ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. κβ΄ 35-46)
4 Φεβρουαρίου 2024
Δέν ὑπάρχει, Ἀδελφοί μου, στόν κόσμο αὐτό φυσιολογικός ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος δέν θέλει νά τόν ἀγαποῦν οἱ συνάνθρωποί του. Ὅλοι μας χαιρόμαστε ὅταν οἱ διπλανοί μας, μᾶς δίνουν πραγματική καί ἀληθινή ἀγάπη χωρίς νά ἀποβλέπουν σέ κάποιο ὄφελος. Κανένας ἀπό ἐμᾶς δέν θέλει νά τόν ἀποστρέφονται καί νά τόν μισοῦν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι.
Ἐκεῖ ὅμως πού δυστυχῶς ὅλοι μας ὑστεροῦμε,εἶναι στό νά δίνουμε ἁπλόχερα καί χωρίς ὅρους τήν δική μας ἀγάπη πρός τούς ἄλλους. Τό ζητούμενο λοιπόν εἶναι, ἄν θέλουμε νά δώσουμε πρόθυμα τήν ἀγάπη στόν πλησίον μας, ὅπως ἄλλωστε μᾶς ἔδωσε ρητή ἐντολή ὁ Θεός, καί ὅταν πάλι ἀγαπᾶμε,νά προσφέρουμε τήν ἀγάπη μας δίχως ὅρους καί προϋποθέσεις καί μέ ἀνιδιοτέλεια. Χωρίς νά θέλουμε νά κάνουμε ἐπίδειξη στούς συνανθρώπους μας ὅτι κάνουμε καλές πράξεις, χωρίς νά ἐπιδιώκουμε νά κερδίσουμε τόν δημόσιο ἔπαινο ἀπό τό κοινωνικό σύνολο, χωρίς νά περιμένουμε τήν ὁποιαδήποτε ἀνταπόδωση. “Δέν γεννήθηκα γιά νά μισῶ ἀλλά γιά νά ἀγαπῶ ”, γράφτηκε πολύ ὡραία στήν Ἀντιγόνη τοῦ Σοφοκλέους.
Ἀγαπᾶμε τούς ἄλλους, ὅπως ἀκριβῶς ἀγαπᾶμε καί τόν ἑαυτό μας. Χωρίς αὐτό φυσικά νά σημαίνει ὅτι ἡ ἀγάπη μας ἔχει κάποιο μέτρο, ἤ μπαίνει σέ κάποια ὅρια. Ἡ θυσιαστική ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ξεπερνᾶ κάθε ἀνθρώπινο μέτρο καί ὄριο καί μᾶς δείχνει φανερά ὅτι κανένας ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά φθάσει στήν τέλεια ἀγάπη, μέ τήν ὁποία μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει ὅτι παραιτούμαστε μέ τήν σκέψη ὅτι ἀνθρώπινα δέν μποροῦμε μέ τίποτα νά φτάσουμε στά μέτρα τῆς θείας ἀγάπης. Ὁ καθένας μας ἀγωνίζεται φιλότιμα ὅσο μπορεῖ καί ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀξιολογεῖ δίκαια καί ἀντικειμενικά τήν προσπάθεια τήν ὁποία κάνουμε. Στήν πνευματική ζωή τίποτα ἀπολύτως δέν πηγαίνει χαμένο. Καί εἶναι πολύ ὡραίο πραγματικά νά ἀγωνίζεται κανείς φιλότιμα τόν καλό ἀγῶνα, ἀφήνοντας ὅλα τά ὑπόλοιπα στήν ἀδέκαστη κρίση τοῦ Θεοῦ.
Ἡ γνήσια ἀγάπη πρέπει νά πηγάζει ἀπό ὅλη τήν καρδιά μας,ἀπό ὅλη τήν ψυχή μας καί ἀπό ὅλη τήν διάνοιά μας. Αὐτή εἶναι ἡ ὁλοκληρωτική ἀγάπη πού ὑπάρχει ὡς ἐντολή τοῦ Θεοῦ στήν Παλαιά Διαθήκη καί φυσικά ἰσχύει διαχρονικά, καί παλιά καί τώρα καί πάντα. Δέν χωροῦν συμβιβασμοί στήν ἀληθινή ἀγάπη,οὔτε δικαιολογοῦνται ὑλικές ἐπιδιώξεις. Δέν μποροῦμε νά ἔχουμε κάποιες ἐπιφανειακές καί ψεύτικες ἐκδηλώσεις ἀγάπης καί στό βάθος νά ἐπιδιώκουμε ἄλλους σκοπούς. Αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι ἐντελῶς ὑποκριτική καί δέν διαθέτει κανένα ἀπό τά ἐχέγγυα τῆς γνησιότητας. Εἶναι μία κίβδηλη καί κεροσκοπική μορφή ἀγάπης, ἡ ὁποία μέ τίποτα δέν χωράει μέσα στά ὄρια τῆς γνήσιας ἀγάπης, τήν ὁποία μᾶς φανέρωσε ὁ Θεός κατά τήν ἔνσαρκη καί ταπεινή ἐπίγεια παρουσία του. Μία τέτοια ἀγάπη δέν μπορεῖ μέ τίποτα νά εἶναι ἀληθινή, ἔστω καί ἄν αὐτός πού τήν ἔχει, κατορθώνει πρόσκαιρα καί μέ διάφορες μεθόδους νά ξεγελάσει κάποιους.
Ὁ Κύριος ὑπενθύμισε στόν διδάσκαλο τοῦ νόμου τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς διήγησης, τό “ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν”, μία δηλαδή παλαιά ἐντολή τοῦ Θεοῦ, πού ἔχει τήν ἴδια σπουδαιότητα καί σημασία μέ τό “ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου..”. Τό γεγονός αὐτό δέν ἀφήνει κανένα περιθώριο γιά παρερμηνείες καί παρεξηγήσεις καί δείχνει ὁλοφάνερα ὅτι μία ψεύτικη ἀγάπη δέν μπορεῖ νά σταθεῖ πουθενά, γιατί εἶναι ἐπιφανειακή καί ὑποκριτική. Ἀποβλέπει στό νά καλύψει κάποιες ἄνομες ἐπιδιώξεις καί ἀλλότρια συμφέροντα, ἐντελῶς ξένα πρός τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου. Δέν ἔχει κανένας τό δικαίωμα νά νοθεύει σκόπιμα τό εὐαγγελικό μήνυμα, πού εἶναι ξεκάθαρο καί δέν δικαιολογεῖ καμία ἀπολύτως παρέκκλιση καί ἐκτροπή ἀπό τήν ἀλήθεια καί τήν γνησιότητα τῆς πραγματικῆς ἀγάπης πού μᾶς κήρυξε ὁ Θεάνθρωπος καί τήν ἐπισφράγισε μέ τήν σταυρική του θυσία.
Ὁ νόμος τῆς ἀγάπης εἶναι τόσο πολύ ἰσχυρός πού ἰσχύει καί στήν Παλαιά καί στήν Καινή Διαθήκη. Στρέφεται ἀπαραίτητα καί πρός τόν Θεό καί πρός τόν συνάνθρωπο. Καί ἄν ἡ ἀγάπη μας δέν ἔχει καί τίς δύο αὐτές κατευθύνσεις καί διαστάσεις, δέν εἶναι οὔτε ὁλοκληρωμένη οὔτε γνήσια οὔτε ἀληθινή καί δέν ἔχει καμία ἀπολύτως ἀξία.
Κανένας μας δέν μπορεῖ ἄκριτα νά παραβλέψει αὐτή τήν ὁλοφάνερη πραγματικότητα καί νά ἰσχυριστεῖ ὅτι ἔχει ἀγάπη χωρίς νά ἐφαρμόζει ὅλους τούς ὅρους τῆς ἀγάπης. Κανένας μας δέν ἔχει τό δικαίωμα νά χρησιμοποιήσει τήν μέγιστη ἀρετή τῆς ἀγάπης προκειμένου νά ἐξυπηρετήσει προσωπικά του ἄνομα συμφέροντα καί νά δημιουργήσει ἕνα ψεύτικο προφίλ ἑνός καλοῦ χριστιανοῦ, ὥστε νά ὑφαρπάσει δόλια μέ τόν τρόπο αὐτό τήν ἐκτίμηση καί τήν ἀναγνώριση κάποιων εὔπιστων συνανθρώπων μας, ξεγελώντας τους στήν οὐσία, μέ αὐτό τό τέχνασμα.
Ἡ μέγιστη ἐντολή τῆς ἀγάπης δέν εἶναι μία τυπική παραγγελία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά συνιστᾶ τήν οὐσία τῆς ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ στόν λαό του τόσο στήν Παλαιά, ὅσο καί στήν Καινή Διαθήκη. Θεμελιώνεται πάνω στό ὑπέρτατο γεγονός τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου μας. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἔμπρακτη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρός τόν ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο - καί ἰδιαίτερα πρός τόν ἁμαρτωλό -, καί μᾶς ὑποδεικνύει μέ σαφήνεια καί τόν τρόπο τῆς δικῆς μας ἀγάπης. Ὅποιος δηλαδή ἀπό ἐμᾶς ἀγαπᾶ ἀληθινά τόν συνάνθρωπό του,φτάνει στό σημεῖο ἀκόμα καί νά θυσιαστεῖ γιά χάρη του.
Τόσο ἡ Ἐκκλησιαστική ὅσο καί ἡ Ἐθνική μας ἱστορία ἔχουν νά μᾶς παρουσιάσουν πάρα πολλά τέτοια λαμπρά παραδείγματα ἀνθρώπων, πού ἀγάπησαν πραγματικά καί ἀληθινά καί ἔφτασαν στό σημεῖο νά θυσιαστοῦν χάριν τῶν συνανθρώπων τους, ἀποδεικνύοντας μέ τόν τρόπο αὐτό ὅτι ἔγιναν μιμητές τοῦ θείου Πάθους καί ἦταν γνήσιοι μαθητές καί πραγματικοί μιμητές τοῦ Χριστοῦ πού θυσιάστηκε ἀπό ἀγάπη γιά τήν σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ (Ματθ. κε΄ 35-46)
11 Φεβρουαρίου 2024
Ἡ Εὐαγγελική παραβολή τῶν ταλάντων,πού ἀκούσαμε σήμερα, ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, μπορεῖ μέ μία ἐπιφανειακή ἀνάγνωση νά παραπέμπει σέ χρηματικά ποσά καί στήν σωστή ἀξιοποίησή τους, ὅμως κρύβει μέσα της βαθύτατα νοήματα καί πολύ σημαντικές ἀλήθειες γιά τήν πνευματική μας πρόοδο. Ὁ Θεός φυσικά, δέν μᾶς ἐμπιστεύεται κάποια χρηματικά ποσά, ὅπως ἴσως κάποιοι ἐπιπόλαια θά νομίσουν,ἀλλά διάφορα πνευματικά χαρίσματα, τά ὁποῖα πρέπει νά αὐξήσουμε καί νά ἀξιοποιήσουμε ὅσο γίνεται καλύτερα, γιατί θά δώσουμε λόγο στόν Θεό ἄν ἀδιαφορήσουμε καί ἄν μείνουμε ἄπραγοι. Τά χαρίσματα δίνονται γιά νά ἀξιοποιοῦνται καί νά πολλαπλασιάζονται καί ὄχι γιά νά κρύβονται στή γῆ.
Οἱ δύο πρῶτοι ὑπηρέτες τῆς παραβολῆς, ἐπιδεικνύοντας ἰδιαίτερο ζῆλο καί ξεχωριστή φροντίδα, αὔξησαν τά τάλαντα πού τούς ἐμπιστεύτηκε ὁ Κύριός τους, ἐκτός ἀπό τόν τρίτο, πού δίκαια χαρακτηρίζεται ὀκνηρός καί πονηρός. Αὐτός, θεώρησε σωστό νά κρύψει στή γῆ τό μοναδικό τάλαντο πού τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός,ἐπειδή φοβόταν μήπως τό χάσει.
Ὁ πονηρός αὐτός δοῦλος φυσικά, στό τέλος ἔδωσε λόγο γιά τήν τεμπελιά καί ἀδιαφορία πού ἐπέδειξε, κατακρίθηκε καί τιμωρήθηκε, καί μάλιστα, μέ πολύ σκληρή τιμωρία. Οἱ ἄλλοι δύο ὅμως ὑπηρέτες, πού μέ τήν πρόθυμη, τίμια καί φιλότιμη ἐργασία τους πολλαπλασίασαν τά τάλαντά τους, ἐπαινοῦνται ἀπό τόν Κύριό τους καί παίρνουν τήν δίκαιη ἀμοιβή τους. Ὁ πρῶτος, τά πέντε τάλαντα πού πῆρε, μέ τήν φιλοπονία του τά ἔκανε δέκα. Ὁ δεύτερος, τά δύο πού τοῦ δόθηκαν, μέ τόν ἴδιο τρόπο τά διπλασίασε κι αὐτός.
Θά εἴμαστε ὅμως ἐντελῶς ἄδικοι ἀπέναντι στόν ὀκνηρό δοῦλο, ἄν νομίσουμε ὅτι μόνον αὐτός σκέφτηκε μέ τόν τρόπο αὐτό. Πόσοι ἀκόμα ἄλλοι διά μέσου τῶν αἰώνων σκέπτονται μέ τόν ἴδιο τρόπο καί θεωροῦν τόν Θεό ἄδικο καί σκληρό τιμωρό,ὅπως τόν νόμιζε ἐκεῖνος; Κι ἐνῶ μέσα στήν Καινή Διαθήκη, στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ βλέπουμε ἕνα Θεό γεμᾶτο ἀπό ἀγάπη, στοργή καί καλωσύνη γιά τούς ἀνθρώπους, κάποιοι ἐν τούτοις προσπαθοῦν δόλια μέ τόν τρόπο τους, νά κάνουν τούς ἀνθρώπους νά φοβοῦνται τόν Θεό, μέ συνέπεια νά ἀπομακρύνονται ἀπό αὐτόν.
Τί κερδίζουμε ὅμως μέ αὐτή τήν ἀπάνθρωπη συμπεριφορά μας; Ποιός ἀλήθεια μᾶς ἔδωσε αὐτό τό δικαίωμα νά φερόμαστε ἔτσι; Δέν καταλαβαίνουμε ὅτι ἀντιστρατευόμαστε τό ἔργο τοῦ Θεοῦ, παρουσιάζοντας στούς διπλανούς μας ἕνα Θεό ἐντελῶς διαφορετικό ἀπό τόν ἀληθινό Θεό πού θυσιάστηκε ἀπό ἄπειρη ἀγάπη γιά μᾶς;
Ὑπάρχει ὅμως καί τό ἐνδεχόμενο, ὁ ὀκνηρός δοῦλος, νά θεώρησε τόν ἑαυτό του ἀδικημένο ἐπειδή αὐτός πῆρε ἕνα μόνο τάλαντο ἐνῶ οἱ ἄλλοι πῆραν περισσότερα. Φυσικά, δέν εἶναι ὁ μόνος πού σκέπτεται ἔτσι. Εἶναι πάρα πολλοί συνάνθρωποί μας πού ἰσχυρίζονται ὅτι θέλουν νά προσφέρουν πολλά στό κοινωνικό σύνολο καί ἐν τούτοις δέν μποροῦν νά κάνουν πράξη αὐτή τους τήν ἐπιθυμία ἐπειδή δέν διαθέτουν τά ἀνάλογα προσόντα καί χαρίσματα.
Καί αὐτή ἡ ἀντίληψη εἶναι ἐντελῶς λανθασμένη γιά τόν λόγο ὅτι ὑπάρχουν πάρα πολλά καί ποικίλα χαρίσματα, τά ὁποῖα ὅμως ὁ Θεός ποτέ δέν μοιράζει αὐθαίρετα, ἀλλά ἀνάλογα μέ τήν διάθεση τοῦ καθενός μας. Συνεπῶς, ὅποιος ἔχει πραγματική διάθεση γιά προσφορά μπορεῖ νά ἀξιοποιήσει “τό δοθέν τάλαντον” πολλαπλασιάζοντάς το καί ἔτσι νά φανεῖ πολύ χρήσιμος στό κοινωνικό σύνολο.
Οἱ δωρεές τοῦ Θεοῦ ἔχουν πάρα πολλές μορφές καί ὁ καθένας μας, ἀνάλογα μέ τήν ἰδιαίτερη δύναμη πού διαθέτει, μπορεῖ νά φανεῖ χρήσιμος στήν κοινωνία. Ὁ κάθε ἄνθρωπος, εἶναι καί μία ξεχωριστή περίπτωση καί ἔχει τήν δυνατότητα, ἀξιοποιώντας πρόθυμα καί ἐλεύθερα τά χαρίσματα πού τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός,νά βάλει τό προσωπικό του λιθαράκι γιά τό καλό τῆς κοινωνίας καί τήν εὐημερία τῶν συνανθρώπων του.
Ἡ ὀκνηρία σίγουρα εἶναι μία ἀρρωστημένη κατάσταση καί φανερώνει ἔλλειψη ἀγάπης πρός τόν συνάνθρωπο καί ταυτόχρονα ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης πρός τόν δωρεοδότη Θεό. Ἀντίθετα ὅμως,ἡ πρόθυμη ἐργασία μέ ταυτόχρονη ἀξιοποίηση τῶν χαρισμάτων, ἀπό τήν μία πλευρά δείχνει πίστη στόν Θεό καί ἀπό τήν ἄλλη ἀγάπη πρός τήν ἀνθρώπινη κοινωνία.
Ἡ αὔξηση τῶν ταλάντων πού μᾶς δόθηκαν, ἀποτελεῖ γιά ὅλους μας μία ἀπαίτηση τοῦ Θεοῦ καί ὁ Θεός σίγουρα δέν μᾶς ζητάει ποτέ πράγματα πού ὑπερβαίνουν τίς δυνατότητές μας.
Μπορεῖ κάποιοι ἀπό ἐμᾶς νά νομίζουν ἐσφαλμμένα, ὅτι ἀποφεύγοντας μόνο τήν διάπραξη τῶν κακῶν πράξεων, θά ἀποφύγουν καί τήν καταδίκη τους κατά τήν ἔλευση τοῦ Κυρίου μας. Δέν φτάνει ὅμως μόνο αὐτό καί δέν εἶναι καθόλου ἀρκετό ἀπό μόνο του. Γιατί αὐτή ἡ παθητική στάση καί ἀπραξία δείχνει ἀδιαφορία, ὀκνηρία καί ἔλλειψη ἀγάπης,στοργῆς καί πραγματικοῦ ἐνδιαφέροντος. Δέν θά πρέπει ποτέ νά λησμονοῦμε ὅτι δέν κατακρίνεται μόνον ἡ διάπραξη τοῦ κακοῦ,ἀλλά καί ἡ ἀδιαφορία μας γιά τό καλό.
Φυσικά καί ὀφείλουμε ὅλοι μας νά ἀποφεύγουμε τήν διάπραξη κακῶν πράξεων, αὐτό εἶναι αὐτονόητο. Δέν σημαίνει ὅμως ὅτι ὁ καθένας μας μπορεῖ νά παραμένει ἄπραγος γιά τόν λόγο ὅτι ὁ Κύριός του θά ἔλθει ξαφνικά καί σέ ὥρα πού δέν τόν περιμένει, προκειμένου νά τοῦ ζητήσει λόγο γιά τίς πράξεις του. Ὀπότε,ἡ παθητική στάση καί ἡ ἀπραξία δέν ὁδηγοῦν πουθενά.
Ἡ ἐντελῶς αἰφνιδιαστική ἔλευση τοῦ Κυρίου μας, δέν μᾶς ἀφήνει κανένα περιθώριο γιά συνεχεῖς ἀναβολές, ἐφησυχασμούς καί ἀδιαφορίες. Ὁ πιστός ὀφείλει νά παραμένει διαρκῶς σέ ἑτοιμότητα, νά ἐπαγρυπνεῖ πάντοτε πράττοντας καλά ἔργα μέ θυσιαστική ἀγάπη καί προσφέροντας μέ ἀνιδιοτέλεια πρός τόν συνάνθρωπο, ὥστε, ὅταν ἔλθει ὁ Κύριός του ξαφνικά καί σέ ὥρα πού δέν γνωρίζει, νά τόν βρεῖ ἄγρυπνο καί ἐργαζόμενο τά ἔργα τοῦ Θεοῦ.
Τά ὑλικά ἀγαθά δέν ἔχουν καμία μονιμότητα. Ἔρχονται καί παρέρχονται. Ἰσχύουν μόνο γιά τόν πρόσκαιρο αὐτό κόσμο καί χωρίς αὐτό νά εἶναι ἀπόλυτα βέβαιο. Πρόσκαιρος ὁ κόσμος αὐτός, πρόσκαιρα καί αὐτά. Μόνον ὅσοι εἶναι πλούσιοι σέ πνευματικά χαρίσματα θά ἀπολαύσουν τήν ἀτελεύτητη χαρά πού θά τούς προσφέρει ὁ Κύριός τους.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΛΟΥΚΑ
ΤΗΣ ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ (Ματθ. ιε΄ 21-28)
18 Φεβρουαρίου 2024
Σέ ἀρκετές εὐαγγελικές διηγήσεις, ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, βρίσκουμε πολλά καί τρανταχτά παραδείγματα συναθρώπων μας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν πολύ μεγάλη καί σταθερή πίστη, ἡ ὁποία μᾶς ἐντυπωσιάζει καί μᾶς κάνει νά λέμε ἀπό μέσα μας: γιατί κι ἐμεῖς νά μήν ἔχουμε τόση μεγάλη πίστη; Βέβαια, τό νά διαπιστώνουμε ἐμεῖς κάτι τέτοιο, δέν ἔχει καί τόση μεγάλη σημασία, ἐπειδή ἡ δική μας κρίση, συνήθως εἶναι ἐπιφανειακή, γιατί σίγουρα ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει τήν δυνατότητα νά προχωρήσει πιό βαθειά. Καί αὐτό γιατί ἐμεῖς συνήθως δέν μποροῦμε νά δοῦμε στό βάθος τῶν καρδιῶν τῶν συνανθρώπων μας. Ὁ χῶρος ἐκεῖνος, εἶναι κρυφός καί μυστικός, τόν ὁποῖο βλέπει καί ἐποπτεύει μόνο ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος γνωρίζει ἀκόμα καί τίς πιό ἐνδόμυχες σκέψεις μας. Καί φυσικά ὑπάρχουν πολλά περιστατικά μέσα στήν Ἁγία Γραφή, στά ὁποία ὁ Κύριος ἐπαινεῖ ἀρκετούς συναθρώπους μας γιά τήν μεγάλη τους πίστη ,τούς ὁποίους εἴτε συνάντησε ὁ Ἴδιος, εἴτε οἱ ἴδιοι τόν πλησίασαν γιά τόν δικό τους λόγο ὁ καθένας.
Ἕνα τέτοιο δυνατό παράδειγμα μεγάλης πίστης εἶναι καί αὐτό τῆς Χαναναίας γυναίκας τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ μεγάλη πίστη τῆς γυναίκας αὐτῆς, τῆς δίνει τήν δυνατότητα νά ἀναγνωρίζει στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ τόν Μεσσία, πού μέ τόση λαχτάρα περίμεναν οἱ Ἰουδαῖοι, καί ὅμως δυστυχῶς δέν τόν ἀναγνώρισαν ὅταν ἦλθε. Ἐκείνη ὅμως ἀναγνώρισε μέ βεβαιότητα τόν Κύριο πού εἶχε τήν ἀποκλειστική ἐξουσία καί τήν δύναμη νά ἐλευθερώσει τούς ἀνθρώπους ἀπό τά βάσανα, τόν πόνο καί τήν ἀσθένεια. Νά νικήσει τήν φθορά καί τόν θάνατο πού ἔφερε στόν κόσμο ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ ἑκούσια ὑποδούλωσή του στά πάθη καί τήν ἁμαρτία.
Εἶναι φοβερό καί νά τό σκεφτεῖ ἀκόμα κανείς,ὅτι αὐτόν πού τυφλώθηκαν καί δέν μόρεσαν νά ἀναγνωρίσουν οἱ Ἰουδαῖοι,μέ ἀποτέλεσμα νά τόν περιφρονήσουν καί νά τόν ὁδηγήσουν στόν Σταυρό, τόν ἀναγνώρισε αὐτή ἡ ἁπλῆ γυναίκα, ἡ ὁποία δέν ἀνῆκε στόν λαό τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀντίθετα, ἦταν μία εἰδωλολάτρισσα. Αὐτή τήν ἀξιόλογη καί σημαντική πληροφορία μᾶς τήν δίνει ὁ εὐαγγελιστής Μᾶρκος, στήν ἀντίστοιχη διήγησή του, πού περιγράφει τό ἴδιο γεγονός μέ τόν δικό του τρόπο.
Καί μάλιστα ἡ πίστη αὐτή τῆς Χαναναίας, δοκιμάστηκε πολύ σκληρά ἀπό τόν Κύριο καί ὅμως δέν κάμφθηκε, ἀντίθετα,ἔμεινε σταθερή καί ἀκλόνητη. Καί ἐνῶ ἐκείνη δέν σταματᾶ νά τοῦ ζητᾶ ἐπίμονα νά θεραπεύσει τό ἄρρωστο παιδί της, Ἐκεῖνος κάνει ὅτι τήν περιφρονεῖ, ὅτι δέν τήν ἀκούει καί ὅτι δέν τῆς δίνει καμία σημασία. Ἐκείνη ὅμως ἐπιμένει γιατί ἐξακολουθεῖ νά τόν ἐμπιστεύεται ἀπόλυτα, δέν τό βάζει καθόλου κάτω γιατί γνωρίζει πολύ καλά ὅτι εἶναι ὁ μόνος πού μπορεῖ νά δώσει ἀποτελεσματική λύση στό μεγάλο πρόβλημα πού τόσο ἔντονα τήν ταλαιπωρεῖ καί τήν βασανίζει.
Ἔφτασε μάλιστα στό σημεῖο νά ταπεινωθεῖ δημόσια τόσο πολύ, ὥστε νά δεχτεῖ νά τήν παρομοιάσει μέ σκυλάκι. Πολύ ἐξευτελιστικός ὁ χαρακτηρισμός, ἀπό αὐτούς πού δέν μπορεῖ νά ἀντέξει κανείς εὔκολα. Καί ὅμως καί πάλι δέν ἀγανακτεῖ καθόλου, οὔτε διαμαρτύρεται, ἀλλά μέ τόν τρόπο της δείχνει ὅτι συντρίβεται μπροστά στην δύναμη τοῦ Θεοῦ. Μέ τήν ὅλη στάση της φανερώνει σέ ὅλους ὅτι ἡ ταπείνωσή της εἶναι πραγματική καί ὄχι φαινομενική, μία δηλαδή πλαστή καί προσποιητή ταπεινοσχημία τῆς στιγμῆς.
Πόσοι πραγματικά ἀπό μᾶς, ἀκόμα καί στήν ἐποχή μας, ἔχουν λανθασμένα τήν ἐντύπωση ὅτι τό νά ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία εἶναι κάτι πού ὑποχρεώνει τόν Θεό ἀπέναντί τους, ὥστε νά τούς κάνει τίς ἐπιθυμίες τους καί νά ἀνταποκρίνεται ἀμέσως στά αἰτήματά τους;
Αὐτό εἶναι κάτι πού τό διαπιστώνουμε ὅλοι μας καθημερινά ἀκούγοντας παράπονα σάν κι αὐτό: Μά ἐγώ δέν πηγαίνω στήν Ἐκκλησία τακτικά; Δέν ἀνταποκρίνομαι πρόθυμα στούς διάφορους ἐράνους καί δέν κάνω καθημερινά τόσες ἀγαθοεργίες; Δέν προσφέρω πρόθυμα καί ἀκούραστα ἐθελοντική ἐργασία; Τώρα ὅμως πού ἀρρώστησα, ἄν καί παρακαλῶ τόν Θεό καθημερινά καί ἐπίμονα, αὐτός δέν μέ ἀκούει, μέ ἀφήνει νά ταλαιπωροῦμαι καί δέν μέ βοηθάει!
Ἡ περίπτωση τῆς Χαναναίας βάζει τά πράγματα στή θέση τους καί μᾶς ἀποδεικνύει ὅτι τό μόνο πού δεσμεύει τό Θεό εἶναι ἡ πίστη. Τίποτα ἀπό ὅλα αὐτά πού κάνουμε ἐμεῖς καί τά θεωροῦμε μέ τά δικά μας κριτήρια σημαντικά καί σπουδαῖα, ὥστε νά νομίζουμε ὅτι μέ αὐτά θά ὑποχρεώσουμε τό Θεό νά ἱκανοποιήσει ἀμέσως ὅλες τίς ἐπιθυμίες μας. Καί σέ περίπτωση πού ἐπιμένουμε νά ἔχουμε τέτοιες ἀντιλήψεις καί ἀπαιτήσεις, θά μοιάσουμε σίγουρα στούς Ἰουδαίους, πού νόμιζαν ὅτι καί μόνο του τό γεγονός ὄτι εἶναι παιδιά τοῦ Ἀβραάμ, ἀρκοῦσε γιά νά ἀναγκάσει τόν Θεό νά ἐκπληρώσει τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε στούς ἐκλεκτούς του.
Ὁ Θεός εἶναι ὁ μόνος πού δέν ἐξαναγκάζεται ἀπό κανέναν καί ἀπό τίποτα, γιατί εἶναι πάνω ἀπό κάθε μορφῆς ἀναγκαιότητα. Οὔτε μποροῦμε μέ τό φτωχό μας τό μυαλό νά νομίσουμε ὅτι θά τόν ὑποχρεώσουμε νά κάνει κάτι γιά μᾶς, πού κατά τήν γνώμη μας πρέπει νά γίνει ὁπωσδήποτε.
Ὁ Θεός ξέρει ἀνά πᾶσα στιγμή τίς πραγματικές μας ἀνάγκες καί πρίν ἀκόμα ἐμεῖς τοῦ διατυπώσουμε κάποιο αἴτημα, ζητώντας του νά κάνει κάτι πού πιστεύουμε μέ τά δικά μας κριτήρια ὅτι τό ἔχουμε ἀπόλυτη ἀνάγκη. Ἐκεῖνος μόνο εἶναι σέ θέση νά γνωρίζει ἄν στήν πραγματικότητα μᾶς συμφέρει γιά τήν σωτηρία μας ἡ ἱκανοποίηση ὁποιουδήποτε αἰτήματός μας. Γιατί ἐκεῖνος εἶναι ὁ μόνος πού μᾶς ἀγάπησε πραγματικά καί θέλει πάρα πολύ τήν αἰώνια σωτηρία μας. Ἐκεῖνος μπορεῖ νά ἐκτιμήσει ἄν μᾶς συμφέρει νά μᾶς δώσει κάτι, γιατί ἀποβλέπει στόν αἰώνιο προορισμό μας καί στό αἰώνιο μέλλον μας. Δέν ἱκανοποιεῖ κάποια πρόσκαιρη ἐπιθυμία μας, πού μπορεῖ νά ἀργότερα ὑποθηκεύσει αὐτό τόν προορισμό μας καί νά μᾶς ὁδηγήσει κάπου πού μπορεῖ μέν νά μᾶς ἱκανοποιεῖ πρόσκαιρα, ἀλλά σίγουρα μᾶς ζημιώνει αἰώνια.
Εἶναι, λοιπόν, ἀπαραίτητο ὅλοι μας νά ἀφήνουμε μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη ὁλόκληρη τήν ζωή τῶν διπλανῶν μας, ἀλλά καί τήν προσωπική μας ζωή, στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Ὅλες μας τίς ἀγωνίες, ὅλους τούς προβληματισμούς μας, ὅλα τά δύσκολα καί ἀνυπέρβλητα προβλήματα τά ὁποῖα μᾶς βασανίζουν καί μᾶς ταλαιπωροῦν, νά τά ἐμπιστευόμαστε ἀπόλυτα στήν κρίση τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ Θεός εἶναι ὁ μόνος πού ἔχει τήν δύναμη καί τήν θέληση νά σταθεῖ δίπλα μας καί νά μᾶς βγάλει ἀπό τά σκοτάδια, ὁδηγώντας μας στά ξέφωτα τῆς ἐλπίδας καί τῆς μόνιμης καί πραγματικῆς χαρᾶς.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ
«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ & ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ (Λουκ. ιη΄ 10-14)
25 Φεβρουαρίου 2024
Ἀπό χθές βράδυ, ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί, μπήκαμε γιά ἄλλη μία φορά στήν ζωή μας στήν εὐλογημένη καί ἁγιασμένη περίοδο τοῦ Τριωδίου, ἡ ὁποία ἀναμφίβολα εἶναι ἡ πιό ἱερή καί ἡ πιό κατανυκτική περίοδος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Τό ὄνομά της, τό πῆρε ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο πού θά ἔχουμε σέ χρήση στούς Ναούς μας, ἀπό σήμερα μέχρι καί τό βράδυ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Ὅπου φυσικά τηρεῖται ἡ ὀρθόδοξη παράδοση, χθές πρίν ἀπό τόν ἑσπερινό, τό ἱερό αὐτό βιβλίο τοῦ Τριωδίου, τοποθετήθηκε μέ εὐλάβεια ἀπό τόν ἱερέα, κάτω ἀπό τήν εἰκόνα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ πού βρίσκεται στό τέμπλο. Ἀπό ἐκεῖ τό παρέλαβαν ἐπίσης μέ εὐλάβεια καί σεβασμό οἱ ἱεροψάλτες μας,ἀφοῦ πρῶτα ἔκαναν τρεῖς μετάνοιες καί τό τοποθέτησαν ἔπειτα στήν θέση του στό ἀναλόγιο.
Τό βιβλίο αὐτό λέγεται Τριώδιο ἐπειδή οἱ περισσότεροι κανόνες του,ἀντί νά ἔχουν ἐννέα ὠδές,( δηλαδή ἐννέα ὁμάδες τροπαρίων στόν κανόνα τοῦ Ὄρθρου), ἔχουν συνήθως μόνον τρεῖς. Τό κυριότερο ὅμως εἶναι ὅτι τό Τριώδιο περιέχει θαυμάσιους κατανυκτικούς ὕμνους πού ἀποσκοποῦν στό νά μᾶς κάνουν νά συνειδητοποιήσουμε τήν ἁμαρτωλότητά μας, μέ σκοπό νά μᾶς ὁδηγήσουν στήν εὐλογημένη κατάσταση τῆς μετάνοιας. Δηλαδή στήν ἀλλαγή σκέψης καί τρόπου ζωῆς. Στό νά ἀφήσουμε ὁριστικά τά σκοτεινά ἔργα τῆς ἁμαρτίας καί νά ἐργαζόμαστε ἀπό ἐδῶ καί στό ἑξῆς, σταθερά, πρόθυμα καί φιλότιμα, τίς εὐαγγελικές ἀρετές. Ἔτσι, ἔχοντας πίστη ὀρθή, καθαρή συνείδηση καί στολισμένοι μέ τίς θεοειδεῖς ἀρετές, νά φτάσουμε νικητές στήν μεγάλη καί ὁλόλαμπρη νύχτα τῆς Ἀναστάσεως καί νά λάμπουμε κι ἐμεῖς τότε ὅπως θά λάμπει ὁ δεσπότης μας Χριστός.
Ξεκίνησε, λοιπόν, ἡ θαυμαστή, ὡραία καί συναρπαστική μας πορεία πρός τό Πάσχα,πού εἶναι ἡ μεγαλύτερη γιορτή γιά ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους. Εἶναι τό ὁλοφώτεινο καί τό ποθητό τέλος αὐτοῦ τοῦ δρόμου, πού ἀπό χθές βράδυ ξεκινήσαμε γιά ἄλλη μία φορά στήν ζωή μας νά βαδίζουμε μέ χαρά καί αἰσιοδοξία. Στήν πορεία μας αὐτή, ἡ φιλόστοργη μητέρα μας Ἐκκλησία, δέν μᾶς ἀφήνει ποτέ μόνους μας καί χωρίς βοήθεια. Μᾶς παρέχει καί ὅλα τά ἀπαραίτητα ἐφόδια, μᾶς ἁρματώνει μέ τά κατάλληλα πνευματικά ὅπλα, ὥστε νά παλαίψουμε νικηφόρα. Ἐχθροί μας στόν ἀγῶνα μας αὐτό εἶναι ὁ κακός μας ἑαυτός - ὁ παλαιός ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας - τό κοσμικό φρόνημα καί ὁ διάβολος ὁ ὁποῖος θά μᾶς στήσει ὕπουλα πολλές παγίδες καί ἐμπόδια.
Ὅλες ὅμως αὐτές τίς παγίδες, πού δόλια καί ἔντεχνα θά τοποθετήσει στό δρόμο μας, ὁ ἐχθρός μας, θά πρέπει νά τίς προσπεράσουμε ἄφοβα καί ἔξυπνα. Θά εἶναι γιά μᾶς ντροπή νά δώσουμε τήν χαρά στόν ἀντίδικο, νά καυχηθεῖ ὅτι μπόρεσε νά μᾶς ἐξαπατήσει καί νά μᾶς ἐμποδίσει. Ἔτσι, ἡ κοπιαστική μας αὐτή προσπάθεια θά ἔχει ἕνα αἴσιο τέλος.
Ἕνα πολύ δυνατό καί πολύ ἀποτελεσματικό ὅπλο στόν ὡραῖο μας αὐτό ἀγῶνα,εἶναι ἀναμφίβολα ἡ προσευχή. Καί ὁ τρόπος πού προσευχήθηκαν ὁ Φαρισαῖος καί ὁ Τελώνης τῆς σημερινῆς παραβολῆς τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, μᾶς βοηθᾶ πολύ νά ἀξιοποιήσουμε σωστά αὐτό τό ὅπλο, ἀποφεύγοντας κάποια λάθη πού τό κάνουν ἀναποτελεσματικό. Τά λάθη τά ἔκανε ὁ Φαρισαῖος, πού στήν προσευχή του ἔχει μία φοβερή ἔπαρση καί ἐπαινεῖ τόν ἑαυτό του γιά τίς ἀρετές του καί τίς ἀγαθοεργίες πού ἔκανε. Ἀπαριθμεῖ τά καλά του ἔργα καί συγκρίνει τόν ἑαυτό του μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους, τούς ὁποίους θεωρεῖ κατώτερους καί ἁμαρτωλούς γιατί εἶναι σίγουρος ὅτι βρίσκεται πάνω ἀπό αὐτούς.
Δέν περιμένει νά τόν δικαιώσει ὁ Θεός, ἀλλά δικαιώνεται ἀπό μόνος του. Μᾶλλον περιμένει κιόλας τόν ἔπαινο τοῦ Θεοῦ γιά τίς καλές του πράξεις, πού ἔκανε ὄχι γιά τόν Θεό, ἀλλά γιά νά κερδίσει τόν πρόσκαιρο ἔπαινο καί τήν ἀναγνώριση τῶν ἀνθρώπων. Φυσικά, δέν ἔκανε καθόλου ἄσχημα πού βοηθοῦσε τούς ἄλλους ἀνθρώπους, ὁ τρόπος του δέν ἦταν σωστός.
Ὁ Τελώνης ἀντίθετα, ἀναγνωρίζει τόν πραγματικό του ἑαυτό, αἰσθάνεται συντετριμμένος γιά τίς ἀμαρτίες του καί κτυπώντας τό στῆθος του ζητάει νά τόν λυπηθεῖ ὁ Θεός καί νά τόν συγχωρήσει. Δέν κρίνει κανέναν, ἀλλά κατακρίνει μόνο τόν ἑαυτό του, τόν ὁποῖο θεωρεῖ χαμένο χωρίς τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Δέν τόν ἔχει κυριέψει ἡ φαρισαϊκή ὑπερηφάνεια, ἀλλά τόν διακρίνει ἡ πραγματική ταπείνωση καί μέμφεται τόν ἑαυτό του γιά ὅλες τίς ἀστοχίες πού διέπραξε στή ζωή του.
Στό τέλος ὁ ταπεινός καί συντετριμμένος Τελώνης δικαιώθηκε καί κατακρίθηκε ὁ φαινομενικά δίκαιος Φαρισαῖος, ἐπειδή στήριξε ὅλες του τίς ἐλπίδες στήν τυπική ἐκτέλεση τῶν θρησκευτικῶν του καθηκόντων καί ὄχι στόν Θεό. Δέν κατάλαβε μέχρι τώρα ὅτι βάση ὅλων τῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ ταπείνωση. Καί φυσικά, ὁ ἁμαρτωλός Τελώνης δέν δικαιώνεται γιά τίς ἁμαρτίες πού διέπραξε, ἀλλά ἐπειδή εἶχε ἀπόλυτη συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του, τήν ἀναγνώριζε καί ζητοῦσε ταπεινά καί μέ συντριβή τήν συγχώρηση ἀπό τόν Θεό.
Στό ξεκίνημα αὐτῆς τῆς πορείας μας πρός τό Πάσχα, ἡ Ἐκκλησία μας πολύ σοφά ἔβαλε αὐτά τά παραδείγματα τοῦ Τελώνη καί τοῦ Φαρισαίου γιατί θέλει νά μᾶς προφυλάξει ἀπό τήν ἀξιοκατάκριτη φαρισαϊκή ἔπαρση πού σκορπίζει κάθε καλό πού κάνουμε. Δέν θέλει μέ τίποτα ὁ κόπος πού θά κάνουμε αὐτή τήν περίοδο νά πάει χαμένος. Ἀντίθετα, προβάλλοντάς μας τήν ἀξιέπαινη τελωνική ταπείνωση, θέλει νά μᾶς διδάξει τήν διακριτική καί ἀθόρυβη πνευματική ἐργασία, τήν κρυφή ἀπό τά ἀδιάκριτα μάτια τῶν ἀδελφῶν μας ἐλεημοσύνη πρός τούς πάσχοντες. Νά μᾶς προτρέψει νά κάνουμε τά καλά μας ἔργα ἀποβλέποντας στόν Θεό καί ὄχι ἀποσκοπώντας στόν ἀνθρώπινο ἔπαινο. Ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖνος πού στό τέλος μᾶς δικαιώνει καί ὄχι οἱ ἄνθρωποι. Τό ἔλεος τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ εἶναι ἐκεῖνο πού μᾶς σώζει καί ὄχι τά καλά μας ἔργα.
Τόσο οἱ ἀγαθοεργίες, ὅσο καί οἱ γνήσιες ἐκδηλώσεις ἀγάπης πρός τόν συνάνθρωπο, εἶναι ἀπαραίτητα γνωρίσματα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Δέν εἶναι ποτέ δυνατόν ἕνας πραγματικός χριστιανός νά εἶναι ἄσπλαχνος καί νά βλέπει μόνο τόν ἑαυτό του κλείνοντας ἀδιάφορα τά μάτια μπροστά στόν ἀνθρώπινο πόνο. Κάνοντας ὅμως ὁποιοδήποτε καλό, δέν ἀποβλέπει ποτέ στήν ἀνθρώπινη ἀναγνώριση καί στόν ἔπαινο τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου, ἀλλά πιστεύει ἀκράδαντα ὅτι κάνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τίποτα παραπάνω.
Τό χριστιανικό μας καθῆκον, δέν εἶναι ποτέ δυνατόν νά μπαίνει στήν διαδικασία τῶν ἀνθρώπινων ἀναγνωρίσεων καί ἀξιολογήσεων. Ἀφορᾶ ἀποκλειστικά καί μόνον τήν σχέση μας μέ τόν Θεό καί σέ Αὐτόν ἀναφέρεται. Ἐκεῖνος μόνον τό ἀξιολογεῖ καί τό κρίνει, κανένας ἄλλος.
π. Γ.Τ