Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background
Slide background

«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»

Κυριακή ΙΔ΄Λουκά (Λουκά ιη΄ 35-43) - (3 Δεκεμβρίου 2017)

Η θεραπεία του Τυφλού στην Ιεριχώ

Η σημερινή ευαγγελική περικοπή, αδελφοί μου, αναφέρεται στο θαύμα της θεραπείας του τυφλού στην Ιεριχώ. Αποτελεί θαυμαστό υπόδειγμα προσωπικής κοινωνίας ανθρώπου με τον Ιησού Χριστό, ως Σωτήρα και Λυτρωτή. Με το θαύμα αυτό βοηθείται ο άνθρωπος να αναγνωρίσει τον Θεάνθρωπο Κύριο ως απεσταλμένο του Θεού και να προσφέρει την δοξολογία του στον ίδιο τον Θεό, παραδίδοντας παράλληλα τον εαυτό του στην αγάπη του Χριστού. Με αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος γίνεται μέτοχος της αιωνίου ζωής και της βασιλείας των ουρανών.

<< Ιησού Υιέ Δαβίδ, ελέησόν με >>

Στην ευαγγελική περικοπή που μόλις ακούσαμε, βλέπουμε ότι ο τυφλός στο σημείο που καθόταν και επαιτούσε, άκουσε να περνάει κόσμος και πληροφορείται ότι από το σημείο εκείνο διερχόταν ο Ιησούς ο Ναζωραίος, άμεσα και χωρίς απώλεια χρόνου άρχισε να φωνάζει δυνατά, απευθυνόμενος προς τον Ιησού, «Ιησού Υιέ Δαβίδ, ελέησόν με». Παρ’ ότι ο κόσμος που προπορευόταν της συνοδείας του Ιησού, τον προέτρεπε να σωπάσει, αυτός, όμως, αδιαφορώντας για τις υποδείξεις που του γίνονταν, φωνάζει περισσότερο και με μεγαλύτερη δύναμη, την ίδια προσφώνηση προς τον Ιησού, προκειμένου να προσελκύσει την προσοχή Του. Στο επίμονο αίτημα του τυφλού, που ζητά το έλεος του Χριστού, ο Κύριος ανταποκρίνεται και δίνει εντολή να τον φέρουν εμπρός του. Και στο ερώτημα του Ιησού, ‘’ Τι θέλεις να σου κάνω;’’, ο τυφλός του είπε: ‘’ Κύριε θέλω να ξαναδώ το φώς στα μάτια μου.’’ Και ο Ιησούς του είπε: ‘’ Ξανάβλεψε, η πίστη σε έσωσε’’. Και αμέσως ξαναείδε το φως και ακολούθησε τον Κύριο δοξάζοντας και ευχαριστώντας τον Θεό.

Προσπαθώντας να ανιχνεύσουμε και να περιγράψουμε την πνευματική κατάσταση του τυφλού, όντας Ιουδαίος και ζώντας και αυτός μέσα στην θρησκευτική ατμόσφαιρα του Ιουδαϊκού έθνους, αναφορικά με την πραγματοποίηση της υποσχέσεως του Θεού, για την λύτρωση και την σωτηρία πρωτίστως του εβραϊκού γένους, αλλά και ολόκληρης της ανθρωπότητας, καθώς και της ακλόνητου προσμονής των, για τον ερχομό του Μεσσία, ως απεσταλμένου του Θεού, βλέπουμε ότι ο τυφλός της Ιεριχούς με την στάση του φανέρωσε της εξής αλήθειες: α) αποδέχεται και συμφιλιώνεται με την τυφλότητα του που όμως για αυτόν ήταν μεγάλη δοκιμασία. Στην ύπαρξη του είχε συμφιλίωση την τυφλότητά του με αυτό που θα επιθυμούσε να είναι, δηλαδή να έχει σωστή όραση. Όταν ο άνθρωπος αποδέχεται τη συγκεκριμένη κατάσταση του εαυτού του, δείχνει ότι έχει παραδοθεί εξ’ ολοκλήρου στο θέλημα της αγάπης του Θεού. β) Στηρίζεται με τη ζωντανή πίστη του στη θαυματουργό επενέργεια του Θεού. Όταν ο άνθρωπος απελπισθεί από τον εαυτό του, εμπιστεύεται στον Θεό. Και ο τυφλός της περικοπής μας, βλέπουμε ότι, όταν απελπίστηκε από τους άλλους και τον εαυτό του, τότε οδηγήθηκε στον Χριστό. Ήταν η εκούσια παράδοση του εαυτού του στο πρόσωπο του Κυρίου που ακτινοβολούσε την αγάπη Του σε όλους τους ανθρώπους.

Η προσφώνηση του τυφλού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, ως Υιό του Δαβίδ, διαπιστώνουμε ότι μαρτυρά και την βαθειά γνώση του τυφλού αναφορικά με τα ιερά κείμενα και την διδασκαλία των προφητών για το πρόσωπο του Θεανθρώπου και για το έργο που θα επιτελούσε στην Γη. Γι’ αυτό ο τυφλός, επίμονα, ζητά το έλεος του Χριστού, δεν περιορίζει το αίτημά του στην θεραπεία του, αλλά θέλει και επιθυμεί διακαώς να συναντηθεί με τον Χριστό, γιατί Τον αγαπά και Τον εμπιστεύεται. Ξέρει πως μία τέτοια συνάντηση μπορεί να είναι λυτρωτική ή καταδικαστική γι’ αυτόν. Ο τυφλός γνωρίζει πως η αμαρτία προξενεί απομάκρυνση και χάσμα του ανθρώπου από τον Θεό που μόνο το έλεος του Θεού μπορεί να γεφυρώσει και να αποκαταστήσει τη χαμένη σχέση μαζί του.

Έτσι, ο ασφαλέστερος και αποτελεσματικότερος τρόπος για την προσέλκυση και την έκχυση του ελέους του Θεού προς τον άνθρωπο, η ζωή των Αγίων μας δείχνει ότι επιτυγχάνεται με την συνεχή υπέρβαση της αμαρτίας. Άλλωστε στην Εκκλησίας μας, αδιάκοπα εκζητούμε το έλεος του Θεού. Γι’ αυτό και συχνά επαναλαμβάνουμε, « Κύριε ελέησον» και εδώ ανακεφαλαιώνεται η τραγωδία της αμαρτίας, όπως η επιθυμία να ξεπερασθεί η απομόνωση του εγωισμού με την πρωτοβουλία του Θεού, ότι «αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς», και η επιθυμία και η προσπάθεια του ανθρώπου «μετά πάντων των Αγίων» να αποδεχθεί την σωτηριώδη αγάπη του Θεού.

Η τραγωδία του ανθρώπου εντοπίζεται στο ότι: α) δεν αναγνωρίζει την πνευματική του τυφλότητα, β) παραδέχεται την αμαρτωλότητά του όχι στην ουσία της αλλά στις συνέπειές της, (κακές πράξεις), γ) συγκρίνει και ξεχωρίζει τον εαυτό του από τους άλλους ανθρώπους που είναι κατά την κρίση του πολύ αμαρτωλοί, ( Παρβ. Τελώνου & Φαρισ.), δ) ενεργεί στηριζόμενος στον εγωισμό του με σπασμωδικές κινήσεις, ( θυμό, οργή, φθόνο, κατάκριση, υπερηφάνεια) που όμως απομακρύνουν το Άγιο Πνεύμα από την καρδιά του.

Όμως για να πραγματοποιηθεί αυτή η υπέρβαση της αμαρτίας απαραίτητη προϋπόθεση είναι η πνευματική και κατάλληλη προετοιμασία του ανθρώπου, όπως ακριβώς μας την έδειξε ο τυφλός της περικοπής. Αν εμείς δεν συνεργούμε, τότε Εκείνος δεν θέλει να επιβάλλει την παρουσία Του επάνω μας. Όταν παραπονιόμαστε ότι δεν αισθανόμαστε την αγάπη του Θεού, αυτό δεν σημαίνει ότι μας έχει εγκαταλείψει, αλλά ότι εμείς δεν είμαστε σε θέση να δεχθούμε την παρουσία Του στην ύπαρξή μας. Γι’ αυτό και οφείλουμε διά της μετανοίας και της προσευχής να εκζητούμε πάντα το έλεος του Θεού, ώστε να διανοίξει τα φίλτρα της καρδιάς μας για να κυκλοφορήσει μέσα μας, κατά τρόπο φυσιολογικό, η αγάπη Του.

Άλλωστε και η αίσθηση του αγωνιζόμενου χριστιανού που βιώνει ότι βρίσκεται έξω από τη Βασιλεία του Θεού, προοδευτικά θα δημιουργήσει τον πόνο, τον πόθο και την λαχτάρα της ψυχής να γεμίσει την ύπαρξή του με την παρουσία του Χριστού. Γι’ αυτό και ο Κύριος μας συνιστά να αγρυπνούμε όπως και ο Απόστολος των εθνών, Παύλος μας προτρέπει στην αδιάλειπτη και αδιάκοπη προσευχή, όπως ακριβώς φαίνεται ότι έπραξε και ο τυφλός της περικοπής, για να ανοίξει ο Χριστός την θύρα του ελέους Του.

Η καταλυτική φράση για την θεραπεία του τυφλού ήταν τα λόγια του Ιησού, «Η πίστη σου σέσωκέ σε». Όντως λοιπόν, με έκπληξη ακούσαμε και είδαμε το μεγαλείο της θεϊκής δυνάμεως του Ιησού, όπου το θέλημα και η δύναμη του Θεού διοχετεύτηκαν και πέρασαν στο θέλημα και τη δύναμη της πίστεως του τυφλού. Έτσι και τώρα, αδελφοί μου, θαυματουργεί ο Θεός μέσα από του Αγίους Του, ζωντανούς και κεκοιμημένους ( ιερά λείψανα). Γι’ αυτό και ο χώρος της Αγίας Εκκλησίας μας είναι ο τόπος της παρουσίας και θαυματουργίας του Χριστού, εν Αγίω Πνεύματι. Στην εκκλησία μας ζητούμε το έλεος του Θεού, μνημονεύοντες «της Υπεραγίας Θεοτόκου και πάντων των Αγίων».

Με υπομονή, λοιπόν με θάρρος και ταπείνωση θα περιμένουμε να μας ανοίξει ο Θεός την πόρτα της Βασιλείας Του για να μας δεχθεί. Σε Εκείνον ανήκει η πρωτοβουλία και το δώρο είναι δικό Του. Ο Θεός δοξάζεται όταν εφαρμόζουμε το θέλημά Του και στη συνέχεια Αυτός μας υπερυψώνει στον χώρο του θαύματος.

 

«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»

Κυριακή Ι΄Λουκά (Λουκά ιγ’ 10-17) - ( 10 Δεκεμβριου 2017)

Η θεραπεία της συγκυπτούσης γυναικός

Η σημερινή ευαγγελική περικοπή από τον Ευαγγελιστή Λουκά κάνει λόγο για την θαυματουργική θεραπεία μιας άρρωστης γυναικός και μας μεταφέρει, μέσα από την διήγησή του, στον χώρο της συναγωγής (τόπος προσευχής των Ιουδαίων), όπου ο Κύριος, με την χάρη και την αγάπη Του, ευεργέτησε και απάλλαξε από την μακροχρόνια ασθένεια την άρρωστη γυναίκα. Συνάμα όμως ο Χριστός, βλέπουμε ότι υπερασπιζόμενος τους αδύναμους και εκείνους που τον εμπιστεύονται, ξεσκεπάζει και καταισχύνει τους ανθρώπους του φθόνου και της υποκρισίας. Είναι η περίπτωση των Γραμματέων και Φαρισαίων.

Ενώ ο Ιησούς εδίδασκε σε μία από τις συναγωγές και ήταν ημέρα Σάββατο, ήταν και εκεί και μία γυναίκα που είχε πονηρό πνεύμα. Ήταν άρρωστη δεκαοχτώ χρόνια και ήταν σκυφτή τόσο που δεν μπορούσε να σηκώσει το σώμα της καθόλου. Εκεί όταν την είδε ο Ιησούς της μίλησε και της είπε: ‘’Γυναίκα, είσαι λυμένη από την αρρώστια σου’’ και ακούμπησε πάνω της τα χέρια και αμέσως ανασηκώθηκε και δόξαζε τον Θεό. Όμως ο αρχισυνάγωγος που ήταν παρών, με αγανάκτηση παρατήρησε ότι η ημέρα ήταν Σάββατο και ότι κάκως έγινε η θεραπεία και απευθυνόμενος στο λαό υπενθύμισε ότι τις ημέρες που εργαζόμαστε, σε αυτές πρέπει να έρχεστε να θεραπεύεστε και όχι την ημέρα του Σαββάτου. Και ο Κύριος του αποκρίθηκε και είπε: ‘’Υποκριτά, ο καθένας σας το Σάββατο δεν λύνει το βόδι του και τον όνο του από το παχνί, και τα πάει και τα ποτίζει; Και αυτή εδώ που είναι κόρη του Αβραάμ και την έδεσε ο σατανάς, εν έπρεπε να λυθεί από τούτο το δέσιμο την ημέρα του Σαββάτου;’’

Εκείνο που αξίζει να παρατηρήσουμε είναι ότι η συγκύπτουσα γυναίκα, παρ’ όλη την ανικανότητά της και την αρρώστια της, επισκεπτόταν κάθε Σάββατο τον χώρο της συναγωγής, εκεί όπου γινόταν η μελέτη του Λόγου του Θεού. Φαίνεται ότι για την κατάστασή της, αισθανόταν ως μόνον υπεύθυνο τον εαυτό της, γι’ αυτό και χρειαζόταν την βοήθεια του Θεού για να αντιμετωπίσει την πνευματική της κατάσταση καθώς και την ασθένεια του σώματός της. Η γυναίκα δοκιμαζόταν επί δέκα οχτώ συνεχή χρόνια και αγόγγυστα έφερε επάνω της το βάρος αυτής της ασθένειας χωρίς ποτέ να γίνεται αφορμή να παραπονεθεί εναντίον του Θεού. Γι’ αυτό και ο Χριστός που «ετάζει νεφρούς και καρδίας», την ονομάζει «θυγατέρα του Αβραάμ», δηλ. παιδί του Θεού. Το απρόσιτο για εμάς σχέδιο του Θεού, επιτρέπει την επίσκεψη του σατανά και την φοβερή αρρώστια της. Όμως η υποψιασμένη αυτή γυναίκα γνωρίζουσα την πνευματική της κατάσταση, δεν θεωρεί υπεύθυνο τον Θεό για αυτό που περνάει και γι’ αυτό δεν απομακρύνεται από την κοινωνία της αγάπης Του.

Είναι αλήθεια ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας μας συνεχώς επισημαίνουν στους λόγους τους, ότι οι πειρασμοί και οι δοκιμασίες που υφίστανται οι πιστοί στη ζωή τους είναι ευεργετικές και εν τέλει σωτήριες, διότι μέσω αυτών ο Θεός επισκέπτεται τον άνθρωπο. Για να μπορέσει όμως ο άνθρωπος να δεχθεί μέσα του την δύναμη του Χριστού για να αντιμετωπίσει όλα τα στενόχωρα που τον προσβάλουν, οφείλει να ακολουθήσει τον δρόμο της ψυχικής καθάρσεως. Τα πρώτα βήματα της πορείας αυτής αναπόφευκτα είναι ο πόνος, η θλίψη, οι δοκιμασίες, οι πειρασμοί. Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει: « εξ’ αιώνος γαρ και από γενεών, εν Σταυρώ και θανάτω, πατείται η τρίβος αυτού (Χριστού)». Δηλαδή, για να ακολουθήσει ο άνθρωπος τον δρόμο του Χριστού και να ανεβεί στον ουρανό πρέπει να σταυρώσει και να νεκρώσει το ίδιο εγώ, το αυτόνομο θέλημά του, που αντιστρατεύεται το θέλημα του Θεού. Μέσα από αυτές τις δοκιμασίες και τις θλίψεις ο καρτερικός και υπομονετικός χριστιανός φωτίζεται, γιατί ο πόνος τον οδηγεί στην ταπείνωση και τον επαναφέρει στη φυσική ψυχική του κατάσταση. Γι’ αυτό και ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος αναφέρει ότι: ‘’ οι πνευματικά αδύνατοι, ας γνωρίζουν ότι ο Θεός τους επισκέπτεται όταν παρουσιάζονται σωματικές ταλαιπωρίας, κίνδυνοι, πειρασμοί και άλλα παρόμοια που προκαλούν θλίψη και πόνο. Ενώ οι τέλειοι Τον γνωρίζουν από την παρουσία του Αγ. Πνεύματος και από την προσθήκη των χαρισμάτων’’.

Η συγκύπτουσα γυναίκα αναμφίβολα θα παρακολουθούσε τις λατρευτικές ακολουθίες της συναγωγής, για να αισθάνεται ότι η κοινωνία της με τον Θεό δεν διακόπτεται από τις δοκιμασίες του σώματός της. Γίνεται, λοιπόν, υπόδειγμα για όλους μας, αν θέλουμε να ξεπεράσουμε πνευματικές και σωματικές δοκιμασίες της ζωής μας. Στη λατρευτική και λειτουργική ζωή της Εκκλησίας, μας προσφέρεται η μυστηριακή δυνατότητα της ενώσεως μας με τον Θεό εν Χριστώ Ιησού. Ο σατανάς όμως ξέρει πολύ καλά πως μέσα στην Εκκλησία ενώνονται δια της Θείας Κοινωνίας με τον Χριστό και διά αυτού του τρόπου καθαιρούνται οι διαιρετικές και διασπαστικές δυνάμεις του, γεγονός που τον καθιστούν ανίκανο να κυριαρχεί επάνω στον άνθρωπο που είναι ενωμένος με τον Χριστό δια των Μυστηρίων Του.

Η άρρωστη γυναίκα είδαμε ότι μόλις θεραπεύτηκε από τον Κύριο «παρά χρήμα ανορθωθεί και εδόξαζε τον Θεό». Ανεγνώρισε την ευεργεσία του Χριστού που έγινε στο πρόσωπό της και η ίδια ανταπέδωσε με ευγνωμοσύνη και ευχαριστία, στοιχεία που είναι απαραίτητα για την φυσιολογική λειτουργία της ανθρώπινης ύπαρξης, γιατί έτσι αναγνωρίζει ότι τα πάντα προέρχονται από τον Θεό που είναι η πηγή της ζωής και επιστρέφουν σε Αυτόν μέσα από την κοινωνία της αγάπης. Έτσι όταν ευχαριστούμε σωστά και λειτουργικά τον Θεό, εν Χριστώ, σημαίνει ότι εμπιστευόμαστε την ύπαρξή μας σε Αυτόν. Είναι η αντιπροσφορά μας στις φανερές και αφανείς ευεργεσίες Του. « Και η ευχαριστία Εκείνω μεν (τω Θεώ) ουδέν προστίθησιν, ημάς δε οικειοτέρους αυτώ κατασκευάζει» κατα τον Ι. Χρυσόστομο. Τελικά η ευγνωμοσύνη μας στον Θεό, μας κάνει πιο οικείους και προσφιλείς. Ο Χριστός είναι η μοναδική δύναμη που ανυψώνει τον άνθρωπο προς την κατεύθυνση αυτή.

Ακούσαμε από τον Ευαγγελιστή Λουκά, ότι ο εγωισμός και ο φθόνος δεν άφησαν τον προϊστάμενο της συναγωγής να χαρεί την θεραπεία της γυναίκας. Δείχνει υποκριτικά πως σέβεται την αργία του Σαββάτου, ενώ τον πειράζει η επίδραση από το θαύμα του Κυρίου. Όμως ο Χριστός ξεσκεπάζει την υποκρισία του αρχισυναγώγου και φανερώνει τη δυναμική παρουσία την αγάπης μας στους ανθρώπους. Η υποκρισία, αδελφοί μου, είναι αλήθεια ότι βασανίζει με την κυριαρχία της πολλούς ανθρώπους. Δεν μας αφήνει να ελευθερωθούμε με την αγάπη του Χριστού. Από μικρή ηλικία μαθαίνουμε να εξαπατούμε τους ανθρώπους και μαθαίνουμε να δείχνουμε εξωτερικά μια εικόνα πολύ διαφορετική από αυτή που είμαστε στο βάθος της ύπαρξής μας. Ας γνωρίζουμε, και ας μην αυταπατώμεθα, ότι ο Κύριος γνωρίζει πως λειτουργούμε και πώς κινείται ο ψυχικός κόσμος μας, όμως η αγάπη Του για μας, δεν Τον αφήνει να μας ξεσκεπάζει μπροστά στους άλλους ανθρώπους. Χρειαζόμαστε να αφήσουμε ελεύθερο τον εαυτό μας, χωρίς υπολογισμούς και κρατούμενα, για να μπορούμε να μετέχουμε και εμείς στην χαρά και την αγαλλίαση από τα όσα ένδοξα και θαυματουργά επιτελεί ο Χριστός μας στην Αγία και Μοναδική Εκκλησία Του.

Ας μην γογγύζουμε, λοιπόν, και εμείς αν στη ζωή μας ο Θεός επιτρέπει να μας επισκεφθούν στεναχώριες, θλίψεις, ασθένειες και ας γνωρίζουμε ότι με την δύναμη της πίστεως και της εμπιστοσύνη μας στην Πρόνοια του Θεού θα εξέλθουμε νικητές!!!

 

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ

Κυριακη ΙΑ΄ Λoυκά (Των Προπατόρων) Λκ. ΙΔ΄ 16-24 - (17 Δεκεμβρίου 2017)

H παραβολή του Μεγάλου Δείπνου

Η Αγία Εκκλησία μας αυτή την περίοδο, μας προετοιμάζει κατά τρόπο παιδαγωγικό αλλά και πνευματικό, προβάλλοντας μας τις κατάλληλες περικοπές (αποστολικές, ευαγγελικές) για να υποδεχθούμε την κατά σάρκα Γέννηση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.

Στο έργο της εν Χριστώ σωτηρίας και κοινωνίας με τον Θεό καλούνται να μετάσχουν όλοι οι άνθρωποι, ανεξαιρέτως, ως «εικόνες» του Θεού. Η κοινωνία της αγάπης και η μετοχή του ανθρώπου στη ζωή του Θεού μας παρουσιάζεται σήμερα με την παραβολή του Μεγάλου Δείπνου που τόσο παραστατικά και γλαφυρά μας προσφέρει η ευαγγελική περικοπή που μόλις ακούσαμε.

Η παραβολή αναφέρεται σε έναν άνθρωπο που προετοίμασε μεγάλο τραπέζι και κάλεσε πολλούς. Και έστειλε τον υπηρέτη του την ώρα του τραπεζιού να πει στους καλεσμένους, ελάτε γιατί είναι όλα έτοιμα. Και εκείνοι άρχισαν όλοι σαν να ήταν συνεννοημένοι να απορρίπτουν την πρόσκληση. Ο πρώτος είπε, αγόρασα χωράφι και έχω ανάγκη να βγω να το δω, σε παρακαλώ άφησέ με ήσυχο. Και ο άλλος είπε, αγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια και πάω να τα δοκιμάσω, δεν έχω τον χρόνο να παρευρεθώ. Και ο άλλος είπε, έκαμα τον γάμο μου και γι αυτό δεν μπορώ να έρθω. Και παρουσιάστηκε ο υπηρέτης και τα είπε όλα στον κύριό του. Εκείνος θύμωσε, αμέσως του έδωσε εντολή να βγει στις πλατείες και στους μικρούς δρόμους της πόλεως και να φέρει στην οικία του όλους τους φτωχούς, ανάπηρους και περιθωριακούς που θα έβρισκε μπροστά του, όπως και έγινε. Και αφού υπήρχε ακόμη τόπος και για άλλους, ο υπηρέτης έλαβε δεύτερη εντολή από τον κύριό του να βγει πάλι στους δρόμους και τα μονοπάτια και να αναγκάσει και άλλους για να γεμίσει το σπίτι του. Κλείνοντας την περικοπή αυτή ο Ιησούς καταλήγει στην διαπίστωση πως κανένας από τους ανθρώπους που επίσημα είχε καλέσει, ο άρχοντας εκείνος, δεν θα φάγει από το τραπέζι του, γιατί τελικά από όλους όσους κάλεσε, πολλοί ήσαν καλεσμένοι αλλά ολίγοι οι εκλεκτοί.

Στη συγκεκριμένη παραβολή ο οικοδεσπότης (Θεός) προσκαλεί τους καλεσμένους, δηλαδή το σύνολο του ανθρωπίνου γένους να πάρουν μέρος στο Δείπνο. Γνωρίζουμε ότι η κλήση και το ενδιαφέρον του Θεού είναι στο διηνεκές και προσφέρεται σε διάφορα στάδια.: α) Ο οικοδεσπότης Θεός «εξελέξατο ημάς εν αυτώ τω Χριστώ προ καταβολής κόσμου». β) Όταν ο Θεός πατέρας αποφάσιζε την εκ του μηδενός δημιουργία μας « ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» απέβλεπε στο Πρόσωπο του Θεού-Λόγου, δηλ. του Ιησού Χριστού. Η υπέρτατη αξία του ανθρώπου βρίσκεται στην κλήση του από τον Θεό να σχετίζεται και να κοινωνεί με τον Χριστό. γ) Η ολοκλήρωση της κλήσεως του ανθρώπου από τον Θεό εν Χριστώ- μετά την πτώση του στην αμαρτία- βρίσκεται στην ενσωμάτωση του στο μυστήριο της Εκκλησίας που είναι η οργανική ζωή και παρατεινόμενη παρουσία του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού διά του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό η άρνηση του ανθρώπου σε μια τέτοια κλήση για μετοχή στο Δείπνο και στην κοινωνία του με τον Θεό σημαίνει την απόρριψη της αληθινής φύσεως του και τότε εκπίπτει ο άνθρωπος και εκουσίως αυτοκαταστρέφεται με την αμαρτία του, δηλαδή την απομάκρυνσή του από τον ίδιο τον Θεό.

Αυτό φανερώνουν, αδελφοί μου, και «οι προφάσεις εν αμαρτίαις» που προέβαλαν μετ’ επιτάσεως οι επίσημα προσκεκλημένοι του δείπνου, όπου η αρρωστημένη βούληση του ανθρώπου (αμαρτία) δημιουργεί όλα τα εμπόδια που δικαιολογεί τάχα την απορριπτική απόφασή του για την συμμετοχή του στο κάλεσμα του Θεού. Και εδώ, δυστυχώς, εντοπίζεται η παράνοια του αμαρτωλού ανθρώπου, όπου εντελώς αυθαίρετα δείχνει να δέχεται τα δώρα του Θεού για την επιβίωσή του, όμως τον Δωρεοδότη Θεό τον παραμερίζει και τον απορρίπτει.

Οι δικαιολογίες που αναφέρθηκαν για τη μη συμμετοχή στο δείπνο ήταν οι εξής: α) «Αγρόν ηγόρασα». Εδώ ο άνθρωπος μαρτυρά ότι χρησιμοποιεί τα χρήματα, την περιουσία και τα υλικά αγαθά μόνο για το άτομο του. Ξέρει πως το δείπνο είναι κοινωνία αγάπης και προσφοράς, δεν θέλει όμως να μετέχει, γιατί έχει πάρει την απόφασή του να μείνει κλειστός στον εαυτό του και να απολαμβάνει μόνος του τα όποια υλικά αγαθά κατέχει. β) «Ζεύγη βοών ηγόρασα πέντε». Και εδώ ο άνθρωπος φαίνεται υποδουλωμένος στα υλικά πράγματα, που χρησιμοποιεί την εργασία του εναντίον του Θεού και αγνοεί την εντολή της αργίας του Σαββάτου (Κυριακής). Με την εργασία του ο άνθρωπος καλείται να μιμηθεί τον Θεό. Η εργασία του Θεού είναι η προσφορά της αγάπης και των δωρεών του στους ανθρώπους. Αντί λοιπόν οι άνθρωποι να μιμούνται τον Θεό, αυτοί χρησιμοποιούν την εργασία τους ως εμπόδιο για να ξεκόψουν από τον Θεό και δεν μετέχουν ποτέ, με την πρόφαση της εργασίας, στην λειτουργική ζωή της Εκκλησίας που μας προσφέρει το Δείπνο της Θείας Ευχαριστίας. γ) «Γυναίκα έγημα». Εδώ ο άνθρωπος βλέπουμε χρησιμοποιεί την οικογένεια ως εμπόδιο για την μετά Θεού κοινωνία του, ενώ η οικογένεια είναι από την φύση της η εικόνα και η εστία στην παροχή και αποδοχή της αγάπης. Με την αμαρτία όμως, η οικογένεια αναποδογυρίζεται και γίνεται εμπόδιο στην ένωσή μας με τον Θεό. Και έτσι μετατρέπεται σε χώρο βιολογικών απολαύσεων, οικονομικών συναλλαγών και ανταγωνισμών. Γι’ αυτό και ο θεσμός της οικογένειας κλονίζεται και οδηγείται εύκολα στην διάλυση.

Το τραπέζι στο οποίο κλήθηκαν οι προσκεκλημένοι αλλά και όσοι πήραν μέρος σε αυτό, δεν είναι άλλο από το τραπέζι της Βασιλείας του Θεού που ποτέ δεν γεμίζει. Υπάρχει τόπος για όλους τους ανθρώπους και σε όλους τους καιρούς. Ο συνωστισμός δείχνει ότι δεν στενοχωρεί κανέναν, γιατί υπάρχει προσφορά αγάπης και διακονίας του ενός στον άλλον. Η προτροπή του Οικοδεσπότη, «και ανάγκασον εισελθείν, ίνα γεμισθή ο οίκος μου» σε καμία περίπτωση το «ανάγκασον» δεν σημαίνει δια της βίας ή δια εξαναγκασμού, γιατί «ουκ αρετή το βία γενόμενον». Κανείς δεν μπορεί να σε εξαναγκάσει να δεχθείς την αγάπη και να την αντιπροσφέρεις. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για βία αλλά για ανάγκη να παρουσιαστούν έτσι τα αιτήματα της υπάρξεώς μας, ώστε τελικά με την Χάρη του Θεού να καταλάβουν οι άνθρωποι, ότι το Δείπνο της Βασιλείας του Θεού είναι η πληρότητα και η μακαριότητα της ανθρώπινης υπάρξεως.

Στο δείπνο της Θείας Ευχαριστίας, παρ’ όλη την αμαρτωλότητά μας ο Χριστός μας καλεί «μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε». Η μετάνοια και η συντριβή μας αξιώνει να δεχόμαστε το έλεος του Θεού στο Πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό αδελφοί μου, όταν αρνούμεθα την πρόσκληση, επιμένουμε στον εγωισμό μας και παραμένουμε στηριζόμενοι στις βιολογικές δυνάμεις μας, που είναι από τη φύση τους φθορά και θάνατος.

Οι Άγιοι Προπάτορες εύχονται για όλους μας να εισέλθουμε στη χαρά του Κυρίου μας, που είναι πλήρωμα της αιωνίου ζωής και μακαριότητας. Αμήν.

 

                                                                                 

«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»

Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 2017

Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως

(Ματθαίου α΄1-25)

Η σημερινή Κυριακή είναι η πριν από την μεγάλη και Δεσποτική εορτή της Σαρκώσεως του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ήτοι τα Χριστουγέννα. Γι΄αυτό και σύμφωνα με το συναξάρι της Εκκλησίας μας « μνήμην ποιούμεθα πάντων των απ’ αιώνος ευαρεστησάντων από Αδάμ άχρι και Ιωσήφ του μνήστορος της Υπεραγίας Θεοτόκου, κατά γενεαλογίαν ομοίως και των Προφητών και Προφητίδων».

Ο γενεαλογικός κατάλογος του Κυρίου έχει μεγάλη σημασία για τη σωτηρία μας. ΄Εχει μια σειρά ονομάτων που συνδέονται και λαμβάνουν μέρος στο έργο της ιεράς ιστορίας. Ξεκινά από τον πατριάρχη Αβραάμ και φτάνει στον Ιωσήφ τον μνήστορα της Παρθένου Μαρίας. Η συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή χωρίζεται σε δύο μέρη: α) το πρώτο μέρος αναφέρεται στο γενεαλογικό δέντρο του Χριστού, δηλαδή στους κατά σάρκα προγόνους του Κυρίου μας και β) το δεύτερο μέρος μας λέγει με ποίο τρόπο γεννήθηκε ο Θεάνθρωπος Ιησούς από την Μαρία.

Για να γίνει ο Θεός άνθρωπος έπρεπε να αποδεχθεί ολόκληρη την ανθρώπινη φύση μέσα από την ιστορική πορεία των ανθρώπων. Γι΄ αυτό και κλήθηκαν οι άνθρωποι να αποδεχθούν εκουσίως την κλήση τους για να μετάσχουν στο έργο της σωτηρίας. Έτσι μέσα από την συγκεκριμένη γενεαλογία φανερώνεται το πρόσωπο της Παναγίας που θα εδάνιζε με αγάπη και ελευθερία την ανθρώπινη σάρκα στον Χριστό. Ολόκληρο αυτό το έργο της σωτηρίας του ανθρώπου ξεκινάει από το γενεαλογικό δέντρο του Χριστού. Εδώ συνάγονται και γίνονται αποδεκτοί όλοι οι άνθρωποι παρ’ όλες τις αμαρτίες τους. Υπήρξαν άνθρωποι δίκαιοι ευσεβείς, ενάρετοι όπως οι Πατριάρχες και οι οικογενειές τους. Υπήρξαν όμως και άνθρωποι με πολλές και πάσης φύσεως αμαρτίες. Όπως η Θάμαρ, η Ραχάβ και η Ρουθ που αναφέρονται μέσα στον κατάλογο. Γνωρίζοντας την προσωπική τους ζωή, ίσως, εμείς να θεωρούσαμε ακατάλληλα αυτά τα πρόσωπα να ενταχθούν στο γενεαλογικό δέντρο του Κυρίου. Όμως βλέπουμε ότι ο Χριστός τα αποδέχεται, τα αναγνωρίζει και τα σέβεται ως προγόνους Του. Ο ιερός Χρυσόστομος λέγει: «δια γαρ τούτο ήλθεν, ουχ ίνα φύγη τα ημέτερα... και θαυμάζειν αυτόν δίκαιον ότι και τοιούτους συγγένης κατηξίωσεν έχειν, ουδαμού τα ημέτερα επαισχυνόμενος κακά...».

Η περικοπή μας φανερώνει ότι ο Χριστός με την Σάρκωση του αποδέχεται όλους τους ανθρώπους, όπως και εγίνε, ώστε να πραγματοποιήσει την ανακεφαλαίωση της ανθρώπινης φύσεως και ότι από τον λαό του Ισραήλ αναζητείται το πρόσωπο της Παναγίας που αποτελεί την αποκορύφωση της ιεράς ιστορίας. Γι΄αυτό και η Παναγίας μας είναι «το πλήρωμα του χρόνου». Όταν δηλαδή βρέθηκε το ιερό Πρόσωπό της, τότε «εξαπέστειλε ο Θεός τον Υιόν αυτού, γενόμενον εκ γυναικός...» (Γαλ. δ΄ 4).

Η Παναγία με την καθαρότητα και την προς τον Θεό αγάπης της φανέρωσε τον καθαρό και ακέραιο άνθρωπο, όπως τον δημιούργησε και τον προόριζε ο Θεός. Με την σταθερή και αταλάντευτη αγάπη της προς τον Θεό, την αγνότητα, την ταπείνωση και την σωφροσύνη της έτρεψε σε φυγή κάθε αμαρτία και κάθε παρεκτροπή. Έτσι εκίνησε την αγάπη του Θεού στο ανθρώπινο γένος, ελκύοντας με το κάλλος της και εισάγουσα «τον Πρωτότοκον εις την οικουμένην».

Το «κάλλος» της Παναγίας μας είναι η ομορφιά όλων των κτισμάτων, που ο Θεός τα χαρακτήρισε από την αρχή της δημιουργίας «καλά λίαν». Η Παρθένος Μαρία, λοιπόν, είναι «ο καρπός των κτισμάτων» για αυτό και ο Θεός βλέποντας στην αρχή των αιώνων τα δημιουργήματα, ουσιαστικά – υπογραμμίζουν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, Αγ. Νικόδημος Αγιορείτης - έβλεπε την Παναγίας μας.

Όλα τα περιστατικά στη Γέννηση του Κυρίου μας αποκαλύπτουν ότι βρισκόμαστε μπροστά στο «πάντων καινόν καινότατον, το μόνον καινόν υπο τον ήλιον μυστήριον» (Ιω. Δαμασκηνός). Είναι αυτό που οι ύμνοι της Εκκλησίας μας χαρακτηρίζουν ως το ασύλληπτο και «αιωνίοις χρόνοις σεσιγημένον μυστήριον», « το απ’ αιώνος απόκρυφον και αγγέλοις άγνωστον μυστήριον δια της Θεοτόκου πεφανέρωται». Είναι το μυστήριο όπου « ο προ αιώνων υπάρχων Θεός ημών» γίνεται παιδίον νέον και ο Δημιουργός και κτίστης γίνεται δημιούργημα και κτίσμα. Εδώ ο αόρατος Θεός οράται, ο αναφής ψηλαφάται και ο ασώματος Θεός λαμβάνει σώμα και αρχίζει την επί γης θεανθρώπινη ύπαρξή του.

Έτσι αδελφοί μου το Μυστήριο της Σαρκώσεως του Θεού Λόγου και η ενανθρώπιση του Κυρίου μας είναι η σωτηρία του κόσμου και του ανθρώπου. Με την άσπορο γέννηση του Χριστού διακόπτεται η κυριαρχία της αμαρτίας μέσα από την συνέχεια της κληρονομικότητας του ανθρωπίνου γένους, γι΄αυτό στο Πρόσωπο του Κυρίου μας έχουμε την φανέρωση του σωστού και ολοκληρωμένου ανθρώπου, όπως έπρεπε να γίνει με την πραγματοποίηση του τελικού προορισμού του. «Ο Θεός γίνεται άνθρωπος, ίνα τον άνθρωπον Θεόν απεργάσηται» (Μ. Αθανάσιος), όπου είναι και η θεμελιώδης πίστη της εκκλησίας μας για το μυστήριο της Σαρκώσεως του Θεού-Λόγου.

Κάθε άνθρωπος έχει πολύτιμη και ανεκτίμητη αξία για τον Χριστό και την Εκκλησία του, γιατί είναι η ζωντανή «εικόνα του Θεού». Έχει δηλαδή την δυνατότητα « εις ευπρόσδεκτον καιρόν και εις ημέραν σωτηρίας» να φανερώσει στην ύπαρξη του τον Ιησού Χριστό. Γι΄αυτό και εμείς δεν έχουμε δικαίωμα, πολύ περισσότερο ως Χριστιανοί, να απορρίπτουμε και να καταδικάζουμε άνθρωπο σε οποιαδήποτε απαράδεκτη ηθική και πνευματική κατάσταση και αν βρίσκεται.

Είθε οι πρεσβείες της Υπεραγίας Θεοτόκου μας να μας διατηρούν και να μας φυλάττουν σε αυτήν την στάση και αυτήν την προοπτική της συνάντησής μας με τον γεννηθέντα Χριστό.

 

«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»

Κυριακή 31 Δεκεμβρίου2017

Κυριακή προ των Φώτων

(Μάρκου α΄1-8)

Η σημερινή ευαγγελική περικοπή μας τοποθετεί χρονικά 30 χρόνια μετά την γέννηση του Ιησού Χριστού. Είναι ακριβώς η ηλικία, που ο Κύριος θα άρχιζε, σύμφωνα με τον νόμο, το δημόσιο έργο Του. Έπρεπε όμως να προηγηθεί η βάπτιση του Χριστού από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και Βαπτιστή. Η μεγάλη αυτή δεσποτική εορτή μας αποκαλύπτει την πιστοποίηση του Θεού-Πατρός, ότι ο Χριστός είναι «ο Μονογενής, Υιός και Λόγος του Θεού», την τρανή φανέρωση του μυστηρίου της Αγίας Τριάδος, την εν Χριστώ σωτηρία, που είναι η δια του Αγίου Πνεύματος ανακαίνιση και αναγέννηση του ανθρώπου, και τέλος το μεγάλο και σπουδαίο μυστήριο του Αγίου Βαπτίσματος που εορτάζεται την ημέρα της εορτής των Φώτων. Έτσι το περιεχόμενο της ευαγγελικής περικοπής που ακούσαμε κάνει λόγο για την προετοιμασία της Βάπτισης του Ιησού Χριστού, που συντελείται δια του Αγίου Ιωάννου, Προφήτου και Βαπτιστού, εις τον Ιορδάνη ποταμό.

Η γέννηση και το έργο του Βαπτιστού συνδέονται άμεσα με το Πρόσωπο του Κυρίου και κατά συνέπεια με ολόκληρο τον κόσμο που ανακεφαλαιούται εν Χριστώ Ιησού. Οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης (Ισαϊας και άλλοι), μίλησαν για την ερχομό του αγγελιαφόρου πριν από την έλευση του Μεσσία. Το κήρυγμα του Ιωάννη εστιάζει στην δια της μετανοίας ετοιμασίας των ανθρώπων να δεχτούν τον Χριστό. Γι αυτό και το έργο του Ιωάννη συνδέεται άρρηκτα με τον Μεσσία που φωτίζεται και καθοδηγείται από το Άγιο Πνεύμα.

Σταθερά και απαρέγκλιτα ο Ιωάννης στο κήρυγμα του καλεί τους ανθρώπους, λέγοντας « Μετανοείτε ̇ ήγγικεν γαρ η βασιλεία των Ουρανών» και η βασιλεία των Ουρανών για τον Ιωάννη είναι ο ίδιος ο Χριστός, που ο Πρόδρομος τον είχε στη καρδιά του. Γι αυτό όταν εκείνος αφανίζει τον εαυτό του για να προβάλει τον Χριστό, τότε ο Κύριος τον υπερυψώνει, λέγοντας « ουκ εγήγερται εκ γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του Βαπτιστού» (Ματθ. Ια΄ΙΙ).

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ιησούς Χριστός αρχίζοντας το δημόσιο έργο Του προβάλει τον Ιωάννη τον Πρόδρομο χρησιμοποιώντας τα ίδια τα λόγια του: « μετανοειτε ̇ ήγγικεν γαρ η Βασιλεία των Ουρανών». Παρατηρούμε ότι η διαφορά στο θέμα του βασικού κυρήγματος μεταξύ Ιωάννου και του Ιησού Χριστού είναι διακριτική. Ο Ιωάννης δια του λόγου του, παραπέμπει στον Ιησού Χριστό (Βασιλεία), ενώ ο Κύριος προσφέρει αυτή την βασιλεία των Ουρανών στον κόσμο, δηλαδή τον εαυτό Του. Επομένως, ο Χριστός είναι η «εντός ημών» Βασιλεία του Θεού που και οι δύο επαγγέλλονται.

Τα πλήθη, ο κόσμος, που ακολουθούσαν τον Ιωάννη, συμπεριλαμβανομένων των μαθητών του, ζούσαν και εβίωναν τα δυσδιάκριτα όρια ανάμεσα στον Ιωάννη και τον Κύριο. Δοκίμαζαν πάντα έκπληξη και ρωτούσαν τον Ιωάννη, μήπως αυτός ήταν ο Χριστός. Η απάντηση του όμως ήταν σταθερά « ουκ ειμί εγώ ο Χριστός» (Ιω. α΄ 20).

Τα ιερά κείμενα μας βεβαιώνουν ότι Ο Ιωάννης έζησε σαν επίγειος Άγγελος. Το σώμα του είχε γίνει διαφανές από την άσκηση και την νηστεία γι αυτό είχε γίνει και ολοφώτεινο. Επάνω του ακτινοβολούσε το Φώς και η Χάρη του Χριστού. Είχε μετατραπεί σε λύχνο καιόμενο και διαρκώς φαίνοντα. « Ουκ ήν εκείνος το φώς, αλλ’ ίνα μαρτυρήση περί του φωτός» (Ιω α΄8) μας βεβαιώνει ο Ευαγγελιστής της αγάπης Ιωάννης. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος μας προσφέρει το υπόδειγμα της πνευματικής διαφάνειας στον άνθρωπο. Με την άσκηση, νηστεία και προσευχή, μέσα στην ορθόδοξη παράδοση και ζωή της εκκλησίας μας περίτρανα έχει αποδειχθεί, ότι το πνεύμα του ανθρώπου κυριαρχεί πάνω στην υλική φύση, γίνεται ελεύθερο και ανεξάρτητο από τον γύρω κόσμο, γι αυτό και μπορεί και περιορίζει τις ανάγκες του στο ελάχιστο.

Αντίθετα ο σύγχρονος άνθρωπος, σήμερα, διεκδικεί την αυτονομία του, αλλά στην πραγματικότητα υποτάσσεται στην άμετρη πολυτέλεια την ατέρμονη βιοτική μέριμνα και στο κυνηγητό της παντός είδους ηδονής και στην κυριαρχία της τεχνολογίας. Έτσι όμως ο άνθρωπος της εποχής μας αυτοπαγιδεύεται, αυτοδιαλύεται και απομονώνεται με την άσκοπη δήθεν πρόοδο του τεχνικού πολιτισμού μας. Ζει στις μεγαλουπόλεις και, όμως, αισθάνεται αφόρητη μοναξιά, ο άλλος γίνεται η κόλασή του! Γι΄αυτό το κήρυγμα και η παρουσία του Προδρόμου είναι «φωνή βοώντος εν τη ερήμω». Είναι λόγος ζωντανός και συνάμα σωτηριώδης που απευθύνεται στις αρρωστημένες καρδίες του σύγχρονου ανθρώπου, απανταχού γης. Ο λόγος αυτός μετατρέπεται σε βάλσαμο που θεραπεύει την καρδιά και διευρύνει τον νου του ανθρώπου στο να μαθαίνει να δέχεται και να προσφέρει την αγάπη.

Η εκκλησία μας, αδελφοί μου αγαπητοί, μας βοηθάει να ανοίξουμε τα αυτιά και την καρδιά μας, να ακούσουμε και προσέξουμε και εμείς το κήρυγμα της μετανοίας του Προδρόμου και την δέηση της Παναγίας μας στον Υιό της και Θεό μας. Είναι τα δύο αυτά Πρόσωπα που πλαισιώνουν την εικόνα του Κυρίου μας στο τέμπλο της εκκλησίας και που προσεύχονται και παρακαλούν για όλο τον κόσμο. Γιατί, εκεί που συναντάται η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος και η έμπρακτη μετάνοια του ανθρώπου, εκεί φανερώνεται και προσφέρεται και η εν Χριστώ Σωτηρία. Ας ευχηθούμε, λοιπόν αδελφοί μου, να λάβουμε και εμείς αυτή την χαρά και να γίνουμε συμμέτοχοι και συμπολίτες της Βασιλείας του Θεού, που τόσο απλόχερα και γενναιόδωρα μας προσφέρεται. Αμήν!

π. Α.Α.

© Copyright 2023 Ιερά Μητρόπολις Παροναξίας Back To Top