν.

Πολλοί ἀπό αὐτούς ἄφησαν διαχρονικά τήν σφραγίδα τους καί ἕνεκα τῶν σπουδαίων τους ἔργων, συνέδεσαν ἄρρηκτα τό ὄνομά τους μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Παροναξίας καί τήν ἐπαρχία μας. Ἐνῶ ἄλλοι, διακρίθηκαν γιά τήν πνευματικότητα τους.
Ἐμεῖς οἱ σημερινοί χριστιανοί, οἱ χριστιανοί τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Παροναξίας τοῦ 2004, μπροστά στήν πλειάδα τῶν σεπτῶν τους μορφῶν, ἄς κλίνουμε εὐλαβικά τό γόνυ τῆς ψυχῆς. Καί νοερά, μέ ταπείνωση ἄς τούς ποῦμε ἕνα «εὐχαριστῶ» βγαλμένο ἀπό τά τρίσβαθα τῶν καρδιῶν μας. Τούς ἀξίζει, γιατί αὐτοί ἦταν οἱ πνευματικοί μας πατέρες, οἱ ποιμένες μας, οἱ Ἐπίσκοποί μας, πού μᾶς ἐποίμαναν μέ ἀγάπη, στοργή καί πολλή φροντίδα. Ἀλλά καί τώρα, πάλι θά μᾶς θυμοῦνται καί πάλι θά παρακαλοῦν γιά μᾶς, ὡς πρεσβευτές μας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μας.

ΟΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΕΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ

Ἀπό τούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες τά νησιά Νάξος καί Πάρος ἦταν Ἐπισκοπές. Ἡ τοπική παράδοσις ἀναφέρει ὅτι ὁ Χριστιανισμός διεδόθη ἀπό τό μαθητή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καί Εὐαγγελιστοῦ Ἅγιο Πολύκαρπο Ἐπίσκοπο Σμύρνης.
Οἱ πληροφορίες πού ἔχομε γιά κάποιους Ἐπισκόπους τῶν νήσων τῆς Παροναξίας μέχρι τόν ΙΑ΄ αἰώνα εἶναι ἐλάχιστες. Γιά τήν ἱστορία σημειώνομε, ὅτι οἱ ἐπισκοπές Νάξου καί Πάρου ἦταν χωρισμένες καί ὑπήγοντο στήν Μητρόπολη Ρόδου. Ὁ θρόνος τῆς Μητροπόλεως Ρόδου ἀποτελεῖτο ἀπό τίς Ἐπισκοπές Σάμου, Χίου, Κώου, Ναξίας, Θήρας, Πάρου, Λέθρου, Ἄνδρου, Τήνου, Μήλου, Πισύνης.

Οἱ Ἐπισκοπές Νάξου καί Πάρου παρέμειναν ὑπό τήν Μητρόπολιν Ρόδου μέχρι τό ἔτος 1083. Ἀποσπασθεῖσαι ἐξ αὐτῆς καί ἑνωθεῖσαι ἀπετέλεσαν τήν Μητρόπολη Παροναξίας, ἐπί Αὐτοκράτορος Ἀλεξίου Κομνηνοῦ καί ἐπί Πατριάρχου Εὐστρατίου Γαρίδα, τῆς ὁποίας ὁ Θρόνος κατέλαβε τήν 56ην θέση.

Ἕδρα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Παροναξίας ὡρίσθη ἡ Νάξος, ὁ δέ Μητροπολίτης ἔφερε τόν τίτλο «Ὑπέρτιμος καί Ἔξαρχος παντός Αἰγαίου Πελάγους καί Πρόεδρος τῶν Πρωτοσυγκέλλων», σύμφωνα μέ τό χρυσόβουλο τοῦ Αὐτοκράτορος Ἀλεξίου Κομνηνοῦ μέ χρονολογία 1087. Σέ ἐκθέσεις τῆς ἐποχῆς περί τῆς ἑνώσεως Νάξου καί Πάρου ὡς Μητρόπολις Παροναξίας ἀναφέρεται:
-«Πάρος σύν Ἀξία ἡνώθησαν καί γέγονε Μητρόπολις μηνί Μαΐω ἐπινεμήσεως ς΄ ἐν ἔτει ςφςά΄».
-νς΄ ἡ Πάρος καί ἡ Ἀξία ἡνώθησαν ἔν ἔτει ςφςά΄ καί ἐτιμήθη εἰς νς΄ (Θρόνον)Μ.
-Εἰς τήν Μητρόπολιν Παροναξίας ἐδόθησαν καί τά νησιά Ἀντίπαρος, Σίφνος καί Ἀμοργός, τά ὁποῖα πρό τῆς ἑνώσεως ἀνῆκαν εἰς τήν Ἐπισκοπήν Πάρου.

Τά χριστιανικά μνημεῖα στά νησιά εἶναι πάμπολλα, πρώιμα Βυζαντινά, Βυζαντινά καί μεταβυζαντινά. Ἡ λατινική κατοχή τοῦ Αἰγαίου (1207-1537) καί ἡ δημιουργία τοῦ Δουκάτου τοῦ Αἰγαίου μετά τή Δ΄ σταυροφορία (1207), πού εἶχε ἕδρα τήν Νάξο, ὄχι μόνο δέν ἐμπόδισε τούς νησιῶτες νά παραμείνουν σταθεροί στήν Ὀρθοδοξία, παρ' ὅλο πού ἐκδιώχθηκε ὁ Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος καί παρέμεινε τό ποίμνιο χωρίς πνευματικό ἡγέτη γιά 350 χρόνια περίπου, ἀλλά τούς ὠδήγησε σέ γενική πνευματική ἀντίσταση. Εἰκάζεται ὅτι ὁ εἰκονιζόμενος Ἱεράρχης πού φαίνεται νά δέεται (ἤ νά θρηνεῖ) στήν ἀμφίπλευρη εἰκόνα τῆς ὁλόσωμης Θεοτόκου Βρεφοκρατούσας (πού τοποθετήθηκε ἀπό τούς λατίνους στήν Μητρόπολή τους) εἰκονίζει τόν Μιχαήλ Ἀκομηνάτο Χωνιάτη, τελευταῖο Ἐπίσκοπο Ἀθηνῶν, εἰς τόν ὁποῖο «προσυνέχθη ἡ Μητρόπολις Παροναξίας ὑπό τοῦ Πατριάρχου Μιχαήλ Αὐτοριανοῦ τό 1207». Ἡ ἀντίστασις ἦτο γενική καί Ἐθνική, ὕστερα ἀπό τό 1537, ὁπότε στό Αἰγαῖο ὑψώθηκε ἀπό τόν Μπαρμπαρόσα ἡ ἡμισέληνος.
Γράφει ὁ ἱστορικός Τάσος Ἀθ. Γριτσόπουλος, (τόμος ΙΓ΄ σελίς 204,1985-90, Ἐπετηρίς Κυκλαδικῶν Μελετῶν): «Τήν γεωγραφική καί ἱστορικήν ἑνότητα τῶν τριῶν νήσων, Πάρου, Αντιπάρου καί Νάξου, μέσα στό σύνολον τοῦ Κυκλαδικοῦ νησιώτικου συμπλέγματος, μαρτυρεῖ καί τεκμηριώνει ἡ ἔρευνα μέσα στόν ἐκκλησιαστικό τομέα, πού δικαιώνει μάλιστα ὁ μονολεκτικός τύπος Παροναξία. Ἡ δικαιοδοσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐξεφράσθη πλήρως μέ τό ἰσχύον ἐκκλησιαστικόν διοικητικόν σύστημα. Ἡ ἀνασύνταξις συνετελέσθη μέσα στήν πορεία τοῦ ις΄ αἰῶνος, ὥστε ἐφεξῆς νά ἑδραιωθεῖ, νά λειτουργήσει αὐτομάτως ὁ μηχανισμός. Σπεύδω νά διατυπώσω τήν θετική διαπίστωση ὅτι ὑπῆρξε μᾶλλον ἑδραῖον τό φρόνημα τοῦ λαοῦ. Τοῦτο ἐκφράζεται ὡς συναίσθημα θρησκευτικόν μέ τό πλῆθος τῶν χριστιανικῶν μνημείων, εἴτε ἦσαν παλαιά καί ἀνασυνεκροτήθησαν εἴτε ἱδρύθησαν κατά τή νέα περίοδο. Περί αὐτῶν εἴμεθα ἀρκετά πληροφορημένοι. Οἱ κάτοικοι τῶν νήσων θρησκεύουν καί ἐκδηλώνουν τήν πίστη των ἀπαρασάλευτη καί δεμένη μέ τήν μακρά Παράδοση».

Παρ' ὅτι οἱ πηγές δέν συμφωνοῦν ἀπόλυτα μεταξύ τους τόσο ὡς πρός τήν σειρά τῆς διαδοχῆς τῶν Ἐπισκόπων δσο καί ὡς πρός τήν δραστηριότητά τους, μποροῦμε νά σημειώσουμε ὅτι:

α) γιά 350 χρόνια (1207-1553) ἡ Μητρόπολις Παροναξίας παραμένει ἀκέφαλη καί τά νησιά μας ἀποίμαντα.
Τήν ἴδια ἐποχή λειτουργοῦν παπικά μοναστήρια τῶν Καπουτσίνων, τῶν Ἰωαννιτῶν Ἱπποτῶν τῆς Ρόδου, τῶν Ἰησουϊτῶν καί ξένων μισιονάριων, μέ τή βοήθεια τῶν Γάλλων διπλωματῶν καί τήν ἀνοχή τῶν Τουρκικῶν ἀρχῶν. Παρ' ὅλα αὐτά ὁ ἱερός Κλῆρος καί ὁ εὐσεβής λαός παραμένουν πιστοί στήν πατροπαράδοτη Ὀρθόδοξη πίστη, γιατί ὁ πραγματικός Ποιμήν παραμένει ἐσσαεί ὁ ἐν Τριάδι Θεός καί αὐτό εἶναι τό μέγα θαῦμα.

Ἡ ἱστορική αὐτή ἀναφορά ἀναδεικνύει τούς ἀγῶνες καί τίς ἀγωνίες τοῦ Οἰκουμενι¬κοῦ Πατριαρχείου νά ποιμάνει τήν χειμαζόμενη ἐπαρχία καθώς καί τίς ἄλλες νησιωτι¬κές περιοχές κάτω ἀπό δύσκολες συνθῆκες σέ ἐπίπεδο:

1. Πολιτικό: Βενετοτουρκικοί πόλεμοι - Ἑνετοκρατία - Τουρκοκρατία κλπ.
2. Οἰκονομικό: Βαριές φορολογίες ἀπό Λατίνους καί Τούρκους τόσο εἰς βάρος τοῦ Οικουμενικοῦ Πατριαρχείου ὅσο καί τῶν νησιωτῶν.
3. Κοινωνικό: Κοινωνική ἀνισότητα μεταξύ κατακτητῶν καί ὑποδούλων κλπ.
4. Θρησκευτικό: Συχνές ἀλλαγές Πατριαρχῶν γιά διαφόρους λόγους, ὅπως ἐσωτερικές διαμάχες, ἀδυναμία πληρωμῆς φόρων στούς Τούρκους, διαβολές.

border5

1. ΑΚΑΔΗΜΟΣ: Συμμετεῖχε στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο τό ἔτος 325 ὡς Ἐπίσκοπος Πάρου.

2. ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ: Συμμετεῖχε στήν Σαρδικήν Σύνοδο πού ἔγινε τό ἔτος 347, ὡς Ἐπί¬σκοπος Νάξου.

3. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ: ὁ Α΄: Συμμετεῖχε στήν Γ΄ (431) καί Δ΄ (451) Οἰκουμενικές Συνόδους, ὡς Ἐπίσκοπος Πάρου.

4. ΒΑΡΑΧΟΣ: Συμμετεῖχε στήν Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο πού ἔγινε στήν Χαλκηδόνα τό ἔτος 451 ὡς Ἐπίσκοπος Νάξου.

5. ΘΕΟΔΩΡΟΣ: Ἕδρασε στά μέσα τοῦ ΣΤ΄ αἰῶνος. Ἔλαβε μέρος τό ἔτος 536 στήν Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐπί Πατριάρχου Μηνᾶ καί ὑπέγραψε ὡς Ἐπίσκοπος «Παρίων, Σιφνίων καί Ἀμουλγίων»

6. ΠΑΥΛΟΣ: (536)Ἐπίσκοπος Νάξου.

7. ΓΕΩΡΓΙΟΣ: Λόγιος Ἱεράρχης, Ἐπίσκοπος Νάξου πού συμμετεῖχε στήν ΣΤ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο πού ἔγινε τό 680, τοῦ ὁποίου διεσώθησαν δύο λόγοι: α) «Λόγος περί τοῦ κατ' εἰκόνα Θεοῦ πλασθέντος ἀνθρώπου» καί β) «Ἐγκώμιον εἰς τόν Ἀντώνιον τόν Μέγιστον καί εἰς τό θαῦμα τό γενόμενο ὑπ' αὐτοῦ ἐν Ρόδῳ».

8. ΣΤΕΦΑΝΟΣ: Τό ἔτος 680 καί ἐντεῦθεν ἕδρασε. Ἔλαβε μέρος στήν ἐν Τρούλλῳ Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδο, πού ἔγινε τό ἔτος 691, ὡς Ἐπίσκοπος Πάρου.

9. ΥΛΑΣΙΟΣ ἤ ΒΛΑΣΙΟΣ: Μᾶς εἶναι γνωστός ἀπό ἐπιγραφή πού ὑπάρχει στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἑκατονταπυλιανῆς Πάρου, χωρίς νά μαρτυρεῖται χρονολογικά ἡ δράση του.

10. ΛΕΩΝ: Ἀναφερόμενος σέ ἐπιγραφή τοῦ Βυζαντινοῦ Ναοῦ Παναγίας θεοσκέπαστης Ποταμιᾶς (Ἁγίου Μάμαντος) Νάξου.

11. Ἀπό τότε πού ἱδρύθηκε ἡ Μητρόπολη Παροναξίας μέχρι τό ἔτος 1207 πού τά νησιά αὐτά καταλήφθησαν ἀπό τούς Φράγκους, φέρεται ὡς Μητροπολίτης ὁ ΙΩΑΝΝΗΣ τό ἔτος 1156.

border6