«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή 3 Ὀκτωβρίου 2021
Β΄Λουκᾶ
Στην ευαγγελική περικοπή της Β΄ Κυριακής Λουκά προβάλλονται τα λόγια του Ιησού Χριστού, τα οποία περιγράφουν με απλότητα και σαφήνεια, τον τρόπο με τον οποίο οφείλουμε οι χριστιανοί να φερόμαστε στον συνάνθρωπο μας. Να συμπεριφερόμαστε στους ανθρώπους όπως θέλουμε και εμείς να μας συμπεριφέρονται. Την συμπεριφορά που ζητάμε από τους συνανθρώπους μας, θα ήταν συνετό να την προσφέρουμε εμείς και μάλιστα πρώτοι. Κέντρο αυτής της συμπεριφοράς όμως δεν είναι η αναμονή της ανταπόδοσης που περιμένουμε ως αποτέλεσμα των πράξεων μας, αλλά η ανιδιοτελής αγάπη την οποία μας δίδαξε ο ίδιος ο Χριστός, ακόμη και στον εχθρό μας. Το αίσθημα αυτοθυσίας είναι η κινητήριος δύναμη που θα μας κάνει να συνδράμουμε τον πλησίον μας.
«Αγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου και ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου … ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Μάρκ. 12, 30-31), αποκρίθηκε ο Ιησούς στους γραμματείς οι οποίοι τον ρώτησαν ποια είναι η πρώτη εντολή από όλες τις εντολές. Στο σημείο αυτό φαίνεται η δυναμική της εντολής της αγάπης προς τον πλησίον, καθώς μετά την πρώτη εντολή που είναι η αγάπη προς τον Θεό, η ακριβώς επόμενη είναι η αγάπη προς τον πλησίον. Και συμπληρώνει ο Χριστός «μείζων τούτων ἄλλη ἐντολὴ οὐκ ἔστι» (Μάρκ. 12, 31), δηλαδή δεν υπάρχει εντολή μεγαλύτερη από αυτή. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό που διακρίνει τον χριστιανό, να αγαπάει τον πλησίον όπως τον εαυτό του και να συμπεριφέρεται στον συνάνθρωπό χωρίς να περιμένει καμία ανταπόδοση και ανταμοιβή, αφού η βοήθεια ως ανταλλαγή ή συναλλαγή είναι κάτι το αυτονόητο. Εκείνο το οποίο μας ζητάει ο Ιησούς είναι να υπερβούμε τον εαυτό μας, να στραφούμε αγαπητικά προς τον πλησίον, δίχως να υπολογίζουμε σε ανταποδοτικό όφελος. Αυτός είναι ο νέος κανόνας των Χριστιανών: «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιείτε». Να απαντάμε με αγάπη στο μίσος και να αγαθοποιούμε ακόμη και τον εχθρό μας, αφού ο δρόμος για την Σωτηρία περνάει από τον πλησίον. «Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν» δηλώνουμε στην Θεία Λειτουργία. Ο δρόμος της Σωτηρίας δεν είναι μοναχικός δρόμος, αλλά ο Χριστός μας προτρέπει να συμπορευτούμε με τον συνάνθρωπο μέσα στην Εκκλησία και με προϋπόθεση την αγάπη, ώστε να ομολογήσουμε ως ένα σώμα την Πίστη μας στον Θεό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής της περικοπής είναι η κοινοκτημοσύνη που είχαν θεσπίσει οι πρώτες χριστιανικές κοινότητες (Πράξ. 2, 44-47).
Το κέντρο βάρους της ευαγγελικής περικοπής βρίσκεται στα τελευταία λόγια. Τονίζεται εκεί η κεντρική ιδέα της εντολής της αγάπης προς τον πλησίον, αφού και ο ίδιος ο Θεός όπως αναφέρει, είναι Ελεήμων και Φιλάνθρωπος προς τους αχάριστους και τους κακούς. Άλλωστε ο Θεός θέλει από τα παιδία του να Τον μιμηθούν, φτάνοντας στο σημείο να πούμε πως όχι μόνο να δώσουμε πρώτοι ότι θέλουμε να μας δώσουν, αλλά ακόμη καλύτερα να συμπεριφερθούμε στον πλησίον μας, όπως θα θέλαμε να μας συμπεριφέρεται ο ίδιος ο Θεός και πιο συγκεκριμένα: «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί», δηλαδή να γινόμαστε σπλαχνικοί, όπως σπλαχνικός είναι και ο Θεός Πατέρας μας. Αυτή είναι και η σημασία της ίδιας της Ενσάρκωσης Του Λόγου, το γεγονός ότι Εκείνος ως τέλειος Θεός, προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και έγινε και τέλειος άνθρωπος, Θεάνθρωπος, για να αγιάσει και να θεώσει την ανθρωπότητα, εκείνο δηλαδή που προσέλαβε, «καὶ θεώσας τὸ πρόσλημμα».
π. Ν.Μ.
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή 10 Ὀκτωβρίου 2021
Γ΄ Λουκᾶ
Ο θάνατος είναι για την ανθρωπότητα το μεγαλύτερο τραγικό γεγονός. Στο αιώνιο πρόβλημα του ανθρώπου που είναι ο θάνατος, ο Χριστός έρχεται με την θαυματουργική ανάσταση των ανθρώπων να δώσει λύση και απάντηση στο αιώνιο αυτό πρόβλημα. Στην ευαγγελική περικοπή της Γ΄ Κυριακής Λουκά, ο Χριστός πλησιάζοντας στην πόλη Ναΐν μαζί με τους μαθητές του, συνάντησαν την νεκρική πομπή του μονάκριβου γιού μιας μάνας και συγκεκριμένα χήρας. Ο Ιησούς δείχνει την στοργική αγάπη Του για τον οδυρμό της μάνας και ως Ελεήμων και Φιλάνθρωπος Θεός σπλαχνίζεται όλη την ανθρώπινη φύση, που αποτελεί έρμαιο του θανάτου αγκαλιάζοντας την θεραπευτικά. Απευθύνεται λοιπόν ο Ιησούς στην μάνα και της λέει «μην κλαίς». Να μην κλαίει διότι βρίσκεται μαζί της ο Ζωοδότης Χριστός, που θα διώξει το «σκότος» του θανάτου και θα προσφέρει το «φως» της ζωής που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο Ίδιος ο Θεός, «εγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ιωάν. 8, 12). Πριν εμφανισθεί ο Ιησούς βλέπουμε μόνο πόνο και δυστυχία να επικρατεί, καθώς διαδραματίζεται η νεκρική πομπή, με τραγικό πρόσωπο την μητέρα του παιδιού, η οποία όντας χήρα, χάνει και τον μονάκριβο γιο της. Πάνω ακριβώς σε αυτήν την κατάσταση της οδύνης αλλά και της απόλυτης παράδοσης του ανθρώπου στον θάνατο, έρχεται ο Ιησούς Χριστός να ανατρέψει την υπάρχουσα κατάσταση, αφού με ένα πρόσταγμα και ένα άγγιγμα αλλάζει το ως τότε ακατόρθωτο. Ανασταίνει τον γιο, χαρίζοντας την ζωή και την χαρά. Εκεί που άλλοτε επικρατούσε πένθος, τώρα κυριαρχεί το αναστάσιμο μήνυμα, η νίκη της ζωής. Ως Ζωοδότης λοιπόν έρχεται ο Χριστός και δίνει ξανά ζωή στον νεαρό που αναστήθηκε με το πρόσταγμα Του. Ο Χριστός ως κυρίαρχος της ζωής αναγεννά την επαφή του γιου με τη μητέρα του που τους είχε στερήσει ο θάνατος.
Σε αυτό το σημείο θέλουμε να σταθούμε στο χαρμόσυνο και αναστάσιμο μήνυμα της περικοπής που είναι προάγγελος και προοικονομία της Αναστάσεως του Κυρίου μας. Διαβάζοντας το ευαγγελικό απόσπασμα, δίνεται το χαρμόσυνο μήνυμα της νίκης του Θεανθρώπου επί του θανάτου και ανοίγεται η πόρτα για την Βασιλεία Του Θεού. Έρχεται να απαλύνει τον πόνο του πένθους, δίνοντας μας την αλήθεια της Αναστάσεως. Αυτός είναι και ο σκοπός που η περικοπή διαβάζεται ημέρα Κυριακή, η οποία είναι αναστάσιμη ημέρα, καθώς μέσα στην Θεία Λειτουργία, οι πιστοί ως σώμα βιώνουμε εν χρόνω την Ανάσταση του Κυρίου. Η Ανάσταση δεν αποτελεί κάτι συμβολικό αλλά είναι γεγονός και εμπειρία που βιώνεται σε κάθε Θεία Λειτουργία. Στην προσδοκία της Αναστάσεως αναφερόμαστε στο Σύμβολο της Πίστεως: «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καί ζωὴν τοὺ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν». Η προσδοκία μας αυτή δηλώνει την αλήθεια ότι ο Χριστός ήρθε, όχι για να αναστηθεί μόνος Του, αλλά για να προάγει στη Βασιλεία Του ολόκληρη την κτίση, ανοίγοντάς μας διάπλατα τον δρόμο για την δική μας Ανάσταση.
Ο θάνατός μας δεν είναι φυσιολογικό γεγονός, είναι σημείο αστοχίας της κτιστότητάς μας, που πρέπει να επέλθει προκειμένου να μεταβούμε στην αιωνιότητα. Σύμφωνα με αυτά, ο Χριστός κάνει το εξής θαυμαστό. Μεταμορφώνει το θλιβερό γεγονός του θανάτου σε γενέθλια μέρα, μέσα από την προοπτική της Ανάστασης των ψυχών και των σωμάτων. Γενέθλια ημέρα διότι αναγεννιόμαστε στη Βασιλεία του Θεού, δίπλα στους Αγίους, ως Άγιοι και εν Χριστώ πεπληρωμένοι. Επομένως ο Ιησούς φανερώνεται όχι ως ένας διδάσκαλος που μένει σε λόγους και κηρύγματα ελπίδας, αλλά ως ο ίδιος ο Θεάνθρωπος που με τις ενέργειες Του μας χαρίζει την Σωτηρία μας, δείχνοντάς μας την μεγαλειότητα της Θεϊκής του Χάρης αλλά και της αγάπης Του προς τον άνθρωπο.
κ. Ε.Π.
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή 17 Ὀκτωβρίου 2021
Δ΄ Λουκᾶ
Πολύ συχνά ο Κύριος χρησιμοποιεί τις παραβολές για να γίνεται πιο προσιτή και κατανοητή η διδασκαλία Του και αυτό διότι ο λαός ήταν εξοικειωμένος με τις παραβολές, αφού αποτελούσε συνήθη τρόπο διδασκαλίας. Επίσης η εξιστόρηση ενός γεγονότος με εικόνες παρμένες από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων κάνει την ιστορία πιο οικεία. Έτσι και στην παραβολή του σπορέα ο Χριστός παίρνει μια εικόνα από την γεωργική ζωή των ανθρώπων της εποχής και μέσα από αυτήν περνάει το μήνυμα της διδασκαλίας του. Σύμφωνα με την παραβολή, ο σπορέας την εποχή της σποράς διανέμει τον σπόρο του. Κάποιοι σπόροι έπεσαν στον δρόμο με αποτέλεσμα να καταπατηθούν και να φαγωθούν από τα πτηνά. Μερικοί σπόροι έπεσαν σε πετρώδες έδαφος και ενώ φύτρωσαν, ξεράθηκαν διότι δεν υπήρχε υγρασία. Άλλοι πάλι έπεσαν ανάμεσα σε αγκάθια με αποτέλεσμα τα αγκάθια να πνίξουν τους σπόρους. Όμως οι σπόροι που έπεσαν σε γόνιμο έδαφος απέδωσαν καρπούς εκατό φορές περισσότερο. Μέσα από την παραβολή αυτή ο Ιησούς θέλει να μας δείξει την γονιμότητα του εδάφους, δηλαδή την γονιμότητα του αγαθού ανθρώπου. Έτσι στην πρώτη περίπτωση που ο σπόρος έπεσε κοντά στον δρόμο, έχουμε τους ανθρώπους που άκουσαν τον λόγο του Θεού, αλλά στην πορεία τους συνάντησαν πειρασμούς και πεπλανημένοι αστόχησαν και τον απέβαλαν. Στην δεύτερη περίπτωση έχουμε τον καρπό που έπεσε στο πετρώδες έδαφος που συμβολίζει τους ανθρώπους που ενώ στην αρχή δέχονται με χαρά την διδασκαλία του Κυρίου, στην συνέχεια απομακρύνονται πάλι από Αυτόν καθώς η πίστη τους είναι προσωρινή. Ο σπόρος ο οποίος έπεσε στα αγκάθια, συμβολίζει τους ανθρώπους που δέχτηκαν τον λόγο του Κυρίου, αλλά «πνίγονται» στις φροντίδες της καθημερινότητας, όπως είναι η απόκτηση πλούτου και οι εφήμερες απολαύσεις και ο καρπός της διδασκαλίας δεν ωριμάζει μέσα τους. Τέλος ο Χριστός θέλει να τονίσει την θαυμαστή καρποφορία του εδάφους, «ἐποίησεν καρπὸν ἑκατονταπλασίονα», αφού ο πιστός άνθρωπος απολαμβάνει για πάντα τα αποτελέσματα της δικής του προσωπικής καλλιέργειας, του δικού του πνευματικού αγώνα.
Αυτό είναι και το σημείο, η Αλήθεια στην οποία θέλουμε να σταθούμε, δηλαδή στην πνευματική δύναμη του πιστού να καταλάβει εμπειρικά τον λόγο του Θεού και έμπρακτα να αγωνίζεται για την τελειοποίηση του. Οι πιστοί λόγω των αστοχιών που περιλαμβάνει ο βίος τους, πολλές φορές επιρρίπτουν ευθύνες στους αδελφούς τους, φοβούμενοι την κατάκριση. Ο Χριστός αντίθετα μας απαριθμεί τις περιπτώσεις αστοχίας, όχι για να μας κατακρίνει αλλά γιατί θέλει να μας υπενθυμίσει ότι υπάρχει επιστροφή από αυτή ώστε να ριζώσει μέσα μας ο στόχος της ταπείνωσης και της αγάπης, ο οποίος μας μεταμορφώνει με τη χάρη Του.
Η σημερινή Κυριακή, όπου κατά την εκκλησιαστική παράδοση εγκαινιάζει το νέο κατηχητικό έτος της Εκκλησίας με την ευαγγελική περικοπή, δεν είναι μια προσπάθεια ελέγχου και απόδοσης ευθυνών προς τον καθένα μας, αλλά είναι η έκφραση ενός Πατέρα, του Ιησού Χριστού μας, που αφουγκράζεται τους κόπους των παιδιών του και υπενθυμίζει με αγάπη τους κινδύνους που θα συναντήσουν στον αγώνα για τη σωτηρία. Καλό κατηχητικό έτος με διάκριση και αλληλοπεριχώρηση.
κ. Ε.Π.
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή 24 Ὀκτωβρίου 2021
ΣΤ΄Λουκά
Παρόλο που στην παραβολή αναφέρεται η απελευθέρωση του ανθρώπου από τα δαιμόνια, θα θέλαμε να επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον στο πως ενεργήσαν και δέχτηκαν οι άνθρωποί την Θεία προσφορά. Στην πρώτη κατηγορία ανθρώπων παρουσιάζεται ο άνθρωπος που ταλαιπωρείται από τον πονηρό. Παρουσιάζεται ακοινώνητος, απολίτιστος, γυμνός, να βιώνει μια κατάσταση νοσηρή σε απομόνωση. Αυτόν τον άνθρωπο συναντά ο Χριστός και τον θεραπεύει, απαλλάσσοντάς τον από την χρόνια ταλαιπωρία του. Ο έως τότε ακοινώνητος αναζήτα την κοινωνία με τον Θεό και τον συνάνθρωπο, αποδέχεται την Θεία Δωρεά και προσπαθεί να βιώνει όσο πιο πολύ μπορεί τα αποτελέσματα του θαύματος, μιας και ζητάει από τον Χριστό να γίνει μαθητής του.
Στον αντίποδα, ο λαός παρερμήνευσε το θαύμα του Κυρίου και δεν κατανόησε την βαθιά θεραπευτική του δύναμη. Φοβούμενος την καταστροφή των υλικών αγαθών που έφερε η θεραπεία του ανθρώπου, την απώλεια των χοίρων, προτίμησε να απομακρύνει τον Κύριο. Δεν δέχτηκε να ανοίξει την καρδιά και το νου του στη σημασία της θεραπείας. Απέκλεισε την Δωρεά του Θεού και αρκέστηκε στην ιδιοκτησία του. Προτίμησε να μην καταστραφεί το κοπάδι παρά να γιατρευτεί ένας ταλαιπωρημένος συνάνθρωπός τους. Αυτή η στενοκαρδία απομάκρυνε τον ίδιο τον Κύριο από κοντά του.
Τις δυο αυτές κατηγορίες ανθρώπων θα λάβουμε ως παράδειγμα ώστε να αντλήσουμε το νόημα της περικοπής το οποίο αντηχεί την σημερινή εποχή. Στην κατηγορία του ανθρώπου που θεραπεύτηκε τοποθετούμε όλους εκείνους που έχουν διαλέξει να γίνουν φορείς των λόγων και των χαρισμάτων του Κυρίου, με αποτέλεσμα να καρποφορήσει η διδασκαλία Του. Προσπαθούμε από την ευεργεσία που μας δόθηκε να μπορέσουμε να ευεργετήσουμε τους συνανθρώπους μας. Να συμβάλουμε στο καλό του πλησίον, επιστρέφοντας κατά κάποιο τρόπο την ευεργεσία που μας δόθηκε από τον Θεό. Αντίθετα, ο λαός της πόλης είναι οι άνθρωποι που ενώ βιώνουν και βλέπουν τα αποτελέσματα των ενεργειών του Θεού, κλείνονται εγωιστικά στον εαυτό τους, «κλείνουν τα μάτια τους» και προσκολλώνται στα δικά τους θέλω χωρίς να νιώθουν το ευεργετικό αποτέλεσμα της διδασκαλίας του Κυρίου. Ενώ είναι μάρτυρες του θαύματος, προτιμούν την υλική υποτιθέμενη σταθερότητα που τους παρέχει η ζωή τους. Δεν δέχονται την αλλαγή που προβάλλει ο Κύριος, δεν επιλέγουν να ζήσουν μια εν Χριστώ ζωή. Για την σημερινή περικοπή θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι έχει ένα σωτηριολογικό αλλά και αφυπνιστικό χαρακτήρα. Σωτηριώδη γιατί ο Κύριος δεν αφήνει έξω από την αγάπη του κανέναν άνθρωπο, αφού όλους τους ελεεί ακόμη και τους αποκομμένους από την κοινωνία, αυτούς που έχουν γίνει «θηρία», τους διεφθαρμένους και τους αναξιοπαθούντες, τους αποδεκτούς και τους μη αποδεκτούς στο κόσμο. Αφυπνιστικό, διότι μας δίνει την δυνατότητα να σκεφτούμε πως αντιμετωπίζουμε τον λόγο του Θεού, το πως θέλουμε εμείς να δούμε τον εαυτό μας μέσα από αυτόν και να αναλογιστούμε την δικιά μας ευθύνη απέναντι στο κόσμο που χτίζουμε και την ιστορία που ξετυλίγεται.
Εν κατακλείδι οφείλουμε να αποκομίσουμε στοιχεία από τον χαρακτήρα του ανθρώπου που ενώ βιώνει το θαύμα και γεύεται την ξεκούραση του Θεού, δεν ξεχνάει τον ευεργέτη του, κάνει την θεάρεστη στροφή στην ζωή του και ζητάει από τον Χριστό να του επιτρέψει να γίνει μαθητής Του, διαδίδοντας παράλληλα το χαρμόσυνο γεγονός. Η ασθένεια γιατρεύτηκε και μετατράπηκε σε κοινωνία με τον κόσμο και το Θεό. Ο άνθρωπος στρέφεται προς τον συνάνθρωπο, θέλοντας διαρκώς, το θαύμα με το οποίο τον χαρίτωσε ο Κύριος. Έτσι ο άνθρωπος εκείνος επέστρεψε στο κόσμο ανακαινισμένος και έτοιμος να συνεχίσει τον καλό αγώνα.
κ. Ε.Γ.
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
Κυριακή 31 Ὀκτωβρίου 2021
Ε΄Λουκά
Στην σημερινή ευαγγελική περικοπή δίνεται η ευκαιρία να δούμε την δυναμική που έχει η στάση της ζωής μας, μέσα από τη ζωή δύο ανθρώπων. Παρουσιάζονται δύο διαφορετικοί χαρακτήρες, δυο διαφορετικοί άνθρωποι, των οποίων ο βίος τους απέχει παντελώς ο ένας απ’ τον άλλο. Έχουμε από την μία έναν άνθρωπο πλούσιο, που η ζωή του είναι καθαρά υλιστική και παγιωμένη στις μέριμνες αυτού του κόσμου, ενώ από την άλλη υπάρχει ο φτωχός Λάζαρος που ως κέντρο της ζωής του έχει τον Θεό, περιμένοντας καρτερικά την Σωτηρία του. Οι επιλογές τους ήταν εκείνες οι οποίες στην μεταθανάτιο ζωή καθόρισαν την κατάσταση που θα βίωναν. Ο μεν πλούσιος απώλεσε την μακαριότητα του Θεού, ενώ ο φτωχός Λάζαρος γευόταν την Θεία Χάρη.
Στόχος του σημερινού μηνύματος δεν είναι να εκθέσει την καταδίκη του πλουσίου, ο οποίος έστω και αργά ταπεινώθηκε, αλλά την δυναμική που έχει ο τρόπος της ζωής που ακολουθούμε. Δεν καταδικάζει ο Κύριος την ύπαρξη των υλικών αγαθών ούτε τον πορισμό, αλλά κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στη περίπτωση που αυτά γίνονται η μοναδική μέριμνα του κάθε ανθρώπου. Τα υλικά αγαθά αιχμαλωτίζουν τη σκέψη των ανθρώπων στο κόσμο της ύλης, σε αντίθεση με τα πνευματικά που απελευθερώνουν το πνεύμα του. Μέσω των επιλογών και των πράξεων μας διαμορφώνουμε τον κόσμο που μας περιβάλει και έτσι φτάνουμε στην παραδείσια κατάσταση που γεύεται ο Λάζαρος. Η αμαρτία και η αρετή δεν είναι έννοιες που ανήκουν στη φαντασία του καθενός μας, αλλά είναι κατάσταση. Η μια κατάσταση είναι απομακρυσμένη από τον Θεό και τον άνθρωπο, υλιστική και βαθιά ατομικιστική, ενώ άλλη είναι πηγή αρετής, κατάνυξης και θριάμβου με όπλα την πίστη και την ταπείνωση, να ανηφορεί προς τα άνω για να συναντήσει τον Κύριο μας. Στον ανηφορικό δρόμο αυτόν είναι εύλογο να θελήσουμε να αποδεσμευτούμε από το βαρύ φορτίο που μας κρατάει στάσιμους και αγνώμονες, ώστε να μπορέσουμε ελεύθεροι να πορευτούμε, συνοδοιπόροι με τον πλησίον μας, προς την Σωτηρία. Διότι όπως έχουμε ήδη αναφέρει, ο δρόμος προς την Βασιλεία του Κυρίου περνάει από τον πλησίον. Η αστοχία του πλουσίου είναι ότι κλείστηκε στα υλικά αγαθά, σε ένα κόσμο που μέτρο ήταν ο εαυτός του, ξέχασε τον Θεό και μαζί και τον συνάνθρωπο. Μέσα από την έμπρακτη αθεΐα που έχει επιλέξει ο πλούσιος να ζει, αντιπαραβάλλει ο Χριστός τον φτωχό Λάζαρο, ο οποίος έχει αναθέσει όλες τις ελπίδες στον Κύριο και ζει σύμφωνα με τον λόγο Του. Υπομένει τα δεινά σε ότι του προσφέρεται και ελπίζει στο έλεος του Θεού. Θα μπορούσε να βρει εναλλακτικούς τρόπους να επιβιώνει, μη αποδεκτούς από την διδασκαλία του Κυρίου, αλλά έχοντας εμπιστοσύνη στον Θεό επιμένει ως επαίτης και ελπίζει.
Οι επιλογές αυτές των ανθρώπων είναι που οριοθέτησαν την μεταθανάτια κατάσταση που βιώνουν, η οποία ολοκληρώνεται όπως βλέπουμε από την αρνητική απάντηση του Πατριάρχη Αβραάμ στο αίτημα του πλουσίου, αφού σύμφωνα με τον Πατριάρχη είναι αδύνατον να γεφυρωθεί το μεταθανάτιο χάσμα. Και εδώ ακριβώς είναι όλο το νόημα, το βάθος της περικοπής. Ο Ευαγγελιστής δηλαδή δεν εστιάζει στην παγιωμένη κατάσταση των δύο ανθρώπων (στην κόλαση του ενός και στον παράδεισο του άλλου) αλλά στο γεγονός πως μπορούμε τώρα στην επίγεια ζωή μας να διαβούμε το μέγα κενό, έχοντας ως κατευθυντήριο οδηγό τα λόγια του Θεανθρώπου. Πιο συγκεκριμένα, δύναται μέσω της μετάνοιας, της προσευχής και της πίστης στον Θεό, να μεταβούμε από την αμαρτωλή κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, στον Παράδεισο και την μακαριότητα Του. Για να επιτευχθεί όμως αυτό οφείλουμε να δεχτούμε τον λόγο του Θεού ως το μοναδικό αμετάβλητο πάνω στην γη και εκεί να οικοδομήσουμε ολόκληρη την αντίληψη μας για τη ζωή και την ύπαρξη μας. Να βρούμε τι είναι αυτό που μας κάνει πνευματικά «πλούσιους» και να αποδεσμευτούμε από αυτά που μας φτωχαίνουν σε αυτόν τον κόσμο, βοηθώντας έτσι τον συνάνθρωπό μας που μας έχει ανάγκη. Η ύπαρξη του καθενός από μας εξαρτάται από την ανάγκη του άλλου. Εν κατακλείδι το νόημα της περικοπής είναι ελπιδοφόρο, αφού ο Θεός μας παρέχει τα εργαλεία, τη πίστη, να υπερβούμε στην επίγεια ζωή την απόσταση των δυο επιπέδων και να γεφυρώσουμε το χάσμα το οποίο μας χωρίζει από τον Θεό.
κ. Ε.Γ.